Είδα τον Αχιλλέα χτες στον ύπνο
μου. Είδα, λέει, πως με περίμενε πίσω απο μια σκάλα κι εμφανίστηκε μπροστά μου
χαμογελαστός και ιδιαίτερος με τα χέρια στις τσέπες και κασκόλ. Χάρηκα τόσο πολύ που νομίζω πως είχα αρχίσει να
ξυπνάω. Μου είπε κάτι που αφορούσε σε κάτι αιφνίδιο. Περπατούσαμε στην θάλασσα της Περαίας. Ήταν γλυκός, όμορφος, λυπημένος, ανασφαλής για τα καινούρια ξεκινήματα. Δε
πειράζει Αχιλλέα. Οι άνθρωποι μερικές φορές να παύουν να υπάρχουν. Οι μόνες στιγμές που μοιραστήκαμε ήταν δυο βραδιές σε βρώμικο ξενοδοχείο.
16.12.13
12.12.13
C B
«Όποιον και να ρωτήσετε, θα
σας πει ότι δεν είμαι και πολύ καλός άνθρωπος. Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτή η
λέξη. Πάντα συμπαθούσα τους παλιανθρώπους, τους παράνομους και τα ρεμάλια… Δε
τα γουστάρω εκείνα τα καλοξυρισμένα αγοράκια, με τη γραβάτα και την καλή δουλειά.
Μου αρέσουν οι απελπισμένοι άνθρωποι, οι άνθρωποι με τα σπασμένα δόντια, τα
σπασμένα μυαλά και τους σπασμένους τρόπους. Αυτοί με ενδιαφέρουν. Είναι γεμάτοι
εκπλήξεις και εκρήξεις. Για μένα οι έκφυλοι έχουν περισσότερο ενδιαφέρον από
τους αγίους. Οι αλήτες με ξεκουράζουν, γιατί και ‘γω αλήτης είμαι. Δε γουστάρω
τους νόμους, τη θρησκεία, την ηθική και τους κανόνες. Δε γουστάρω να με
φορμάρει η κοινωνία στα μέτρα της…»
Charles Bukowski
11.12.13
3.12.13
God is in the rain...
Πίνω μερικές ανάσες με τον
καφέ μου και ξεσηκώνομαι. Εγώ δεν ερωτεύομαι παρά μόνο όταν βρέχει. Ξεχειλίζει
απο τα μπούτια μου νερό αυτές τις μέρες. Ξυπνάω χαρούμενη, σχεδόν χαζοχαρούμενη, και τριγυρίζω γύρω απο τον εαυτό μου. "Να βρεθούμε, ρε, να πάμε καμιά
βόλτα, να περπατήσουμε, να μιλήσουμε. Να φτιάξει λίγο ο καιρός και..." Τόσα ξέρεις, τόσα λες. Ο καιρός είναι φτιαγμένος και τιτιβίζει σταγόνες. Άλλο
που εσύ είσαι κουφός...
some people
feel the rain
others just get wet
Bob Marley
21.11.13
11.11.13
1.11.13
Villain
Κάτι παίρνει μορφή και
αναπτύσσεται. Μέσα μου, έξω μου δε ξέρω, αλλά αναπτύσσεται. Απομονώθηκα απο το "λίπος"
πριν επτά μέρες και αναπνέω με μεγαλύτερη ευκολία. Θα επιστρέψω όμως και θα
κρατάω πάλι την αναπνοή μου μέχρι την επόμενη φορά. Στοιβαγμένοι οι άνθρωποι
και οι Άνθρωποι σε ένα δωμάτιο τέσσερα επί τέσσερα να συνεννοούνται μεταξύ τους· δεν
υπάρχει ρε σεις κοινή γλώσσα συνεννόησης, άλλη μιλάνε οι άνθρωποι και άλλη οι
Άνθρωποι. Και το ξέρω στα σίγουρα, έχω υπάρξει και απο τους μεν και απο τους δε. Τόσα χρόνια μέσα ο ένας στον
άλλο και μερικές φορές νομίζω πως δε καταλάβαμε τίποτα. Κοιταζόμαστε με απορία
και περιγράφουμε τους κοινούς μας στόχους. Πρέπει να μιλήσω στον μπαμπά και όσο
και αν λέω πως αυτό είναι το εύκολο κομμάτι ακόμα δεν έβγαλα κιχ. Άντε την άλλη
φορά, άντε την επόμενη, μπαμπά κοίτα με στα μάτια, μιλάω, κάνε πως δεν άκουσες
αυτό που λέω και ρώτα με "τι είπες;" φωναχτά, για να επαναλάβω απο
έξω μου όλα όσα τόσο καιρό λέω απο μέσα μου κι έτσι να ξεκινήσω τη συζήτηση.
