13.8.14

Beast



Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα
μου τα ‘πες με το πρώτο σου το γάλα.

Μα τώρα που ξυπνήσανε τα φίδια
εσύ φοράς τα αρχαία σου στολίδια
και δε δακρύζεις ποτέ σου μάνα μου Ελλάς
που τα παιδιά σου σκλάβους ξεπουλάς.

Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα
μου τα ‘πες με το πρώτο σου το γάλα.

Μα τότε που στη μοίρα μου μιλούσα
είχες ντυθεί τα αρχαία σου τα λούσα
και στο παζάρι με πήρες γύφτισσα μαϊμού
Ελλάδα Ελλάδα μάνα του καημού.

Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα
μου τα ‘πες με το πρώτο σου το γάλα.

Μα τώρα που η φωτιά φουντώνει πάλι
εσύ κοιτάς τα αρχαία σου τα κάλλη
και στις αρένες του κόσμου μάνα μου Ελλάς
το ίδιο ψέμα πάντα κουβαλάς.

12.8.14

Monster


Έγινα σχεδόν τριάντα έξι και ακόμα δεν έμαθα να ξεχωρίζω τα συναισθήματα όταν είναι έντονα και χτυπάνε σαν φλέβα στο μέτωπό μου. Με ρωτάς "πως είσαι;" και σου απαντάω "σκατά" γιατί δε ξέρω αν είμαι θυμωμένη, απογοητευμένη, χαζή ή ρομαντική. Έτσι με το "σκατά" ξεμπερδεύω με όλα. Και κυρίως με τις ερωτήσεις. Οι άνθρωποι που επέλεξα με ξεπουλούν όσο όσο στις μεγάλες λαϊκές του Σαββάτου. Παρασκευή βράδυ μου χαϊδεύουν τα αυτιά με χρυσόχαπα και το Σάββατο βγαίνω σε προσφορά μετά τη μία το μεσημέρι μια που κανείς δε με προτίμησε και απο το να σαπίσω καλύτερα σε προσφορά, λέει ο έμποράς μου. Κάνω κύκλους γύρω απο τον άξονά μου και ψάχνω τα λάθη μου σε πολύ συγκεκριμένα πράγματα, δε βρίσκω κάτι, βοήθεια, ζητάω βοήθεια, ας με βοηθήσει κάποιος να δω, κάπου κάνω λάθος, δε μπορεί, κάπου κάνω λάθος και δε το βλέπω, βοήθεια, βοήθεια γαμώ το κέρατό μου, παλιομπινέδες άνθρωποι που περνάτε απο δίπλα μου βοήθεια, ουρλιάζω γαμώ την απανθρωπιά που μας μαστιγώνει τα μάτια και δε βλέπουμε, που μας κλείνει τ' αυτιά και δεν ακούμε, το λουρί σφίγγει το λαιμό μας κι εμείς φωνάζουμε βοήθεια, βοήθεια, σκατά σε αυτούς που δεν ακούνε, σκατά σε μας που με τη δηθενιά μας γίναμε δυνάστες των απόρων, ξεσπιτωμένων, των αυτόχειρων δειλών, των αυτόχειρων επαναστατών, των αυτόχειρων μαλάκων ή ηρώων. Μια μούφα είναι η ζωή μερικές φορές. Μια μούφα κι εγώ, που θυμώνω με την αδιαφορία, με την απανθρωπιά, με τον τύπο που ετοίμαζε χτες την κρεμάλα του σιγοσφυρίζοντας κι εγώ πέρασα απο δίπλα του και δε τον είδα καν γιατί πήγαινα στη δουλειά μου, εκείνος πήγαινε στο διάολο άλλα δε γαμιέται, εγώ πάω στη δουλειά μου, συνήθως αργοπορημένη και τρεχάμενη να προλάβω ώρες και προθεσμίες κρατώντας την τσάντα μου σφιχτα - μη μου κλέψουν και την τσάντα έχω όλα τα χαρτιά μου μέσα, ταυτότητα, διπλώματα, παπλώματα, χωρίς τα χαρτιά είμαι ένα τίποτα, δεν υπάρχω, ένα χαρτί είμαι πλαστικοποιημένο με δακτυλικό αποτύπωμα, καμένο χαρτί θα έλεγα, ωχ συγνώμη κυρ- ανάπηρε που σε πάτησα και σε τσάκισα ήμουν απασχολημένη με το να κρατάω σφιχτά τη τσάντα μου και να τρέχω για τη δουλειά μου, πάρε κι εσύ το σκαμνάκι σου ανθρωπέ μου απο τη μέση, εδώ βρήκες να κρεμαστείς; , ορίστε σκόνταψα κι έπεσα κι έχασα έναν πόντο απο το καλσόν μου κι έσπασα το νύχι μου, πως θα πάω για καφέ, και τώρα που το σκέφτομαι όχι, εγώ πήγαινα στο διάολο και ο άλλος έκανε την καλύτερη δουλειά, την καλύτερη και απο τη δική μου γι αυτό σιγοσφύριζε. Είμαι ένα κτήνος μέσα στα κτήνη. Ίσως εκείνο με το κάπα το κεφαλαίο. Ένα προσπαθώ να αποφύγω. Το να μη παραπλανηθώ και αδικήσω. Έχω αδικήσει τόσο πολύ άθελά μου, που προσπαθώ να είμαι πολύ προσεκτική. Κι εσύ που χτες μου φώναζες, μπορεί και να έχεις δίκιο. Αλλά μπορεί και όχι. Η μεγαλύτερη αξία της ύπαρξης είναι η Δικαιοσύνη.