14.7.11

Τζαμάικα

Ο αέρας μου, μυρίζει καυσαέριο νταλίκας και μπούχτισα γι’ αυτό και προσπέρασα πάνω σε διπλή γραμμή αντικανονικά κι επικίνδυνα ρισκάροντας να χάσω τα πάντα. Είναι πάντα πιο σημαντικό να αναπνέω. Μετράω το χρόνο με σβησμένα φεγγάρια και σήμερα χάθηκα λίγο πριν προσπεράσω το σχεδόν γεμάτο φεγγάρι αναρωτώντας πότε σου είπα να πως μοιάζει με νεραϊδοφέγγαρο. Μια στη χάση και μια στη φέξη θυμάμαι να μετρηθώ με τον χρόνο και αυτό είναι εξυπηρετικό και για μένα και γι αυτόν  γιατί έτσι ο ένας ξεχνάει την ύπαρξη του άλλου. Το σώμα μου μετράει μέρες δεύτερης αποβολής λιγότερο επώδυνης και περισσότερο ηττημένης από την πρώτη. Νιώθω να ανησυχώ χωρίς προφανή λόγο, τόσο ώστε δεν ελέγχω τις αισθήσεις μου και το ασημί συμβατικό μη συμβατικό, κατά προσωπικότητα, βόλκς βάγκεν μου πηγαίνει μηχανικά και μόνο του. Το ασημί στο αμάξι είναι χειρότερο από το σκατουλί.
Νιώθω κάτι στο στήθος μου που δε μοιάζει με βάρος αλλά με πνίγει. Απόψε ήθελα να είχα ένα μαγικό ''κάτι'' για να με εξαφανίσει κι έπειτα να πάρω υπόσταση από την αρχή γινομένη από λάσπη και ανάσα. Το γκάζι μου πιάνει τα όρια της σκέψης μου και φρενάρω απότομα λίγο πριν πέσω στην κολώνα του αδιέξοδου και σκοτωθώ. Στο πίσω μέρος του αμαξιού μου υπάρχει η μαύρη μπαντάνα από το δεύτερο μπάνιο μου. Αλλοιώνομαι από τη ζέστη και χαλάω και περιμένω κάποιος να με μυρίσει και να με πετάξει στα σκουπίδια για να ανακυκλωθώ. Να επανέλθω έχοντας να ζήσω μια ακόμα ζωή παράγωγο της τωρινής. Μια ευκαιρία για να θέσω από την αρχή όλες τις θεωρίες συνομωσίας μου ξεκινώντας με ένα απλό  ‘‘Τί θα γινόταν αν…’’ και να ζήσω αντίστροφά από τώρα για να δω πως θα ήμουν σε περίπτωση που έκανα τις αντίθετες επιλογές από αυτές που έκανα ως τώρα. Μια ακόμα ζωή να τη σπαταλήσω στην περιέργεια κι έπειτα να έρθει η επόμενη και η επόμενη και η επόμενη μέχρι να γίνω μόριο σκόνης που θα έχω εκπληρώσει τον στόχο της ύπαρξής μου. Να ζήσω απλά σαν μόριο σε κβαντικό επίπεδο εκεί που τίποτα δεν είναι δεδομένο και όλα μπορούν να συμβούν. Να πίνω ποτό στο κλαμπ των κβάντων να φλερτάρω με τα γλουόνια κι τα βαρυόνια, να πάλλομαι με τις χορδές των έγχορδων των ανύπαρκτων.
Από χτες το βράδυ έγινε σήμερα το πρωί και συνεχίζω να γράφω στο ίδιο χαρτί διαφορετικές σκέψεις. Ο αέρας δε μυρίζει πια καυσαέριο νταλίκας, μυρίζει κάτι σαν εργοστασιακά απόβλητα και κάνει θόρυβο. Έχω κλείσει την μπαλκονόπορτα και τώρα μυρίζει αγχόνη και λιγοστεύω ως ποσότητα. Και όταν γίνω ξανά κουάρκ δε θα μπορείς πια να με εντοπίσεις.
-Δε μου κάνουν εντύπωση τα παράγωγα που συντηρείτε. Είστε πιο ανάγωγη από αυτά. Δε μπορείτε να με ενοχλήσετε, είστε ανύπαρκτη. Όχι, όχι… δεν φώναξα αρκετά για να με ακούσετε μάλλον, συγνώμη. Δεν είπα Αδιάφορη. Ανύπαρκτη είπα. Αν αποκτήσετε ποτέ σας υπόσταση, τότε ίσως καταφέρετε να μου γίνετε και αδιάφορη. Και κανένα δικό σας παράγωγο δε μπορεί να με ενοχλήσει. Τα παράγωγα σας ξέρουν να βαδίζουν καλά πάνω στα βήματα της δική σας ανυπαρξίας. Καλό σας απόγευμα…