Θέλει αρχίδια ρε μπαμπά αυτό που θέλω να σου πω, πέτα μου το γάντι όπως πριν
τρία καλοκαίρια κι εγώ θα σου τα πω όλα με το νι και με το σίγμα, όπως και τότε. Την Πέμπτη θα γυρίσω πίσω
στο "λίπος". Δε θέλω, όλοι εκεί μέσα μεταλλασσόμαστε σε κάτι άλλο απο
αυτό που είμαστε γινόμαστε σκυλιά αγριεμένα. Με ενοχλούν όλοι και μόνο που
υπάρχουν και αναπνέουν, μόνο που μου μιλούν, μόνο που η αναπνοή τους μπλέκεται
με τη δική μου, αηδία να μπλέκονται οι αναπνοές των ανθρώπων αυθαίρετα, δε
μπορεί να ενώνεται η αναπνοή του ενός που βγάζει σκατά απο το στόμα του με του
άλλου που δε βγάζει. Μυρίζει ο τόπος απο πτώματα συνειδήσεων, σκέψεων και
ιδεών, η ώρα δε περνάει με τίποτα αν δεν μάθεις ποια τον τρώει απο ποιον, ποιος
τον τρώει γενικώς, ποιανής το μουνί είναι ξυρισμένο και ποιανής όχι, ουφ σας
βαρέθηκα, ας μιλήσουμε λίγο για μουσική, για ποίηση για πολιτισμό, ουφ με
βαρεθήκατε κι εσείς με την ψευτοκουλτούρα μου αλλά δε με νοιάζει τί κάνει η
άλλη με το μουνί της, ή να το πω αλλιώς, με νοιάζει τί κάνει η άλλη με το μουνί
της όσο σε νοιάζει κι εσένα η ποίηση, η μουσική και ο πολιτισμός. Αλλά δε φταις
εσύ ρε κακομοίρα, εσένα το μυαλό σου είναι στις πατούσες και φτάνει μέχρι το
μουνί σου, εγώ φταίω που κάθομαι και ακούω πόσο κακεντρεχής είσαι χωρίς να
διαμαρτύρομαι, χωρίς να αποχωρώ, χωρίς να σου λέω πως όλα όσα λες είναι πίπες
και καλές είναι και οι πίπες, όλα καλά είναι όταν γίνονται με μέτρο, εσύ είσαι
μια πίπα απο το πρωί ως το βράδυ κι εγώ κάθομαι και σε ακούω λέγοντας
"κάνε υπομονή, θα περάσει και αυτό το οκτάωρο", οκτάωρο-οκτάωρο περνάει η ζωή μου και τα μαλλιά μου πότε έγιναν τόσο άσπρα
γαμώ το κέρατό μου; Πάχυνα, άσπρισα, γερνάω υπομονετικά να περάσουν τα οκτάωρα.
Και βρίζω αυτούς που όλοι βρίζουν. Τίποτα σπουδαίο δηλαδή.
19.10.13
Are you the answer or are you an echo..?
I thought I saw you by the
side,
Illuminating foreign climes.
A figment, a splinter, a vessel for me
To wander as freely as I'll ever be.
Shrapnel stars puncture brightly,
Wounding skies that stretch so widely
Over dunes of dust, in shades of rust,
Where shadows claim the both of us.
Is that an answer or is this an echo?
Are you the answer or are you an echo?
These godly skies kindly provide
The perfect scene for our goodbyes.
A providence, so palpable
It sets aflutter, palpiter.
Bleached by the moonlight,
Bathed in bonewhite,
Under cover of cobalt and shelter of slate
You appeared immaculate.
Is that an answer or is this an echo?
Are you the answer or are you an echo?
I know that distance lends enchantment to the view
But I know that I see you and I know you see me too
And so I called out
16.10.13
13.10.13
Loss
Ομίχλη είναι μικρά σταγονίδια
που χοροπηδούν μέσα στους πνεύμονές μου και τους κάνουν να καίνε και να πονούν.
