26.12.10



Give a little time for the child within you,
Don't be afraid to be young and free.
Undo the locks and throw away the keys
And take off your shoes and socks, and run you.
La, la, la...

Give a little time for the child within you,
Don't be afraid to be young and free.
Undo the locks and throw away the keys
And take off your shoes and socks, and run you.
La, la, la...

Run through the meadow and scare up the milking cows
Run down the beach kicking clouds of sand
Walk a windy weather day, feel your face blow away
Stop and listen: Love you.

Roll like a circus clown, put away your circus frown
Ride on a roller coaster upside down
Waltzing Matilda, Carey loves a kinkatchoo
Joey catch a kangaroo, hug you.

Dandylion, milkweed, silky on a sunny sky
Reach out and hitch a ride and float on by
Balloons down below catching colors of the rainbow
Red, blue and yellow-green: I love you.

Bicycles, tricycles, ice cream candy
Lollypops, popsicles, licorice sticks
Solomon Grundy, Raggedy Andy
Tweedledum and Tweedledee, home free.

Cowboys and Indians, puppydogs and sandpails
Beachballs and baseballs and basketballs, too.
I love forget-me-nots, fluffernutters, sugarpops
I'll hug you and kiss you and love you
La, la, la... Love you.

24.12.10

Είσαι άρρωστος.
Stop.
Εχεις και εμένα να σου γκρινιάζω συνέχεια γι'αυτά που βλέπω να έχουν μείνει.
Μουρμούρα.
Ακούω εσένα να γκρινιάζεις?
Ειδικά τώρα που τα πάντα σου φταίνε, κρυώνεις ενω ταυτόχρονα ζεσταίνεσαιι, έχεις πονοκέφαλο, τρέχει η μύτη σου -κι άντε να την πιάσεις- ενώ ταυτόχρονα κι αυτή ειναι βουλωμένη, μπορεί και να 'χεις πυρετό, εγώ παίζω με την φωτιά, ώρα τώρα, εξαφανίσθηκε, ώς δια μαγείας, ο κουραμπιές απο το πιάτο, το πρωί πληρώσαμε τα κρέατα χρυσά αλλά τώρα που το σκέπτομαι μπορεί η κότα μου να ειναι εκείνη που βγάζει χρυσά αυγά -αυγά ή αβγά ?- και το κατσίκι σου να ήταν γαλαζοαίματο, εγώ συνεχίζω να πάιζω με το τζάκι και εσύ τώρα να καίγεσαι.... πόοοοορταααα κρυώνω μου λες.....
Δεν ξέρεις  αν μπορεις να μου προσφέρεις τα ιδανικά Χριστούγεννα, αλλά μπορείς να μου πεις ότι καλά θα' ναι κι έτσι. Απόψε το ρεβεγιόν θα ειναι εικονικό...! Σκέφτομαι  κάπου όμορφα μαζί, βάζω κι ένα τζάκι για να' χω να παίζω -και να μου τη λες-, πίνω  δύο ποτηράκια κρασί, ενα για μένα κι ενα για σένα, για το Χρόνια πολλά, βάζω  πάνω μου κάτι όμορφο, έστω και τις καλές μου πιτζάμες, και έρχομαι  να περάσουμε ένα όμορφο βράδυ, ούφ ζεσταίνεσαι.
Να ξέρω πάντα ότι εσύ θα μ’ αγαπάς μικρή σου σταχτοπ΄θυ... ούπς, σταχτοπο΄θτ.... ωωωω σταχτοπούτα σου. Το έγραψες.
Ακόμα και στην μουρμούρα μου.

Καλά Χριστούγεννα ματάκια μου. Να ε'ιμαστε καλά και σου εύχομαι τα όνειρά σου να σκάσουν μύτη γρήγορα......

Εχεις ενα θέμα με τους τόνους απόψε.



…όσο εσύ κι εγώ… κι αυτές οι υπογραμμισμένες λέξεις είναι οι μόνη δική μου έμπνευση στολίδι της δίχρονης ζωής μου

