18.11.11

Αιμοκάθαρση

Ο κόσμος γεμίζει σκιές ή πάντα τις είχε κι εγώ τις παρατηρώ τώρα από το παράθυρο της κουζίνας μου. Βλέπω ήλιους που και που και τυφλώνομαι και προσπαθώ να βρω κάτι γυαλιά ηλίου δικά σου-μου αλλά μάλλον τα πήρες εσύ επειδή έχασες τα δικά σου. Το μυαλό μου γυρίζει πότε δεξιόστροφα και πότε αριστερόστροφα και πρόσφατα έμαθα πως η θηλυκή μου πλευρά δεν ενηλικιώθηκε ακόμα και φοβάται. Εντάξει. Το παραδέχομαι. Μου έφυγε η μαγκιά και ξεθύμωσα. Με παρατηρείς; Είμαι ήρεμη και η Στέλλα χτες μου είπε πως το πρόσωπό μου φαίνεται πιο λαμπερό και πιο γλυκό και γέλασα γιατί νιώθω γριά εξαθλιωμένη. "Κι όμως, γλύκαινες" μου απάντησε και μάλλον αφορούσε το γεγονός πως πια συνειδητοποίησα τους απεγνωσμένους φόβους μου χωρίς ακόμα να εντοπίσω το πόσο συγκεκριμένοι είναι. Κουρνιάζω σε γωνιές που άλλοι τις θεωρούν φυλακές αλλά για μένα είναι το καταφύγιό μου. Πρέπει να αποχωριστώ και να αποχωρίσω. Θέλει αρχίδια για να το κάνω αυτό αλλά λέω να μη τα αγοράσω γιατί είμαι Γυναίκα και ο Άντρας μέσα μου πνίγει με τα ίδια του τα χέρια τη Γυναίκα που είμαι και αρκετά με αυτή την μάχη μέσα μου που τόσα χρόνια το μόνο που κατάφερε ήταν να με καταπιεί με αργές γουλιές ανεπαίσθητες και ύπουλες.
-Πονάω…
-Είσαι δυνατή!
-Δεν αντέχω άλλο, εξαντλήθηκα…
-Σπρώξε! Πρέπει να βγει από μέσα το πεθαμένο έμβρυο!
-Πόσο αίμα έχασα; Δεν αντέχω άλλο σου λέω.. δεν αντέχω…
-Κουράγιο! Σπρώξε να βγουν τα κομμάτια από μέσα σου. Έλα κορίτσι μου σπρώξε μη τα παρατάς!
Ουρλιάζω….
-Σπρώξε!
Πέρασαν μερικές ώρες όσο το σώμα μου ξερνούσε ότι του ήταν άχρηστο. Γέμισα παντού αίμα, κόκκινο πεντακάθαρο αίμα. Το σώμα μου έκανε έναν ενδοκολπικό εμετό κι έπειτα έκλαιγα από εξάντληση.
-Nimisha; Νιώθω κενή…
-Τέλεια! Πάντα όταν κάτι φεύγει αφήνει κενό για να έρθει κάτι καινούριο μικρή μου…
-Δημήτρη; Πονάω… αιμορραγώ πολύ και φοβάμαι…
-Τέλεια κορίτσι μου! Συνέχισε! Μια δυο ώρες έμειναν… έλα! Συνέχισε! Είναι τέλειο αυτό που συμβαίνει! 
Μα είστε όλοι βλαμμένοι; Που βλέπετε την τελειότητα; Μετά από μία μέρα κατάλαβα την τελειότητα όταν ο υπέρηχος με βρήκε άδεια από κάθε τι που δεν έπρεπε να έχω. Η μήτρα μου είναι πια πεντακάθαρη να φιλοξενήσει ξανά ζωή αν ποτέ η ζωή της το επιτρέψει. Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση είχα το μυαλό να καταλάβω πόσο τυχερή είμαι. Εγώ το περίμενα, το επιδίωκα. Υπάρχουν κι εκείνες οι γυναίκες που δε το περιμένουν, δε το ξέρουν και τις συμβαίνει μια αποβολή σαν τη δική μου και είναι ακόμα πιο σκληρό. Πόσο τυχερή στάθηκα. Ένιωθα ευγνωμοσύνη μέσα στο αίμα που κυλούσε ανάμεσα στα πόδια μου που δεν ήμουν σαν τις άλλες τις γυναίκες γιατί θα με είχε πιάσει πανικός. Είναι σκληρό να βλέπεις τη ζωή που ήταν μέσα στα σπλάχνα να βγαίνει σε κομμάτια. Ακόμα πιο σκληρό είναι να μη το περιμένεις.
