29.5.09

Κρύβω μέσα μου ένα αιώνιο παιδί. Τραγουδάει τα πρωινά και μέχρι να μεσιμεριάσει έχει ξεσπάσει στο στομάχι μου. Ό,τι και αν το ρωτήσεις θα σου πει κόκκινο. Περιμένει τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες για να μου πει πως τώρα που μεγάλωσε κι άλλο έχει περισσότερες απαιτήσεις. Κι εγώ περιμένω άλλες τόσες για να του την ‘‘πω’’. Συνήθως μιλάμε μόνο εκείνη τη μέρα. Τις υπόλοιπες μου κρατάει μούτρα κι εγώ κάνω πως δε καταλαβαίνω πως τελικά είμαστε δυο.
Έχει δυο βράδυα συνεχόμενα που κάνω διακοπές στο μπροστά μπαλκόνι. Ανάβω ένα κερί για τα κουνούπια και μια δάδα που η φλόγα της φτάνει ως τον ουρανό και τον καίει. Προχτες έβαλα φουξ μαργαρίτες στα νύχια μου που δεν υπάρχουν. Και χτες έπιασα τον αφαλό μου και αναγούλιασα.
Περιμένω επισκέψεις το Σαββατοκύριακο που ακόμα και αν έκαναν την εκδρομή μου να πάρει τα πράγματα της και να πάει περίπατο, αυτές τις επισκέψεις τις περιμένω πάντα στο παράθυρο μπροστά. Θα βρέχει, λέει. Κι εγώ με ‘σένα θα βάζω τις κουρτίνες στα παράθυρα και θα φτιάξω τη σοφίτα.
Σήμερα το πρωί κοιμάμαι απο χτες το απόγευμα. Άνοιξα τα μάτια μου και κατάλαβα πως τελικά η βροχή είναι ο πιο συνεπής καλεσμένος μου. Έσταξε στα τζάμια μου να με ξυπνήσει κι εγώ έτρεξα τρέχοντας στο παράθυρο να της ανοίξω κι αισθάνομαι ντροπή που την άφησα να περιμένει απο έξω όσο εγώ κοιμόμουνα. Την είδα να πέφτει μαλακή πάνω στα μαρμάρινα περβάζια και τα πράσινα κάγκελα. Ξεπλένει τα πλακάκια στο μπαλκόνι μου, πότίζει τα λουλούδια μου, κάνει τη ζωή μου πιο εύκολη απο πριν και τη διάθεσή μου υγρή. Ανεβαίνω στι σοφίτα και ακούγεται το περπάτημά της πάνω στη σκεπή και προσπαθώ να θυμηθώ αν έτυχε ποτέ και πότε να ακούσω ξανά τα βήματά της πάνω σε κεραμύδια αλλά η ώρα πέρασε κι εγώ ακόμα δε βρήκα ανάμνηση που να ζωντανεύει πεθαμένες αναμνήσεις. Όχι, δε φταις ούτε κι εσύ ֹτι να κάνεις μέσα σε μια ζωή δεκαετίας που ζούσε πολλές πόλεις μακριά;

Φεύγω...
Φωτό: http://www.deviantart.com/print/2624289/?itemids=&itemtypeids=
Παρασκευή 29/05/09 09.52

20.5.09


Έχω στερέψει εντελώς. Χτίζω μια γέφυρα απο το ιερό της ψυχής μου μέχρι το αχούρι του μυαλού μου και κόβω στείρες βόλτες. Το λευκό της ψυχής μπαίνει στην ίδια πλύση με το μαύρο της σκοτεινής πλευράς μου και ξαφνικά μετατρέπονται όλα σε ένα τρισάθλιο γρι. Ψάχνω να βρω γιατί κλαίω μα δε μπορώ να καταλάβω ούτε κι εγώ η ίδια απο που προέρχομαι. Βουβαίνομαι και περιμένω να σταματήσω να κλαίω.

