Άκου Φίλε…
Δε γεννήθηκα χτες, περπάτησα δρόμο μεγάλο για τα μέτρα μου, μακρύ για τη ζωή μου. Πέρασα ανάμεσα από γιγάντια κύματα που προσπάθησαν να με πνίξουν μα πάλεψα μαζί τους. Άφησα τα βήματά μου σε δρόμους ανηφορικούς που προσπάθησαν να με λυγίσουν, μα συνέχισα. Ξάπλωσα σε κρεβάτια κόκκινα γεμάτα πόθο και πάθος που προσπάθησαν να κρατήσουν εκεί μα σηκώθηκα. Βρέθηκα ανάμεσα σε ανθρώπους που ήθελαν να με κρατήσουν δέσμιά τους, μα τους ξέφυγα…
Άκου Φίλε…
…η ψυχή μου γέμισε θυμό που παραλίγο να με κατασπαράξει και τον έβαλα απέναντι μου και τον πολέμησα. Η καρδιά μου γέμισε οργή που παραλίγο να με βουλιάξει και κούνησα τα πόδια μου μέσα στη λάσπη της και βγήκα πάλι στην επιφάνεια. Η ματιά μου γέμισε με φόβο μα τον νίκησα. Σιχάθηκα κάποια στιγμή τους ‘‘δήθεν’’ που αποτελούν τον κόσμο που περνούσε από δίπλα μου και άνοιξα το βήμα μου να τους προσπεράσω. Βρέθηκα μπροστά από εκείνους, βήματα πολλά, τόσα που τους έχασα από τα μάτια μου. Πορεύτηκα μόνη μου…
Άκου Φίλε…
Αγρίμι η ύπαρξή μου, δε μπορεί να ζήσει στη σκλαβιά που της προσφέρεις. Μάθε με, αν θες, και μείνε χωρίς αλυσίδες και δεσμά. Δως της το τίποτα σου, αρκεί να είναι αληθινό…
Άκου Φίλε…
…χτες το βράδυ πέθανα στο όνειρό μου μα δε φοβήθηκα. Άνοιξα τα φτερά μου και πέταξα πάνω από ανθισμένα λουλούδια… έγινα πεταλούδα…
Άκου Φίλε…
...πάρε τα χέρια μου και βάλε τα μέσα στα δικά σου. Μόνο αγάπη έχω να σου δώσω μέσα από αυτά. Και τότε θα ακούσεις όλο το είναι μου να σου ψιθυρίζει γλυκά στο αυτί ‘‘σ’ ευχαριστώ που υπάρχεις’’…
Τετάρτη 16/04/08 09.42
Δε γεννήθηκα χτες, περπάτησα δρόμο μεγάλο για τα μέτρα μου, μακρύ για τη ζωή μου. Πέρασα ανάμεσα από γιγάντια κύματα που προσπάθησαν να με πνίξουν μα πάλεψα μαζί τους. Άφησα τα βήματά μου σε δρόμους ανηφορικούς που προσπάθησαν να με λυγίσουν, μα συνέχισα. Ξάπλωσα σε κρεβάτια κόκκινα γεμάτα πόθο και πάθος που προσπάθησαν να κρατήσουν εκεί μα σηκώθηκα. Βρέθηκα ανάμεσα σε ανθρώπους που ήθελαν να με κρατήσουν δέσμιά τους, μα τους ξέφυγα…
Άκου Φίλε…
…η ψυχή μου γέμισε θυμό που παραλίγο να με κατασπαράξει και τον έβαλα απέναντι μου και τον πολέμησα. Η καρδιά μου γέμισε οργή που παραλίγο να με βουλιάξει και κούνησα τα πόδια μου μέσα στη λάσπη της και βγήκα πάλι στην επιφάνεια. Η ματιά μου γέμισε με φόβο μα τον νίκησα. Σιχάθηκα κάποια στιγμή τους ‘‘δήθεν’’ που αποτελούν τον κόσμο που περνούσε από δίπλα μου και άνοιξα το βήμα μου να τους προσπεράσω. Βρέθηκα μπροστά από εκείνους, βήματα πολλά, τόσα που τους έχασα από τα μάτια μου. Πορεύτηκα μόνη μου…
Άκου Φίλε…
Αγρίμι η ύπαρξή μου, δε μπορεί να ζήσει στη σκλαβιά που της προσφέρεις. Μάθε με, αν θες, και μείνε χωρίς αλυσίδες και δεσμά. Δως της το τίποτα σου, αρκεί να είναι αληθινό…
Άκου Φίλε…
…χτες το βράδυ πέθανα στο όνειρό μου μα δε φοβήθηκα. Άνοιξα τα φτερά μου και πέταξα πάνω από ανθισμένα λουλούδια… έγινα πεταλούδα…
Άκου Φίλε…
...πάρε τα χέρια μου και βάλε τα μέσα στα δικά σου. Μόνο αγάπη έχω να σου δώσω μέσα από αυτά. Και τότε θα ακούσεις όλο το είναι μου να σου ψιθυρίζει γλυκά στο αυτί ‘‘σ’ ευχαριστώ που υπάρχεις’’…
Τετάρτη 16/04/08 09.42
φωτό:http://bolshevixen.deviantart.com/art/Silent-84889589