Σε ονειρεύτηκα απόψε. Να
ξαπλώνεις δίπλα μου και να με αναζητάς με τις άκρες των δακτύλων σου
εξαρτημένα. Κι εγώ να τραβώ το δέρμα μου για να μη με αγγίξεις. Δε θέλω να
με αγγίξεις. Και όσο τραβιόμουν τόσο
άπλωνες τις παλάμες σου κι εγώ έκλαιγα γιατί μάτωνα την επιδερμίδα μου κι εσύ
μου έγλειφες τις πληγές και μ' αγαπούσες. Σε χτύπησα. Στο πρόσωπο. Έκανες να φύγεις. Και δεν
έφυγες. Κουρδίζω τις σκέψεις μου για να παίζουν τον ίδιο ήχο. Ξανά και ξανά και
ξανά. Μονότονα. Βοηθάει τη Λήθη να προλάβει το δρομολόγιο των επτά και οκτώ ώρα
Θεσσαλονίκης για Αθήνα. Ξεκουρδίζομαι απο μόνη μου και αρχίζω να θυμάμαι πόσο
αργά μπορώ να κάνω πως μιλάω μόνο και μόνο για να ξεχνάω τί είπα πριν το πω
ξανά. Κάνει κρύο έξω απο τις σκέψεις μου. Γι αυτό κλείνομαι σ' αυτές. Πιάνω το στήθος
μου να σκληραίνει και δεν είναι μόνο που όταν κοιμάσαι το κλείνεις στη χούφτα
σου. Δεν είναι μόνο που όταν ξαπλώνεις πάνω μου τα χείλη σου ακουμπούν το δέρμα
μου και ανατριχιάζω. Είναι που όταν αναπνέεις παίζει μουσική κι εγώ ανοίγω
ολόκληρη και περιμένω ανυπόμονα να βάλεις τα χέρια σου πάνω μου και μέσα μου
μέχρι να μη μπορώ πια να αναπνέω, να ζω απο τη δική σου ανάσα τη δανεική. Και
όταν θα τη χρειαστείς θα μου τη ζητήσεις πίσω αλλά τώρα πια είναι δική μου και
δε ξέρω αν έχω όρεξη να σου τη δώσω. Γι αυτό μη μου δίνεις τίποτα δανεικό εμένα.
Στην προκειμένη, χύσε με και μετά άφησέ με να πεθάνω...
...μην επιστρέφεις
σε κάτι όταν
δεν είσαι σίγουρος
πως μπορείς
να του προσφέρεις...