Το κλάμα μου μετατρέπεται σε χειμαρώδη βροχή που κατάπνιξε χτες βράδυ όλες μου τις λύπες. Τα μπαλκόνια γέμισαν με νερό και τα δάχτυλα των ποδιών μου κρύωσαν. Έστριψα ένα τσιγάρο να απολαύσω τις αστραπές που έκαναν τη νύχτα μέρα και σκεφτόμουν πως έχω να δω τέτοιο πράγμα απο τότε που ήμουν έφηβη και την έβγαζα στο χωριό. Ανάμεσα στις πολυκατοικίες δε φτάνει το φως. Αστραπές και βροντές. Φως μεσα στην κατασκοτεινιά. Κι εγώ στο μπαλκόνι. Κι εσύ στο γραφείο. Κι εγώ στην καρέκλα. Κι εσύ να με κοιτάς και να χαμογελάς. Ξέρεις πως είμαι. Είμαι υπέροχα κι ας μη μου φαίνεται διόλου μέσα στη σιωπή του λόγου μου.

Κουράστηκα σήμερα. Κουράστηκα να παίζω μόνη με τις κούκλες μου κι εμένα να μη με παίζει κανείς. Όχι, δε φταίνε οι άλλοι, αλλά και με τον εαυτό μου κουράζομαι πολλές φορές που θέλει αυτά κι έπειτα τα αναθεωρεί και τα πετάει στα σκουπίδια τσαλακώνοντας τα θέλω μέσα στις παλάμες. Ακόμα και την γκρίνια μου βαρέθηκα. Εσύ αλήθεια, πως με αντέχεις ακόμα;

Εσύ είσαι άλλο. Είσαι ο καλύτερος φίλος μου. Κάθεσαι στον καναπέ απέναντί μου και μου ανοίγεις συζήτηση περι ανέμων και υδάτων γιατί ξέρεις πόσο πολύ έχω ανάγκη απο επικοινωνία. Είσαι ο εραστής μου που τα βράδια πέρνει το στήθος μου στην παλάμη του καθώς με αγκαλιάζει για να κοιμηθεί. Κι εγώ μικρή σαν ξωτικό απλά κουρνιάζω μέσα σου κάθε που οι κεραυνοί πέφτουν δίπλα στο σπίτι μας με φωνή...

Φωτό: http://iza87.deviantart.com/art/Storm-91803187
Τρίτη 19/05/09 13.32

18.5.09

Η ώρα πήγε τόσο που βαριέμαι. Ακόμα και να κρατήσω την υπόσχεσή μου για σιδέρωμα. Χίλιοι τόνοι απο αυτά τα άψυχα που έχουν όμως φωνή και τα ακούω μέσα στο κεφάλι μου προσπαθούν να δραπετευσουν μέσα απο τη ντουλάπα και να πάνε στα συρτάρια τους τακτοποιημένα, μα βαριέμαι.
Ήρθε η Ρούλα σήμερα κι εγώ θα πάω για καφέ μαζί της ατο Πανόραμα μαζί με τη Ντίνα. Μπορεί, λέει, να έρθει και ο σπόρος και μια που είπα σπόρος να σου πω πως ο Σοφοκλής, αν και ο πιο μικρός απο όλους, έγινε ο πιο μάγκας εκει μέσα. Τον βλέπω καθώς κόβει βόλτες ανάμεσα στις μπουρμπουλίθρες οξυγόνου να κάνει τούμπες. Ο Μπόμπος βγήκε απο το πυθάρι του λίγο και για μια στιγμή τις προάλλες μου θύμισε τον Διογένη.
Μετά τη χθεσινοβράδυνή μπόρα το μυαλό μου πλυμμύρισε κι εγώ προσπαθώ να μαζέψω τα πάντα με σφουγγαρόπανο. Οι φακές βράζουν και χύνονται όλες πάνω στην κεραμική κι εγώ παρατάω τη τεμπελιά μου στο μπράτσο της διπλανής πολυθρόνας και σηκώνομαι σαν ελατήριο. Επιστέφω πίσω και βρίσκω τη τεμπελιά μου μούσκεμα απο τα λιμνάζοντα νερά μιας βόλτας βροχερής που κράτησε απο χτες το βράδυ που έφυγα μέχρι σήμερα το πρωί που γύρισα. Έφυγα... γύρισα...
Μια μπλούζα σου μακό το έσκασε απο το ανοιχτό φύλο της ντουλάπας και τρέχει στο σαλόνι. Την πιάνω με κόπο και της λέω πως κέρδισε. Ξεκινώ σιδέρωμα...

