13.1.09

Το κεφάλι μου είναι έτοιμο να τιναχτεί στον απέναντι τοίχο. Εκεί που βρίσκεται το ρολόϊ της κουζίνας και το ‘‘τικ, τακ,’’ βοηθάει το σφυρί που χτυπάει τους κροτάφους μου να διατηρήσει τον ρυθμό του. Κάθε ήχος ακούγεται στη διαπασών και τα νεύρα μου κάνουν πάρτυ και με δουλεύουν κανονικά γελώντας με τον εκνευρισμό μου. Θέλω να πατήσω ‘‘παύση’’ ή έστω σίγαση στον κόσμο, να μην ακούγεται ‘‘κιχ’’ από πουθενά, ούτε καν από τα ψάρια μου…

Περίεργη και η σημερινή μου μέρα. Καλά μαντάτα ήρθαν για επίσκεψη σήμερα στη μέρα μου και θα καθήσω μερικούς μήνες μαζί τους. Ίσως καθήσω για λίγο μπροστά στο τζάκι μαζί τους να ζεσταθώ. Ίσως ξεκινήσω μαζί τους παραμύθια φτιαγμένα από μετάξι και βελούδο μιας άλλης εποχής. Ίσως πάλι απλά κοιμηθώ για να ονειρευτώ μαζί τους.

Το ‘‘τικ, τακ’’ ακούγεται πιο έντονα. Κρυώνω. Και αυτό το φούτερ είναι έτοιμο να με αρπάξει από το λαιμό. Με πνίγει. Τα μάτια μου τσούζουν και το σώμα μου το νιώθω αρρωστημένο από την κούραση. Την κούραση και την απουσία…

Η διάθεση μου είναι περίπου άσχημη. Ίσως φταίει ο πονοκέφαλος. Ίσως πάλι φταίει αυτό το ‘‘τικ, τακ’’ του ρολογιού της κουζίνας…

Φωτό: http://farnk05.deviantart.com/art/clock-52988719
Τρίτη και 13 του Γενάρη του ’09, στις 23.25