18.12.10


Μου φαίνεται περίεργο. Ή μάλλον αδιανόητο.  Τόσο που το μυαλό μου ακόμα δεν έχει καταχωρίσει την πληροφορία στο ακέραιο κι έτσι μπορώ να πλάθω μια πραγματικότητα όμοια με την προηγούμενη ζωή.
Μεγάλωσες, σκέφτηκα αλλά μεγάλωσα κι εγώ. Εγώ ίσως πιο γρήγορα από ‘σένα.  Δε με πειράζει που μεγαλώνουμε, με πειράζει που μεγαλώνουμε χώρια. Ούτε οι άσπρες τρίχες στα μαλλιά μου με πειράζουν. Άλλωστε τις κουβαλάω από μικρή. Κι ας υπερδιπλασιάστηκαν. Απλά θα ήθελα να τις έβλεπες συχνότερα. Δικαιολογίες. Αν ήθελα, αν ήθελες κι εσύ θα γινόταν. Μη κοιτάς που κανακεύουμε τους εαυτούς μας. Είναι που μας αρέσει να το κάνουμε για να νιώθουμε δίκαιοι με αυτούς.
Μερικές φορές στέκομαι απέναντί σου και δεν έχω τίποτα να σου πω. Κάποιες από αυτές κοιτάζω στο ταβάνι, στο πάτωμα κι έπειτα πετάω μια μαλακία για τον καιρό. Υπάρχουν όμως και οι άλλες. Εκείνες που απολαμβάνω τη σιωπή σου. Σαν γλυκό του κουταλιού τριαντάφυλλο. Με τα μάτια κλειστά. Θυμάσαι τότε που κοιταζόμασταν κι εγώ σου έλεγα πως τα σύννεφα είναι ζωντανά, πιο ζωντανά από μερικούς από εμάς κι εσύ μου έλεγες παραμύθια με χιονονιφάδες;
Κάποιος ψηλά νιώθει μοναξιά. Σε περιμένει να γιορτάσει μαζί σου μια αιώνια τελευταία επέτειο. Είμαι  λίγο θυμωμένη μαζί του αλλά και λίγο στεναχωρημένη. Ά! Και λίγο χαρούμενη. Ξέχασα να το πω. Είμαι σίγουρη πως σου έλειψε κι εσένα.  Ευτυχώς οι γιατροί λένε πως θα προλάβω να σου δώσω το δώρο σου και θα το κάνω αν μου υποσχεθείς πως θα περιμένεις μέχρι την επόμενη  γέννηση του νεογέννητου κομματιού του εαυτού μου. Μη  φύγεις. Έχω κάτι να σου δώσω…
Ο Καρκίνος στους πνεύμονές σου μοιάζει λίγο με κάποιους ανθρώπους. Μόνο  που ο δικός σου σε τρώει από μέσα. Χρήζει σεβασμού, γι αυτό τον γράφω με κεφαλαίο κάπα. Αφού έχει καταφέρει και έβαλε αντίστροφο χρονόμετρο και σε παίρνει σιγά σιγά από τη δεδομένη μου ζωή μαζί σου, ναι. Χρήζει σεβασμού, κακά τα ψέματα. Θρέφεται από τους πνεύμονές σου. Εγώ όμως θα ταΐζω τους πνεύμονές σου για να μεγαλώνουν πιο γρήγορα από όσο τρώγονται. Έτσι θα σε κρατήσω για πάντα ζωντανό.
Σ’ αγαπώ. Και χαίρομαι που δε σου το λέω μόνο τώρα που ξέρω. Χαίρομαι που σου το λέω κάθε φορά που σε βλέπω στην αγκαλιά μου λίγο πριν σε πνίξω με τα φιλιά μου.
Χαίρομαι πολύ που σε γνώρισα.
Χαίρομαι πολύ που μ’ αγαπάς.
Χαίρομαι πολύ που σ’ αγαπάω κι εγώ…




