Με έχει πιάσει μανία και τρώω
ματαιότητα με την κουτάλα της σούπας αχόρταγα
Στραβοκαταπίνω και βήχω
μισοπεθαμένα
Μου χτυπάς την πλάτη
Και είναι σαν να μου ρίχνεις
σφαλιάρες στο μυαλό
Παίρνω ανάσες και συνεχίζω
Το ίδιο αχόρταγα με πριν
Με πιάνει μια φυγή από το
λαιμό και με σφίγγει και με ταρακουνάει
Λίγο πριν καταπιώ την
τελευταία μου μπουκιά
Ασφυκτυώ ακόμα και μέσα στο
Σύμπαν
Δεν έχω χώρο να κρυφτώ από τις
εμμονές μου
Είμαι ξεβράκωτη απέναντι στον
εαυτό μου
Θα ήθελα να υπάρξει ένας ανθρωπος
να με δει ξεβράκωτη χωρίς να τρομάξει
Είμαι ένας κώλος γεμάτος
σπυριά κυκλοθυμίας
Τρέχω πάνω κάτω αυτιστικά και
πάλι δε με βρίσκω εκεί που με ξέχασα
Ο κακός μου εαυτός ξαναγυρνά
κάνοντας κύκλους γύρω από μένα–γύρω από τον εαυτό του
Με κάνει μίζερη και απόμακρη
από μένα τουλάχιστον δώδεκα εκατοστα
Και αν με αγαπήσεις κι έτσι
Τότε ο πόλεμος που θα ξεσπάσει
Θα είναι δικός μου και δικός
σου
Στην πιο ρομαντική σφαγή της
ανθρωπότητας
Χωρίς ηττημένους
Και με μόνους κερδισμένους εμάς.
Αγάπησέ με κι άλλο να αλλάξω
γραφή
Να μη πιάσω ποτέ ξανά μολύβι
και χαρτί
Αυτή η πηδιόλα ανάγκη
Με κάνει και γράφω με τα μάτια
μου κλεισμένα
Και συνειδητοποιώ
Πως τα χειρότερα ποιήματα που γράφτηκαν ποτέ
Είναι εκείνα που βγήκαν με
ορμή από το στομάχι σαν ρουκέτα εμετού
Και γράφτηκαν σε λιγότερο από
δύο λεπτά της ώρας
Photo by Nasos Karabelas