13.3.11

Τάσεις φυγής και αυτοκτονίας κι ένας φόβος κρεμασμένος στο πατζούρι του παραθύρου του παλιού σπιτιού της μάνας. Μια θυσία κομμένη από τη σπλήνα μου και ραμμένη από το συκώτι μου και η φωνή μου έχει τη γεύση του οδυρμού και κουφαίνει το μυαλό μου. Εσύ χτες βράδυ το ονόμασες φυγή. Εγώ το ονόμασα θυσία. Μία θυσία κομμένη από τη σπλήνα μου και ραμμένη από το συκώτι μου. Τα όνειρά μου γίνονται περίεργα, μου θυμίζουν λίγο τα όνειρα που είχα το δύο χιλιάδες επτά και ίσως και το έξι και ψάχνω στη παραλία της Χαλκιδικής αλλά θα έπρεπε να ψάχνω λίγο καλύτερα τα όνειρά μου. Κι έπειτα έρχεσαι να μου πεις πως είναι φυγή. Όχι, επιμένω δεν είναι φυγή, θυσία είναι και το θέμα είναι αν θες, εαυτέ, να την κάνεις ή όχι. Όχι; Τότε γιατί σκατά πας και μπλέκεσαι με αίματα; Αφού δε μπορείς τις αιμορραγίες! Όχι ανέκαθεν. Από τότε που ψυχορράγησες πρώτη φορά και είχες πει πως θα είναι η τελευταία. Θυμάσαι εαυτέ μου; Εκατό λίτρα αίματος ομάδας άλφα βήτα θετικό, αρνητικό, πολλαπλασιασμένο και διαιρεμένο με το δύο. Και μετά ποιος να σε κατηγορήσει που δε θες να αιμορραγήσεις ξανά; Και όταν σε αποκαλούν ‘‘φυγόμαχο’’ εσύ το λες ''αυτοάμυνα'' πατάς τα γέλια και χάνεσαι πίσω από τη διάφανη σκιά της Λήθης που είναι τόσο διάφανη που και η Λήθη παύει να υπάρχει κι έπειτα μετουσιώνεται στα μάτια μου κι ενσαρκώνεται μέσα από τα δικά σου  και όλα συμβαίνουν από την αρχή σαν να μην είχαν υπάρξει ποτέ και όχι δεν είναι φυγή, θυσία είναι. Σιχαίνομαι τις θυσίες. Θυσιασμένη αν σε αγαπάω σου δημιουργώ αίσθημα οφειλής κι εγώ δε θέλω να μου χρωστάς και να σου χρωστάω. Θέλω να πορευόμαστε και αν φοβάσαι τη φωτιά θα ανάβω εγώ το τζάκι τα βράδια με την προϋπόθεση να μη με αφήσεις ξανά να κουβαλήσω διακόσια ευρώ ψώνια από τον σούπερ μάρκετ μόνη μου, με την προϋπόθεση να μη με αφήσεις να στοιβάξω πεντακόσια κιλά ξύλα στο μπαλκόνι το ένα πάνω στο άλλο και τα παλιά από πάνω και τα χλωρά από κάτω γιατί τα παλιά παίρνουν εύκολα φωτιά ενώ τα καινούρια όχι γιατί είναι χλωρά και μέχρι να τα κάψουμε τα παλιά τα καινούρια θα έχουν παλιώσει. Στην τουαλέτα του Λυκείου μου έγραφε ένα απόφθεγμα «…ίσως εκείνος μέχρι να βρει το κουράγιο να σε αφήσει πληγώθηκε πολύ περισσότερο…» και από τέτοια αμπελοφιλοσοφήματα μπόλικα οι χέστρες αλλά καμιά φορά όταν γίνομαι λίγο μικρότερη από 16 τα θυμάμαι και θυμήθηκα πως κάποτε έγραψα κι εγώ με τον μαρκαδόρο κάτι για μια δολοφονική σταγόνα κι έπειτα έφαγα αποβολή γιατί με κάρφωσε η πουτάνα τη Λίνα. Αλλά χέστηκα. Ούτως ή άλλως κοπάνα θα έκανα εκείνη τη μέρα. Και τι λέγαμε; Ναι. Για τις θυσίες. Όχι εκείνες μισή ζωή πριν, τότε ήταν το πιο εύκολο πράγμα να θυματοποιώ τον εαυτό μου ήταν απολαυστικό όλοι τα είχαν καλά μαζί μου κι εγώ μαζί τους γιατί θύμα σε θέλει ο κόσμος όχι αυτάρκη, τους αυτάρκεις τους φοβάται. Έτσι μιλάω για τις θυσίες μισή ζωή μετά από εκείνη την αρρωστιάρα την θυματική.  Που δεν έγιναν ποτέ και ούτε θα γίνουν. Τώρα πια είμαι αυτάρκης. Και δε με νοιαζει να τα εχω καλα με όλους. Δε μου αρέσει να θυσιάζομαι. Σιχαίνομαι να θυσιάζομαι. Έτσι σου το υπόσχομαι πως δε θα φύγω πριν με διώξεις…


Σου το είχα πει πριν χρόνια... θυμάσαι;
Κυριακή 13/03/11 10.51