21.1.09

Κρύβομαι κάτω από την ομπρέλα μου και στέλνω τα συναισθήματα μου στην ανακύκλωση. Όξινες σταγόνες καίνε τη θλίψη και της ανοίγουν τρύπες. Την κοιτώ μέχρι που τελικά γίνεται σκόνη κι εξαφανίζεται. Φυσάω πάνω της και τη σκορπίζω στον αέρα. Έχω αρκετό χώρο τώρα… μπορώ να τον γεμίσω με ό,τι θέλω…

Νιώθω μια κούραση. Όχι τωρινή. Συσσωρευμένη μέσα στην ψυχολογία μου κόβει βόλτες ανενόχλητη. Έχω την αίσθηση εκείνη που έχει κάποιος που ξυπνάει κουρασμένος. Αλλά εγώ την έχω όλη μέρα. Όλη μέρα νιώθω το σώμα μου λες και ξύπνησε πριν από πέντε λεπτά κουρασμένο. Κοιμάμαι πολύ, αλλά ακόμα και τα όνειρά μου με παιδεύουν. Η αίσθηση της Παρασκευής και η αναμονή της παντού στα όνειρά μου. Ανοίγω τα μάτια μου και η μέρα είναι Τετάρτη. Ακόμα Τετάρτη είναι. Η Παρασκευή μοιάζει να είναι χρόνια μετά.

Παρατηρώ τις στιγμές να φεύγουν κοιτάζοντας τα ίδια βλέμματα κάθε φορά. Τις ίδιες εικόνες. Τους ίδιους ανθρώπους. Μου λείπει το άρωμα μιας βροχής λυτρωτικής, η πολύχρωμη ζεστασιά του ουράνιου τόξου. Κρεμασμένη πάνω από ένα τηλέφωνο κάνω κούνια πάνω στο καλώδιό του και χαίρομαι σαν πεντάχρονη που εκείνη τη στιγμή τα έχει όλα. Πηδάω στον αέρα και πέφτω κάτω με τα γόνατα. Σκουπίσω την άμμο και πάω να γκρινιάξω λίγο, ίσα ίσα για να σου αποσπάσω την προσοχή. Κοιτάζω λίγο προς το πρόσωπό σου και σκοντάφτω για δεύτερη φορά αλλά τώρα πάνω στο χαμόγελό σου.

Με το σουγιά του πόθου μαχαιρώνω τον χρόνο, του κλέβω τα κλειδιά από την τσέπη κι απελευθερώνομαι. Περπατώ μέσα σε ονειρέματα και δίνω το τέλος που επιθυμώ η ίδια. Μπροστά στο τζάμι του νιπτήρα της κουζίνας σου ξεπλένω τα χέρια μου και τα σκουπίζω βιαστικά με την πετσέτα πριν έρθω να σε πιάσω. Κουρνιάζω μέσα σου και δίνω φιλί στο φιλί σου. Ένα αιώνιο φιλί. Από εκείνα που δεν έχουν αρχή και δε ξέρεις πότε να σταματήσεις. Από εκείνα που λαχταράς σαν ένα λεπτό ζωής ακόμα τη στιγμή λίγο πριν το τέλος. Το τέλος που θα πουλούσες και την ψυχή σου στο διάολο για ένα λεπτό ακόμα. Μια στερνή στιγμή. Από εκείνα που οι ανάσες μπερδεύονται και γίνονται μία. Από εκείνα που θα ευχόσουν να μην είχαν τελειώσει ποτέ ή να μην τα είχες ζήσει ποτέ γιατί τώρα ξέρεις, και σου λείπουν…

Η Γη έξω έχει τη μυρωδιά βρεγμένου χώματος, το χρώμα της θλίψης και τη γεύση της απόλαυσης. Απλώνω το χέρι να πιάσω την εικόνα και πέφτω πάνω στο υγρό και δροσερό τζάμι. Σα να σε είχα δει κάπου πίσω από τις τριανταφυλλιές, μα την ίδια στιγμή έγινες σταγόνα και γλίστρησες επιστρέφοντας στη πηγή σου. Πώς να πω πως όλα είναι στιγμές κι εσύ ξαναγύρισες στην κλεψύδρα σου; Έγινες κόκκος που κύλισες μαζί με τον χρόνο μου και χάθηκες μέσα σε μια αδηφάγα κινούμενη άμμο. Μα θα περιμένω να σε συναντήσω όταν ο χρόνος σταματήσει και το χέρι γυρίσει και πάλι την κλεψύδρα ανάποδα. Ραντεβού εκεί… εκεί που ο χρόνος αρχίζει ξανά…

Φωτό: http://fiale.deviantart.com/art/Sandglass-109126970
Τετάρτη 21/01/09 15.54