Το ξέρεις πως όσο περνάει ο
καιρός οι λέξεις μου μένουν πίσω μου; Τα ερωτικά λόγια βρίσκονται κάτω από τα
νύχια μου και γδέρνουν περασμένες μνήμες. Η αγιοσύνη του κορμιού μου χάθηκε
πριν τα δώδεκα. Και ίσως την ψάχνω μέσα μου, μέσα σου, μέσα μας αλλά και πάλι
δεν είμαι σε θέση να σου πω αν σου μιλάω με σιγουριά ή με ψευτοδιανοούμενο ύφος
πλανόδιου πωλητή συναισθημάτων. Πέρασα τις προάλλες από την Άννα. Η αγκαλιά της
Άννας έχει μυρωδιά. Μυρίζει μαμαδίλα και μαμαδοστοργηκίλα. Δε ξέρω αν υπάρχουν
πιο όμορφα αρώματα, λένε πως όχι, εγώ δε μύρισα ποτέ μου έτσι. Καμιά φορά
φοβάμαι πως ένα υπόλειμμα μέσα μου σάπισε και μου άφησε κουσούρι στους
πνεύμονες γι αυτό και δε μπορώ να ανασάνω. Η αγκαλιά της Άννας μυρίζει όλα
εκείνα που σε μένα μυρίζουν σαπίλα. Ακούω το ρολόι μου να χτυπάει ρυθμικά και
το ξυπνητήρι πάντα στην ώρα του. Κάθε εικοσιοκτώ και δώδεκα ακούω καμπανάκια.
Έχω νεύρα. Μου γυρίζεις την πλάτη και κοιμάσαι. Δε φταις εσύ. Φταίω εγώ που σου
ζήτησα να μάθω για τη ζωή σου χωρίς να σε ρωτήσω αρχικά αν ήθελες. Και μετά σου
χρέωσα το φευγιό μου. Καμιά φορά νομίζω πως είσαι τοποθετημένες λέξεις σε μια
σειρά και τίποτ' άλλο. Δε με νοιάζει το
χρώμα των ματιών σου, δε με νοιάζει ο ήχος από την ηχώ σου, με νοιάζει ο
θόρυβος που κάνει το μυαλό σου όταν σκέφτεται. Μοιάζει με ήχο γραναζιών σε λειτουργία
και απλά να σου πω πως μερικές φορές δεν έχουμε τη δύναμη να ξεφύγουμε από τον
ήχο αυτό αλλά όσοι δε τα καταφέρνουμε μοιάζουμε λίγοι για τους άλλους, να το
θυμάσαι. Και μεταξύ μας, είμαστε λίγοι αν δεν είμαστε σε θέση να μυρίζουμε
δύναμη από χιλιόμετρα. Θεωρητικά θα έπρεπε να μυρίζω τη δύναμή σου ακόμα και αν
βρίσκεσαι στην άλλη άκρη του κόσμου. Σε νιώθω μέσα μου σαν ήχο βροχής. Πλατς
πλατς τσαλαβουτάω πάνω σου και μου γαργαλάς τις πατούσες και γελάω και είναι
ευλογία και βλασφημία να γελάς τη σήμερον ημέρα αλλά εγώ νιώθω μαγική. Θα
περάσω ξυστά από δίπλα σου, θα σε γρατζουνίσω για να σε κάνω να ματώσεις. Μπας
και στρέψεις την προσοχή σου στα αίματά σου. Και ίσως τότε βρεις τις απαντήσεις
που λες πως δεν έχεις. Ή που δε λες...