11.4.13

Deeds


Περνάς απο μπροστά μου, στέκεσαι στο διπλανό κάθισμα, κάθεσαι και ποντάρεις κατινίστικα στην απολογία μου. Κι εγώ νιώθω τον μηρό σου να ακουμπάει πάνω στον δικό μου σαν τοίχος που παθαίνει αδιάφορες ανατριχίλες. Με κοιτάς στα μάτια δήθεν λοξά, αλλά κατάματα λέγεται αυτό αν δε το ξέρεις. Πετάγεσαι τρομαγμένος στον ήχο της αναγγελίας της επόμενης στάσης: "Επόμενη στάση - next stop Θεσσαλονικιά". Ποιος ξέρει τί σκεφτόσουν και σε διέκοψε. Στη μεθεπόμενη στάση κατεβαίνω. Θα περάσω απο τον μανάβη να πάρω μια καρδιά μαρουλιού να την αντικαταστήσω με τη δική σου στη μνήμη μου. Τρυφερή, μαλακή, ζουμερή. Με ένα αίσθημα πικρίλας στο τέλος. Μεγάλωσες νομίζω. Κι εγώ μεγάλωσα, βλέπεις; Και απο σήμερα αποφάσισα να πίνω δάκρυα λιγότερες μέρες τη βδομάδα, έτσι θα φτιάξει η διάθεσή μου, έτσι μέχρι το καλοκαίρι θα είμαι γκομενάρα και θα φοράω το στρίνγκ μαγιό μου απενοχοποιημένα. Προς το παρόν πονάει η μήτρα μου. Είναι η μέρα της απόξεσης του ωαρίου. Σε πέτυχα πάλι να πηγαίνεις κόντρα στους φόβους σου. Πες την αλήθεια, δε φοβήθηκες για μια στιγμή μη σε θυμηθώ και σου μιλήσω; Δεν το ευχήθηκες ταυτόχρονα; Ανώμαλος είσαι τελικά. Και δεν ξέρεις πως να χειριστείς αυτό που θες. Ή δεν ξέρεις πως να μάθεις να θέλεις αυτό που χρόνια χειρίζεσαι. Σε λοξοκοίταξα. Και μετά γύρισα να σε δω  στα ίσια στο πρόσωπό. Πού πήγαν οι βλεφαρίδες σου; Τα χείλη σου πως πίκραιναν έτσι; Και φαντάσου, κάποτε ερωτεύτηκα το είναι σου. Και τώρα απλά τα μάτια σου είναι δυο μαύρες τρύπες. Ούτε καν δηλαδή...





...μη φοβάσαι ρε μαλάκα...
ποτέ δε γυρίζω σε κάτι
που απέρριψα...