Βάλε τα καλά σου αγάπη μου. Θα
πάμε βόλτα ως την άκρη του κόσμου. Θα περπατήσουμε πάνω σε βουνά χιονισμένα με
άχνη. Εκεί που δεν υπάρχουν περίεργοι άνθρωποι να σε κοιτούν λοξά με το χέρι
στο στόμα να ψιθυρίζουν και μετά έρχονται καμουφλαρισμένοι σε φίλοι, λες και η Φιλία είναι στολή που τη φοράμε τις απόκριες. Δε θα υπάρχουν εκείνοι που σπεύδουν να χαρούν με τον πόνο σου. Ούτε εκείνοι που έρχονται να σε λυπηθούν λίγο πριν πεθάνεις. Δε θα ακούς ποτέ σου το "ψου ψου ψου" απο τα
χείλη των αναμάρτητων που κάνει τα πλήθη να μοιάζουν με σμήνη απο αλογόμυγες. Ο αέρας δε θα μυρίζει απο τη σαπίλα πεθαμένων ψυχών. Θα πάμε στη Χαλκιδική, θα περπατήσουμε στους δύο βαθμούς με υγρασία και δε θα
φοράμε τα ρούχα μας. Θα ανέβουμε τον Χολομώντα με στις μύτες των ποδιών μας. Θα
πάμε στο Καϊμάκτσαλαν να σου πετάξω χιονόμπαλες και μετά στο Πόζαρ να σε στολίσω
σταγόνες εξατμισμένες και ξαναγινομένες. Αγκάλιασέ με, κάνει παγωνιά έξω. Άναψε
το τζάκι να ανάψω το τσιγάρο μου. Μπορείς να σταθείς απέναντί μου στάζοντας
έρωτα για μένα ικανοποιώντας την υπεροψία μου. Να θυμάσαι πως πάντα θα θέλουν
να κλέψουν τις σκέψεις, τη φιλοσοφία και τις ιδεολογίες σου τα μυαλά χορτασμένα
απο ημιμάθεια. Το πανέμορφο οξυδερκές μυαλό σου. Μη γίνεις ποτέ σαν τους άλλους
που μυρίζουν δηθενιά απο χιλιόμετρα. Μη γίνεις ούτε σαν εμένα που οι
θυμοαποθήκες μου έχουν αποθέματα. Μόνο τις νύχτες να πλαγιάζεις δίπλα μου. Να ακούω
την αναπνοή σου και να ονειρεύομαι τη Χώρα των Θαυμάτων. Θα τσουλήσουμε παρέα ως
την άκρη της λαγουδότρυπας. Δε θα ξεχάσω να σου πω το πρωί που θα ξυπνήσεις το
φιλί μου. Θα θαυμάσω για λίγο τα κλεισμένα σου μουρμουρητά και θα θυμηθώ απο
την αρχή το πώς είναι μια καινούρια ζωή χωρίς μελλούμενα και καθωσπρεπισμούς.
Θα γίνω χυδαία για να ακούω τα βογκητά σου να σπαράζουν πάνω μου και να
κατασπαράζουν οτιδήποτε δεν είναι αναμάρτητο. Θέλω να έρθεις και να στάξεις
πάνω μου. Κι έπειτα αμαρτωλά φτιαγμένη απο χώμα και νερό θα γεννηθώ με την πνοή
του οργασμού σου. Αγκάλιασέ με και πάρε με να φύγουμε απο 'δω. Μόνο να φύγουμε
απο 'δω αγάπη μου...
πάμε...