-Κλαίς;
-Μη πάθεις τίποτα σε παρακαλώ…
-Μη κλαίς. Θα τα καταφέρω. Θέλω να ξαπλώσω. Νομίζω τελείωσε.
-Μη πάθεις τίποτα…
-…
-Σε παρακαλώ, μη πάθεις τίποτα…
-…
-Μίλα μου…
-…
-Μη κλείνεις τα μάτια σου! Μη κοιμάσαι! Σε παρακαλώ, μείνε ξύπνια! Άνοιξε τα μάτια σου! Μη πάθεις τίποτα… σε ικετεύω…
-Βρέχεις;
-Όχι… μη πάθεις τίποτα… είσαι δυνατή και θα τα καταφέρεις, ναι;
-Ναι…



Λαμβάνω τα χαρτάκια στο τραπέζι που τρώγαμε. Δε σου απαντώ. Ποτέ δε σου απαντώ τελευταία. Και ούτε και στο τηλέφωνο θα σου τονίσω κάτι. Βρήκα τον τρόπο και είμαι εδώ χωρίς να είμαι και λυτρώνομαι. Ξέρω τα λάθη μου. Και θα βρω κι άλλα ίσως. Δεν είναι λάθη που αφορούν μόνο εσένα, είναι λάθη που αφορούν το σύνολο, γιατί η προσωπικότητα του καθένα οδηγεί σε λάθη και, όχι μεμονωμένα αλλά στο σύνολο. Θα μπορούσα να σου φέρω αντίλογο, αλλά δε θα το κάνω. Δε με νοιάζει να σου πω που φταις. Αν θες ανακάλυψέ το μόνος σου. Αν δε θες, μη το κάνεις ποτέ. Είναι κάτι που εμένα δε θα με κάνει ούτε καλύτερη ούτε χειρότερη. Αλλάζω λες. Είδες πόσο αλλάζω; Δε σε κατηγορώ πια. Όχι πως δε μπορώ, αλλά δε θέλω. Δεν έχει να μου προσφέρει τίποτα το να σε κατηγορήσω. Διαπίστωσα όλα αυτά τα χρόνια δίπλα σου πως όσες φορές κατηγορήσαμε ο ένας τον άλλο το μόνο που καταφέρναμε ήταν να πληγώνουμε ο ένας τον άλλο, να ασχολούμαστε ο ένας με τον άλλο, να μην ασχολούμαστε ποτέ με τα μούτρα μας ο καθένας, αλλά μόνο με τον άλλο και αυτό οδήγησε στην στασιμότητα. Είναι αυτό που σου έλεγα χτες. Δεν ψάξαμε να βρούμε, δε βρήκαμε, δεν μάθαμε τα λάθη, δε τα διορθώσαμε, δεν γίναμε καλύτεροι. Θεωρείς πως όλο αυτό ανάμεσα μας έγινε επειδή εγώ έψαξα. Δε θα σου αποδείξω ποτέ πως πιστεύω πως όλο αυτό έγινε επειδή δεν ψάξαμε κι εγώ κι εσύ αρκετά. Η ζωή μας κύλισε όμορφα πολύ, αλλά όχι αρκετά όμορφα μάλλον για να μείνει όρθια, ή να το πω αλλιώς η ζωή μας κύλισε όμορφα αλλά οι άσχημες στιγμές, εκείνες που δερνόμασταν, εκείνες που με έπιανε κρίση υστερίας, που με έπιανε δύσπνοια και ξάπλωνα στο πάτωμα ανάσκελα να πάρω αέρα, εκείνες που ο ένας μάτωνε τον άλλο -στα πλαίσια της αγάπης πάντα- ήταν πιο δυνατές και κατάπιναν τις υπόλοιπες. Από την πρώτη στιγμή, θυμάσαι; Μια ζωή να αποδείξουμε ποιος έχει δίκιο, μια ζωή να αποδείξουμε πως ο άλλος έχει λάθος και πως ο καθένας