Κι έπειτα ξύπνησα και ουτε που θυμάμαι πια και σε ποια άνηκε αυτό το οργισμένο βλέμμα γεμάτο τίποτα. Παλιάνθρωποι και υπάνθρωποι προσπαθούν να πληγώσουν οι μεν τους δε αλλά υπαρχουν και οι λιγότερο αναλώσιμοι που δεν σπαταλούν την ύπαρξή τους ασχολούμενοι με πράγματα που δε τους αφορούν, γιατί το θεωρούν χάσιμο χρόνου.
Δε μπορεί να με πληγώσει η κοινωνία σας. Ουτε όσοι την απαρτίζετε πεισματικά και τη συντηρείτε χωρίς να σας αρέσει ή χωρίς να ξέρετε αν σας αρέσει. Πρώτη φορά μιλάω χωρίς εμένα για εσάς γιατί υποσχέθηκα στον μπαμπά να αλλάξω τον κόσμο μου. Σας φιλώ ειρωνικά στο μάγουλο για να νιώθετε κάποιοι κι έπειτα εξαφανίζεστε χωρίς να έχετε υπάρξει ποτέ. Φτιάχνω τον μικρόκοσμό μου που όποιος εισέρχεται θα περνάει από face control και μόνο όσοι έχουν χρώμα θα εισέρχονται. Κι εσείς μικρούτσικα και μικρόψυχα άψυχα και άχρωμα ανθρωποειδή ανδρείκελα ξου! Έξω από εδώ! Πάρτε όλοι τον πούλο και αφήστε με ήσυχη! Θα ζήσω με όσους εκτιμώ και αγαπάω. Και όσοι με εκτιμούν και μ’ αγαπούν θα ζήσουν μαζί μου.
Στην τηλεόραση ο τύπος δε βάζει νερό στο ταψί που κάνει τα γεμιστά. Την επόμενη θα δεις, ούτε εγω θα βάλω κι έτσι θα ελπίζω να γίνουν νοστιμότερα. Θέλω να κάνω δουλειές πάνω στη σοφίτα και αρνούμαι. Ζεσταίνομαι και το τηλεχειριστήριο του κλιματιστικού δε το βρήκα ακόμα. Σήμερα που έχασα ένα κιλό έβαλα μίνι φούστα ως κώλο μου και πήγα στο σουπερ μάρκετ και το διασκέδασα πολύ. Είχα χρόνια να ντυθώ σαν ξέκωλο κι ενώ το απολάμβανα, ένιωθα περίεργα μέσα στο μικροσκοπικό μπλε φορεματάκι και αποφάσισα πως δε θα το ξαναβάλω γιατί μέσα στα μικροσκοπικά νιώθω ακίνητη και τα μπούτια μου ιδρώνουν και χάνω την αίσθηση της αισθησιακής υγρασίας από εκείνη του νερού του σώματος.  
Και οι ώρες πέρασαν και τελικά καθάρισα τη σοφίτα, σκούπισα, σφουγγάρισα και ξεσκόνισα, έβγαλα τα ριχτάρια και άπλωσα κουρελούδες. Και μετά αναρωτήθηκα πως είναι οι γυναίκες κουρελούδες γιατί μια φορά είχα ακούσει έναν άντρα να αποκαλεί μια γυναίκα κουρελού και μου ήρθε κατευθείαν το χαλί στο νου, και λίγο το χωρίο. Πάνω μυρίζει πασχαλιές κι ενώ είναι το αγαπημένο μου δωμάτιο ανεβαίνω με τα φεγγάρια όταν ο χρόνος κι εγώ αντιλαμβανόμαστε ο ένας την υπόσταση του άλλου. Θα ήθελα να μετακομίσω εκεί πάνω και να μείνω σαν μονωτικό υλικό ανάμεσα στα κεραμίδια και στα ξύλα. Να αλλάξω για λίγο τη ροή της ζωής μου και να κρατάω δροσιά ή ζέστη ανάλογα με αυτό που νιώθω και όταν ειμαι παγωμένη να κλείνεις τις πόρτες γιατί γίνομαι κλιματιστικό και μάλιστα χωρίς τηλεχειριστήριο να με ψάχνεις….

Θα φάω όσο καρπούζι
χρειάζεται
Μέχρι να σκάσουν 
τα κύτταρα μου
Να βγάλουν το 
νερό τους
Για να 
ξεδιψάσω 
την ατονία
μου…