7.3.11

Να πεις τον Άγιο Βασίλη να μου φέρει τη λαγάνα. Πάνω στο χριστουγεννιάτικο δέντρο θα ρίξω μπάλες από ταραμά κι έπειτα θα πασπαλίσω με χαλβά την κορυφή να μοιάζει το πιο χιονισμένο έλατο της πόλης. Τα λαμπάκια τα έσβησες; Και ο τάρανδος; Είναι κρεμασμένος έξω από την πόρτα ή έφυγε από την σκεπή; Σβήσε το τζάκι. Θα έρθει ο Αη Βασίλης να μου φέρει το δώρο μου. Στο μπαλκόνι θα φτιάξω έναν χιονάνθρωπο και το καρότο που θα έβαζα στη σαλάτα θα το κάνω μύτη του. Θα του δώσω να φορέσει το κασκόλ που φορούσα την πρώτη του Μάρτη και θα βάλω έναν Μάρτη στο χέρι του. Μοιάζει αλλόκοτος αυτός ο καιρός. Τα πάντα αρρωσταίνουν. Είναι γοητευτικά, αλλά αρρωσταίνουν. Ακόμα και μερικές Χιονονεράιδες ήταν γριπωμένες σήμερα και πέφτανε με μάσκα από τον ουρανό. Μπορείς να μιλήσεις μαζί τους αρκεί να φοράς κι εσύ μάσκα να μη σε αρρωστήσουν. Θες να τις φιλήσεις στο στόμα, το ξέρω, αλλά αν το κάνεις εκείνες πεθαίνουν. Λιώνουν και χάνονται κι έτσι δε θα μπορέσεις ποτέ να μάθεις τις εμπειρίες από το ταξίδι που έκαναν από το σύννεφο ως τις βλεφαρίδες σου. Και τότε θα μου πεις πως υπάρχουν μυστικά αλλά δε θα σε πιστεύει κανείς.
Σήμερα κάθισα πολύ ώρα έξω στο παγκάκι. Ώρα… ώρες! Μούδιαζα από το κρύο κι έπειτα παρέλυσε η αίσθηση της αφής κι έπαψα να νιώθω. Απολάμβανα τον Χειμώνα στην απαρχή της Άνοιξης αλλά δε θα ονομάσω την Άνοιξη Χειμώνα προσπαθώντας να καλύψω τις ανασφάλειές που έχω όταν σκέφτομαι πολύ. Το ξέρω πως δε θα μπορέσεις να κρατήσεις τη νιφάδα στην παλάμη σου αλλά μπορείς να τη λιώσεις στα χείλη σου και να πάρεις την τελευταία πνοή της πριν εκείνη σου ορκιστεί αιώνια αγάπη λιώνοντας κι εξατμίζοντας την ύπαρξή της στο δέρμα σου. Κι έπειτα; Θα κουβαλήσεις τη σταγόνα της πάνω σου για πάντα; Είδες; Πάλι σκέφτομαι…
Τα πάντα έξω έχουν μια υπέροχη μονοτονία. Από εκείνες τις μονοτονίες που με κάνουν να χάνομαι. Στα στενά της Ισπανίας και στο σπίτι κάπου στην Ανατολή που είχα τις προάλλες στο όνειρό μου. Είναι που τελευταία προσπαθώ να θυμηθώ τις προηγούμενες ζωές μου. ο εαυτός μου χωρίζεται από τον εαυτό μου και ο ένας προσπαθεί έντεχνα να αρπάξει τον άλλο τον άλλο και στο τέλος το μυαλό μου κολλάει και προσπαθώ να καταλάβω τα ακατανόητα αλλά αποφάσισα πως δεν υπάρχει μεγαλύτερη μαλακία από αυτή δεδομένου ότι τα ακατανόητα δε μπορούν να κατανοηθούν και χάνω το κομμάτι του μαγικού εαυτού. Αυτά συζητούσε το μεσημέρι ο ένας με τον άλλο. βρέθηκαν και οι δύο δίπλα στο κεφάλι μου να καυγαδίζουν και το στομάχι μου κόντεψε να βγει από το στόμα μου από την ένταση και τις φωνές. Ο ένας αποκαλούσε τον άλλο ‘‘Είσαι ηλίθια!’’ και πλακωνόντουσαν μέχρι να ματώσουν. Μέχρι που έβγαλα τη φωνή τους από το στόμα μου και τότε ηρέμησαν όλα. Ακόμα και το στομάχι μου. Χτες έβγαλα τα έντερά μου τη λεκάνη της τουαλέτας και το κεφάλι μου κόντευε να εκτοξευτεί στα πλακάκια του μπάνιου. Τ’ αυτιά μου βούλωσαν το πρόσωπό μου γέμισε αίματα από σπασμένα αγγεία που πρωί προσπάθησα να κολλήσω με ντουραπόρ κι έτσι η βλάβη αποκαταστάθηκε πριν εξελιχτεί σε εσωτερική αιμορραγία και πεθάνω. Και δεν είμαι σε φάση φευγιού αυτή την περίοδο. Αν με ρωτούσες άλλη ώρα μπορεί να σου έλεγα διαφορετικά πράγματα. Αλλά τώρα όχι.
Θα ήθελα να μπορούσα να πω περισσότερα αλλά ο Άη Βασίλης προσπαθεί να χωρέσει από την καμινάδα μου κι αφήνω μερικές κυψελίδες πνευμόνων μου  φυσώντας να σβήσουν τα ξύλα από το τζάκι….


Χιονίζει αταματητα...
Απολαμβάνεις τη θέα απο το παράθυρο;
Σφιξε μου το χερι... ξερεις πως...