για τον εαυτό του είναι ο σωστός. Βγάλαμε όλο μένος ο ένας στο άλλον που διέθετε και πολύ λυπηρό, δεν ήξερε καν πως διαθέτει. Ή ας μιλήσω για τον εαυτό μου, δεν ήξερα πως μπορούσα να γίνω αυτή που ξέρεις, αυτή που μόνο αυτή γνώρισες και δεν γνώρισες καμιά άλλη. Λυπάμαι που μόνο τον σκάρτο εαυτό μου γνώρισες, αυτός μου βγήκε μαζί σου δυστυχώς. Λυπάμαι πολύ ειλικρινά. Και αναρωτιέμαι πως κατάφερε και σε γοήτεψε αυτός ο εαυτός. Κάποτε με ρώτησαν αν αγαπάμε τους ανθρώπους γι αυτό που είναι ή γι αυτό που μας κάνουν εμάς να είμαστε. Είχα απαντήσει πως αγαπάμε τους ανθρώπους και για τα δύο. Μαζί σου ανακάλυψα πως αυτό που είχα πει είναι λάθος για μένα. Αγαπάμε τους ανθρώπους επειδή έτσι θέλουμε. Γιατί μαζί σου δεν ήμουν καλύτερος άνθρωπος, δε με έκανες να είμαι καλύτερος άνθρωπος. Γιατί ούτε κι εσύ ήσουν καλύτερος άνθρωπος, δε σε έκανα εγώ καλύτερο άνθρωπο. Οπότε και οι δύο μας αγαπήσαμε έναν κακό άνθρωπο. Οπότε σε αγάπησα βαθιά γιατί έτσι ήθελα. Εκείνες οι στιγμές οι όμορφες και οι ηττημένες μου λείπουν αφόρητα. Δε με πειράζει που τις μοιράζεσαι με άλλους τώρα πια, δε ζηλεύω την χαρά και τα χαμόγελα κανενός. Μακάρι όλοι οι άνθρωποι να ήταν χαρούμενοι και γελαστοί. Μου λείπουν χαμόγελα που έχασαν τον ήχο τους. Μου λείπουν στιγμές που έχασαν το χρώμα τους. Μου λείπουν βροχές που έχασαν την υγρασία τους. Μου λείπουν σκοτάδια με χαμηλό φωτισμό που έχασαν την αίγλη τους. Φταίω. Μέχρι το σημείο που μου αναλογεί. Δε σου «τη λέω» τώρα, απλά να θυμάσαι πως δε μπορούμε να χτυπήσουμε παλαμάκια με το ένα χέρι. Δε με νοιάζει μέχρι που φταις εσύ. Δε με νοιάζει σε ποια σημεία φταις. Αυτό είναι μια δουλειά που πρέπει να την κάνεις εσύ αν κι εφόσον θες. Με νοιάζει που απομακρύνθηκα όπως λες. Γιατί το πού φταις που απομακρύνθηκα δεν είναι δικό μου. Δες που φταις, αν κρίνεις ότι φταις, και άσε με να κουβαλήσω την επιλογή μου να απομακρυνθώ. Η αιτία δική σου. Η πράξη δική μου. Και φυσικά το ίδιο ισχύει και αντίστροφα. Δίκαιο μου ακούγεται. Έφυγα. Θες να μάθεις το γιατί; Δύο δρόμοι. Ο ένας είναι αυτός που οδηγεί στους εαυτούς άλλων, που αυτός είναι ο εύκολος δρόμος, και ο άλλος είναι εκείνος που οδηγεί στον δικό σου εαυτό, στο να ψάξεις μέσα σου και να βρεις τις αιτίες, που είναι ο δύσκολος. Και είναι