Κάθε πρωί στις επτά ο χρόνος κυλάει σε ρυθμούς που έχω πια συνηθίσει και αντιλαμβάνομαι. Περπατάω στις μύτες γιατί οι πτέρνες μου έχουν ματώσει από το κρύο. Έτσι μπορώ και κινούμαι ήσυχη δίχως να γίνονται αντιληπτά τα σταγονίδια της παρουσίας μου πέφτοντας πάνω σου. Ανοίγω το στόμα, βγάζω τη γλώσσα μου, σε κοιτώ στα μάτια και σου λέω να μου δώσεις άλλη μια φορά τον εαυτό σου σε κουταλάκι του γλυκού. Θέλω να σε ρωτήσω “μα τι κάνεις;” και να μου πεις “μα σε πηδάω αγάπη μου” και μετά να τελειώσουμε σαν σε ταινία νουάρ όσο πιο σκληρά, κυνικά, ερωτικά και σκοτεινά μπορούμε. Γίνε εσύ Γη μια φορά, να γίνω εγώ Φωτιά να νιώσεις πως είναι να καίγεσαι από μένα καθώς λιώνεις σαν παγάκι στις παλάμες μου. Θα γίνεις νερό, θα σε πιω και όταν με πονέσεις πάλι θα σε ξοδέψω για να κλάψω μερικές βροχές ακόμα. Κι έτσι θα φύγει και ο Φλεβάρης. Και από τον Μάρτη βλέπουμε πάλι. Ναι;
Εχτές υπέκυψα
στα τραύματά μου
στο πάτωμα της
Εντατικής
όπως
μπαίνεις δεξιά
στα τραύματά μου
στο πάτωμα της
Εντατικής
όπως
μπαίνεις δεξιά