Στον Παππού…


Σάββατο 18/12/10 18.54

16.12.10

@#)@_!#!@!#!@$)#@)($!#@Θ()$@#*


Θα σου πω να μου πεις το ίδιο. Και αν βαριέσαι, δε πειράζει, θα σου τρίψω τις πατούσες και θα ξεβαρεθείς. Θα πάρω τα μάτια σου και θα τα φυτέψω πάνω στο χιόνι να μεγαλώσουν να γίνουν χιονόδεντρα να θρέφουν χιονάνθρωπους.  Κι εκείνα θα ανθίζουν το χειμώνα και θα πεθαίνουν την Άνοιξη. Κι έπειτα θα υποκλέψω ήχους χαμόγελου και θα τους κρεμάσω πάνω στα κλαδιά. Θα τα ονομάσω χιονόφυλλα που θα ταΐζουν ξεχασμένα χιονοπουλιά.
Ο κόσμος έξω από το παράθυρό μου είναι ένας τεράστιος κουραμπιές. Θα ήθελα να βγω έξω και να δαγκώσω ένα κομμάτι του αλλά θα χαλάσω στο αρμονικό του σχήμα. Αισθάνομαι βέβηλη και μόνο με τη σκέψη. Θέλω να πασπαλίσω με άχνη όλους τους δρόμους που πατήθηκαν να μην υπάρχουν ίχνη ζωής κινούμενης. Τα δάχτυλά μου έγιναν λευκά από το κρύο και τα νύχια μου φαίνονται ματωμένα αλλά δεν είναι. Θέλω να τσουλήσω πάνω στα περβάζια και να καταπιώ κρύο και αέρα παγωμένο και να πιω λίγη ομίχλη. Να ξεδιψάσω κάποια άνεργα συναισθήματα που ψάχνουν απεγνωσμένα σε μικρές αγγελίες απασχόληση. Μη θυμώνεις… μιλώ για τα συναισθήματα της μοναξιάς. Εκείνα που δε μένουν ποτέ μόνα για να πονέσουν. Και όταν μένουν είναι συναισθήματα μερικής απασχόλησης και μειωμένου μεροκάματου. Που την επόμενη στιγμή γεμίζουν με παρουσία και δε προλαβαίνουν να βιώσουν την υπεροχή της μοναξιάς.
Το τζάκι είναι η μόνη μου παρέα αυτή τη στιγμή. Οι μόνοι ήχοι που ακούγονται είναι εκείνοι των ξύλων που καίγονται και κάνουν  τσαφ τσαφ λίγο πριν γίνουν πυροτέχνημα κι έπειτα στάχτη χωρίς ιδιαίτερη υπόσταση. Που και που ακούγεται και η ανάσα μου που την κρατάω κάθε φορά που περιμένω κάτι να συμβεί.
Σταμάτησε να χιονίζει. Κι εγώ περιμένω τη νιφάδα που θα στολίσει το χερούλι της μπαλκονόπορτας του σαλονιού μου. Πες της Χιονάτης να μείνει σπίτι απόψε. Κάνει πολύ κρύο…


Πες το μαζί μου...

Άσπρη μέρα ξέξασπρη και από το χιόνι ξεξασπρότερη
Άσπρη μέρα ξέξασπρη και από το χιόνι ξεξασπρότερη
Άσπρη μέρα ξέξασπρη και από το χιόνι ξεξασπρότερη
Άσπρη μέρα ξέξασπρη και από το χιόνι ξεξασπρότερη
Άσπρη μέρα ξέξασπρη και από το χιόνι ξεξασπρότερη



Πέμπτη 16/12/10 15.15

10.12.10

@_#)+!@_#@!_#(@$)(*!@#


Βαρδάρης. (ο) Είναι ουσιαστικό. Είναι άνεμος ψυχρός, παγωμένος και δυνατός. Τόσο δυνατός που μπορεί να ξεριζώσει δέντρα, σκεπές, καρδιές, ζωές ανθρώπων, συναισθήματα. Στο πίσω μπαλκόνι μου έχει βαρυχειμωνιά και στο μπροστά Χειμώνα. Το τζάκι καίει ασταμάτητα για να απορροφήσει την υγρασία από τα αίματα που βρίσκονται παντού˙ μέσα μου, μέσα σου, στον αέρα που αναπνέουμε, στους τοίχους στο ταβάνι στο πάτωμα, στα Χριστούγεννα, στους κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα.
Έξω λυσσομανάει ο αέρας κι εγώ τον ακούω μέσα από την καμινάδα. Στο σαλόνι επικρατεί ησυχία συνειδητοποίησης και η φωτιά φουντώνει στο τζάκι και μέσα στις κόρες των ματιών μου. Χειμώνας. Κρυώνω. Κουκουλώνομαι και λέω να βάλω σε τάξη τα τούδε και τα ‘ κείνα. Πρώτα τις στάχτες. Κι έπειτα να τακτοποιήσω τον χαμό στο ντουλάπι δίπλα στους άλλους χαμούς. Αλφαβητικά. Ή μάλλον με ημερομηνίες πράξης.  Ή μάλλον αλφαβητικά. Ή δε ξέρω τέλος πάντων.
Το τζάκι έχει αλλάξει ιδιότητα. Δε λέγεται τζάκι. Λέγεται Το μέρος που στεγνώνουν τα πλυμένα. Θυμίζει γιαγιά στο χειμωνιάτικο καθιστικό που άπλωνε τα βρακιά μας πάνω στη ξυλόσομπα να στεγνώσουν. Το σπίτι είναι κρύο και ο θερμοστάτης είναι  κολλημένος στους -22oC και το σπίτι δε λέει να μαλακώσει. Πιάνω τις αρτηρίες μου που σταμάτησαν να αιμορραγούν εξ’ αιτίας του κρύου και τώρα αντί για αίμα έχω κατακόκκινα Χριστουγεννιάτικα κρυσταλλάκια που κρέμονται από τους καρπούς μου.
Βγαίνω στο μπαλκόνι να πάρω ένα ξύλο ακόμα για κάψιμο και ο αέρας μου παίρνει το κεφάλι. Εκείνο κάνει σβούρες, γύρω από πελώρια Γιατί, τόσες που κόντεψα να λιποθυμήσω από τον ίλιγγο. Τελικά ανακάλυψα πως δεν υπάρχουν ‘‘ Επειδή…’’ για όλα τα ‘‘Γιατί’’ του κόσμου. Μερικά πράγματα γίνονται χωρίς επειδή.  Πάντα για κάποιον λόγο που όμως ο λόγος δεν είναι πάντα μια λογική αιτία ή αφορμή.
Όλα ανάκατα στο κεφάλι μου. Και ένας ψίθυρος πως όλα είναι για καλό. Δε με πιστεύεις; Κι όμως είναι. Το θέμα είναι να το εκμεταλλευτούμε και να μην ακρωτηριάσουμε τις στιγμές. Οι μόνοι δότες οργάνων κι αίματος είμαστε εμείς…