δύσκολος γιατί είναι από μόνο του δύσκολο να παραδεχτούμε κι έπειτα να αποδεχτούμε πως κάναμε λάθος. Ξέρεις πόσο μπορεί να πληγωθεί ο εγωισμός μας; Τόσο που να αιμορραγήσει ανάμεσα στα πόδια σου. Η πρώτη αντίδραση είναι η άρνηση. Μετά διαλέγεις αν θα συνεχίσεις για να παραδεχτείς και να αποδεχτείς. Διάλεξε και πάρε. Όποιον και να πάρεις θα είναι ο σωστός για σένα, θα είναι αυτός που σου ταιριάζει. Πάντα ο εύκολος και ο δύσκολος. Διάλεξε έναν και περπάτησέ τον. Και στους δύο θα βρεις απαντήσεις. Διάλεξε ποιες σου ταιριάζουν και να θυμάσαι πως και ο δρόμος που επιλέγουμε να περπατήσουμε είναι επιλογή. Έχει τα υπέρ και τα κατά της. Πρέπει να τα ζυγίσουμε κι εκ του αποτελέσματος ο καθένας μας ας επιλέξει τον δικό του. Αν θυμάσαι πάντα «έφταιγαν» άλλα πράγματα που εμείς δεν ήμασταν καλά. Τα πράγματα όλα αλλάξανε και οι μόνες σταθερές από την αρχή μέχρι τώρα ήταν οι εαυτοί μας. Δες, ζύγισε, περπάτησε. Σε όποιον δρόμο επιλέξεις, θες και σου ταιριάζει. Αν βρεθούμε, καλώς. Αν δε βρεθούμε, θα σημαίνει απλά πως από την αρχή περπατούσαμε σε διαφορετικούς δρόμους και πως απλά ο έρωτας μας είχε κλείσει τα μάτια και δε το βλέπαμε. Θέλω πίσω τη ζωή μου. Θέλω να ζήσω ήρεμα. Όπως ζούσα μέχρι πριν. Νιώθω πως θα τινάξω τα μυαλά μου στον αέρα, πως δεν έχω άλλες αντοχές και πως σωστά όλα όσα μου λες περί κατάθλιψης, τα ξέρω, τα γνωρίζω, τα βίωσα ξανά κι έχω τη γνώση τους, αλλά αυτή τη στιγμή είμαι πολύ αδύναμη για να το καταφέρω. Είμαι από κάτω, η ζωή με παίρνει από κάτω μέρα με τη μέρα και πρέπει να βρω έναν τρόπο να καταφέρω να τη βάλω δίπλα μου και να συμπορευτώ μαζί της και να τη βγάλω από πάνω μου που με πλακώνει. Ελπίζω να τα καταφέρω εύκολα. Πάντως όλο αυτό που κάθε μέρα βιώνω δε με βοηθάει. Ελπίζω να προλάβω να τα καταφέρω πριν με προλάβει η ζωή…

 



Θέλω να πάω να πάρω
απο τα Jumbo το ρολόι
της αντίστροφης μέτρησης
για τα Χριστούγεννα.
Θέλω να γίνω παιδί.
Να μυρίσει το σπίτι Χριστούγεννα 
και να περιμένω απο τον Αη Βασίλη το
δώρο μου αλλά φέτος θα
γίνω πιο συγκεκριμένη. Πέρισυ του
ζήτησα ένα παιδί και μου το έδωσε.
Δε του είπα όμως να μη μου το
πάρει πίσω...
Δε ξέρω πως θα τα καταφέρω 
για φέτος να είμαι καλή παρέα
Χριστουγέννων. 
Δε γαμείς...
Όλα θα πάνε
όπως πρέπει να πάνε. 
Η ζωή ξέρει...