Έχω τα κέφια μου αλλά δε το
καταλαβαίνεις γιατί και αυτά έχουν χρώμα αλλόκοτο. Μοιάζει με το μωβ των νυχιών
μου αλλά δεν είναι μωβ. Κάνω "χου-χου" ανάμεσα στις παλάμες μου και
βγαίνουν υδρατμοί από τη διαφορά θερμοκρασίας του κορμιού και της ανάσας. Δε
θέλω να βρεθώ κοντά στα πόδια σου γιατί φοβάμαι μη με τσαλαπατήσεις. Και δε
φοβάμαι μη με λιώσεις, φοβάμαι που δεν είμαι καλή στα πάζλ και θα με παρατήσω
πριν καταφέρω να με συναρμολογήσω. Επίσης φοβάμαι μη βάλω λάθος τα κομμάτια και
βγω ένα τέρας που στο κεφάλι θα έχει πόδια και στα πόδια, μάτια. Και μετά θα με
αγαπάς από τύψεις που μου γάμησες την ομορφιά με την πατούσα σου κι εγώ θα σε
μισώ μια που με πάτησες και δυο που με λυπάσαι. Θέλω λουλούδια και αγάπες. Και
μερικά πράσινα άλογα. Και μερικά φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Θέλω σκούντημα
στην πλάτη -σήκω να δεις τι θέλει η μικρή- και θέλω "μμμμμμ..." και
κρεβατομουρμούρα στις δύο παρά έξι. Θέλω μάτια στο κεφάλι μου και πόδια στον
κορμό μου. Και αν είμαι μόνο μάτια, είναι γιατί δε χορταίνω να κοιτάζω τα
πελώρια, μεγαλοπρεπή δικά σου. Κρέμομαι
από το χερούλι του κορμιού μου για να ισορροπήσω μέσα μου το καλό και το κακό.
Και όταν παραπατώ γαζώνομαι από το δέρμα μου. Και γδέρνομαι και χαρίζω τις
νυχιές μου σε όποιον καταφέρει να με εξηγήσει. Και λόγω αδυναμίας της απαίτησής
μου με λίγο σάλιο επαναφέρω το δέρμα μου στην αρχική του κατάσταση. Κρυώνω
πεντανόστημα δάκρυα. Θα πιω με το στόμα μου μερικές γουλιές πριν με καταπιεί
αυτό. Βλέπω το μικρό ξανθό μωρό με βέλος να κάθεται στην απέναντι σκεπή και
σκέφτομαι πως προς τα όπου και να στοχεύει, πάλι μαλακία θα γίνει στο τέλος, να
το δεις. Η Φρόσω δε θυμώνει ποτέ στον Ιππέα. Ηλίθια γυναίκα εκ γενετής. Έχω μια
αίσθηση Χειμώνα στο σαλόνι μου δίπλα στο τζάκι. Χώθηκα κάτω από το πάπλωμα. Τσούζω.