Φωτό
Παρασκευή 10/12/2010, 15.54

5.12.10

)_@#_+!@#_

Τα σαββατοκύριακα φέρνουν τους ανθρώπους πιο κοντά και τους ενώνουν. Αρχίδια. Τα σαββατοκύριακα απομακρύνουν τους ανθρώπους επειδή τους φέρνουν πιο κοντά. Πιο κοντά στην πραγματικότητα, πιο κοντά στον εαυτό, πιο κοντά στην απομάκρυνση, πιο κοντά στον τεσσαρακοστό έβδομο παγκόσμιο πόλεμο. Τι; Μόνο δύο παγκόσμιοι έγιναν; Μωρέ τι μας λες! Όταν ο δικός μου ο κόσμος κάθεται στο πάτωμα της γωνιάς της μπαλκονόπορτας του γραφείου, ο παγκόσμιος γίνεται εκεί. Και ό,τι και να λες είναι ο τεσσαρακοστός έβδομος.
Είμαι θυμωμένη. Εξαγριωμένη και οργισμένη. Όχι με ‘σένα, κόσμε μου, αλλά με τις λέξεις. Εκείνες που ειπώνονται για να μελανιάσουν την περιοχή κάτω από τη μέση. Και τώρα βρίσκομαι μεσοπόλεμα. Σιωπή. Η μια μπότα στην κουζίνα και η άλλη στο σαλόνι. Και το μόνο που ακούγεται είναι το κωλοπλυντήριο που πλένει τα  άπλυτά μας για να είναι καθαρά για τα Χριστούγεννα. Τακτοποιημένα, πλυμένα, σιδερωμένα και μοσχοβολιστά στα συρτάρια και τις ντουλάπες. Μόνο τη ζωή μου ξέχασα να πλύνω. Στους οκτακόσιους βαθμούς μπας και λιώσει και ξαναγίνει από την αρχή.
Ακούω τα παιδιά από κάτω να οργιάζουν και σκέφτομαι τη ζωή που δεν έζησα ακόμα. Τη ζωή που σχεδιάζω να φτιάξω με μπόλικο σιρόπι, πιο σιρόπι ακόμα και από τα μελομακάρονα που ήθελα να φτιάξω το άλλο σαββατοκύριακο. Τι σκατά έκανα λάθος; Στη δόση για το νερό; Στη δόση για τη ζάχαρη; Ή μήπως που έβαλα παραπάνω πορτοκάλι και έχει γεύση ξινή;
Τραβάω μια γραμμή με δάχτυλο στην οθόνη μου και κοιτώ τον δείχτη μου που έγινε κίτρινος από τη νικοτίνη. Κολλημένη νικοτίνη θαρρείς από χρόνια. Πάνω από τριάντα. Την πρωτοχρονιά γίνεται τριάντα δύο. Ξέρει κάποιος να μου πει πως καθαρίζει η κιτρινίλα στην πολύτιμη οθόνη μου χωρίς να την καταστρέψω; Ξέρει;

σιγά να μην...


Φωτό:http://ikun.deviantart.com/#/d23f185
Κυριακή 05/12/10, 14.33