Μια διαφανής εικόνα λερωμένη που κόβει τη θέα μου. Μουντζώνω εκείνους που
απορούν ποιός τους μούντζωσε εκείνη τη μέρα ή την άλλη και τίποτα δε τους πήγε
καλά και, στο τέλος της μέρας τους στέλνω επιστολές με το όνομά μου να μην
έχουν απορίες. Ναι και τώρα που έμαθες πως αυτή που σε μούντζωσε είμαι εγώ τί
θα με κάνεις; Ντα; Αν είναι έτσι, έλα να το απολαύσουμε μαζί. Αλλιώς μη προκαλείς
τα δάχτυλα και τις παλάμες μου. Λες και δε ξέρεις ρε αρχίδι τι στριμμάδι είμαι.
Εξ' αιτίας σου τα πόδια μου έβγαλαν φουσκάλες κοίτα μαλάκα, κοίτα, τώρα δε σε μουντζώνω
σου δείχνω τις φουσκάλες μου. Κοίτα ρε! Κοίτα! Κλείνω δωδεκάωρα ταλαιπωρίας και
μετά δωδεκάωρα αϋπνίας και ο Σάος θέλει αγκαλιά- φοβάμαι μαμά, φοβάμαι πες τον Ισίδωρο
να μη με κυνηγά" κι εγώ του φωνάζω γιατί δεν έχω που να βάλω τα πόδια μου
κι αυτός μου τα δαγκώνει, συγνώμη καλέ μου, θα περάσει ο καιρός, αλήθεια θα
περάσει θα το δεις και πάλι θα παίζουμε και θα τρέχουμε όπως παλιά αλλά τώρα
πόδια δεν έχω, θα το βρούμε το αρχίδι αγόρι μου που μας αναγκάζει να είμαστε
χώρια, έλα αγκαλίτσα σήμερα, έλα, φιλιά και παιχνιδάκια, εφημερεύω σήμερα μωρό
μου, θα είμαι όλη μέρα εδώ και όλη νύχτα αλλού αλλά αλήθεια πριν το ξημέρωμα θα
είμαι πάλι πίσω. Και μια που είπα πίσω, η Λένα ξέμεινε πίσω. Καμιά φορά νομίζω
πως δε θέλω να την ξαναδώ ποτέ, κάτι έχει πάρει απόχρωση μαύρου, κάτι έχει σκοτεινιάσει,
κάτι έχει μετατραπεί σε άυλη αιτία αποχωρισμού. Μερικές φορές πονάει το μυαλό
μου, θέλω σιγανά χαχανητά στα μισοσκόταδα, θέλω τσιγάρα στριφτά και στριμμένα
μου λείπει αφόρητα της γράφω ένα γράμμα και μετά νιώθω ψεύτρα, είμαι μια ελεεινή
ψεύτρα, δε νιώθω την οικειότητα που ένιωθα, νομίζω πως οτιδήποτε σκοτεινό που
δεν αναγνωρίζω δε μου χωρά, δε μου κάνει ρε παιδί μου, με στενεύει στην κοιλιά.
Το σκοτάδι είναι ένα, αλλά τα σκοτάδια είναι πολλά. Γι αυτό υπάρχει πληθυντικός
κατάλαβες; Τα σκοτάδια είναι ο τρόπος έκφρασης. Το σκοτάδι είναι κατάσταση. Κι εγώ
λατρεύω τα σκοτάδια μου, λατρεύω και τα δικά σου τα σκοτάδια, αλλά ως εκεί, δεν
είμαι σκτΟτοσακούλα δεν έχουν όλα την ίδια ποιότητα, την ίδια πυκνότητα, την
ίδια έκφραση και την ίδια τέχνη. Κι αν είμαι σκοτεινή τους Χειμώνες είναι για
να βγω φωτεινή απο αυτούς...
Αν δε θες άλλαξε πλευρό.
Αλλιώς θες δε θες
θα με τρως στη μάπα.