Δευτέρα 18/05/09 13.30
Φωτό: http://mademoiselle-phoenix.deviantart.com/art/To-Wish-Impossible-Things-89037158

15.5.09



Νύχτα Πέμπτης και δυο λέξεις που αρχίζουν από γάμμα και από κάπα γίνονται βροχή και με μουσκεύουν ως το μεδούλι. Μια μελανιά στο μπράτσο μου έρχεται πάνω από το κεφάλι μου και ψέλνει μοιρολόγια στο όνομα μιας απόφασης σκληρής που αναθεωρήθηκε λόγω ανεπάρκειας αντοχής της μοναξιάς. Τα δάχτυλα βουτούν στις κόγχες των ματιών να ξεπλένουν τις ρόγες τους κι έπειτα σεργιανούν στη ραχοκοκαλιά μου και κρυώνω. Μια κραυγή στέκεται όρθια μπροστά μου βουβή και ανακαλύπτω πως δε γίνεται να φύγω μακριά και χώνομαι στην αγκαλιά.
Ένα στοίχημα που έβαλα στις 18.30 το απόγευμα του Σαββάτου που λίγα λεπτά αργότερα το έχασα και θύμωσα χαμογελαστά. Ένας καφές που έταξα να κάνω αλλά δεν έκανα ποτέ εκείνη τη μέρα. Δυο παρτίδες τάβλι που έμειναν στη μέση και τις χρωστάει ο ένας στον άλλο κάθε μέρα από εκείνη.
Δυο καλημέρες κι ένα φιλί στον ώμο μου. Ένα χαμόγελο. Κι ένας έρωτας. Και μια πνοή. Κι ένα χάδι.
Κάθομαι στο μπαλκόνι. Μόνη για πρώτη φορά η ώρα είναι 23.54 κι εγώ ακούω ένα τραγούδι που είχα τόσο καιρό να το ακούσω που το είχα ξεχάσει. Κάνω ανασκόπηση της ζωής που άφησα πριν λίγες μέρες στο σαλόνι του παλιού μου σπιτιού και αισθάνομαι πως μεγάλωσα. Το είχα νιώσει και παλιότερα αυτό, αλλά πήρα ένα παυσίπονο χρόνου και μου πέρασε. Ήρθαν μέρες που βίωσα την απόλυτη δυστυχία. Διάλεξα τα λάθη μου ένα ένα, νιώθω λίγη μοναξιά και παγώνει το σώμα μου. Πονώ στο μυαλό και στις λέξεις που αρχίζουν από γάμμα και από κάπα. Τα δάχτυλα μουδιάζουν λες και τα είχα για διακόσια είκοσι πέντε λεπτά μέσα στην κατάψυξη. Η ανασκόπηση καμιά φορά είναι χάλια.
Δεν είναι πως κουράστηκα, αλλά να, οι πατούσες μου πονάνε σαν πληγή. Ήθελα να κλάψω σήμερα, να κλάψω πολύ, να βρίσω, να ουρλιάξω μα με σταμάτησες. Δεν έβγαλα όλα όσα ήθελαν να βγουν από μέσα μου μα νομίζω πως ίσως να είναι καλύτερα έτσι. Όταν έρθεις θα σου κάνω καντάδα στις τρεις το πρωί για να γελάς στα όνειρά σου. Θα σπας πλάκα με τα μάτια κλειστά όσο εγώ θα τραγουδώ παράφωνα ένα τραγούδι που το πρωί δε θ υπάρχει.
Θέλω να μου φτιάξεις τη σοφίτα…

Φωτό: http://razzzz.deviantart.com/art/spring-104323144
Παρασκευή 15/05/09 16.03