9.10.13
Five
Ψέματα σου είπα πως δε θα σε
αφήσω να με γλείψεις ξανά. Ξέρω πως τρελαίνεσαι όταν έχω περίοδο και κλείνω την
πόρτα και δε μπορείς να μπεις. Υποφέρεις. Καυλώνεις ως τα μπούνια. Δε σου
αξίζει κάτι φθηνό. Ούτε κάτι που πληγώνει. Χτες μόλις άνοιξα τα μάτια μου άκουσα
το μουρμουρητό σου. Καμιά φορά φωνάζω και παθιάζομαι. Είναι που προσπαθώ να
υπερασπιστώ τους αδικημένους. Αυτούς που τους παίρνει η μπάλα και κυλάνε σε
κατηφόρες και σταματούν στον πάτο. Είναι που νιώθω κι εγώ αδικημένη μερικές
φορές και ταυτίζομαι με αδικίες. Το ταρακούνημα ακόμα ζωντανεύει στο κεφάλι
μου. Το αμάξι ακόμα να φτιαχτεί και νέα δεν υπάρχουν. Θέλω μια βόλτα μέχρι την
άκρη του κόσμου και όλο πίσω. Έστω μια βόλτα. Είμαι κλεισμένη σπίτι και όταν βγαίνω είναι για να ταλαιπωρηθώ. Το άσχημο τρακάρισμα ασχήμισε το
κορμί μου και πάχυνα, τα πόδια μου έγιναν ατροφικά και δε μπορώ να ανέβω την
ανηφόρα. Ερμαφροδιτισμός στο μπαλκόνι μου, κάπου ανάμεσα στο ξύλο που καίγεται στο
τζάκι και στις ξυπόλυτες πατούσες. Γίνομαι πάλι πέντε και κουρνιάζω χωρίς
μνήμη.. Μαμάααααααααααααα;;;;;
25.9.13
Thief
...αλλά εσύ αγάπη μου μοσχοβολάς πορτοκάλι και κανέλα. Μου θυμίζεις ζεστά ριχτάρια και χοντρά χαλιά, μου θυμίζεις τζάκι και κουβέρτα και αγκαλιά. Έχω συνδυάσει τις νυχτερινές ταινίες με κουβέρτα και αγκαλιά γι αυτό το καλοκαίρι δε μου αρέσει να βλέπω ταινίες, δεν έχει κουβέρτα. Θα κάψω τον απέναντι καναπέ. Κλέβει το σχήμα του σώματός σου.
24.9.13
Stink
Με καταπιέζει τόση ασπρίλα. Θέλω
να γαμιόμαστε, να πηδιόμαστε, να ερωτευόμαστε χωρίς ασπρίλες. Οι κόρες μου
μικραίνουν τα μάτια μου κλείνουν γίνονται κουμπότρυπες, εδώ πολλές φορές έχω μάτια
και δε βλέπω, τί πιθανότητες έχω να δω με κουμπότρυπες; Όταν σβήνουν τα φώτα
γίνομαι μήκος κύματος και ξεκουράζομαι. Θα κρεμαστώ ανάποδα να μου ανέβει το
αίμα στο κεφάλι μπας και θυμώσω και βγω απο τη βόλεψή μου, βγω στους δρόμους να
φωνάξω, να διαμαρτυρηθώ, να πω πως δεν αντέχω άλλο τη βρώμα που έχουν οι
άνθρωποι όταν σαπίζουν, την ίδια βρώμα έχουν και οι βλεφαρίδες μου·
γιατρέ μου σαπίζουν και τα βλέμματα; - Ναι σαπίζουν και βρωμάνε, - τρίψου
κορίτσι μου να φύγει η βρώμα-μαμά καίει το νερό- τρίψου να φύγει η βρώμα
κορίτσι μου. Τρύπησαν τα μυαλά και χύθηκαν οι ιδέες μας που φόρτιζαν τις αξίες
μας με φωνή. Βράχνιασε το Είναι μου ψάχνω μέσα μου ξεχασμένα νοήματα - γαμημένα
πάζλ πάντα ήσασταν πάνω απο τον δείκτη ευφυΐας μου και μου τρώγατε την υπομονή
και σας παρατούσα. Συγνώμη αν πρόσβαλα την αισθητική σας. Πέρασα απλά να βγάλω
τα σκουπίδια μου.
14.9.13
Lost bodies
Ήταν εντελώς στ’ αρχίδια μου αν αυτό το ποτάμι
λεγόταν Ιλισός. Αυτό που είχε
σημασία ,ήταν ότι ήταν το μοναδικό μέρος που μπορούσα να χωθώ για να ξεφύγω από
τους μπάτσους. Μπήκα από την είσοδο στην Καλλιθέα και άρχισα να τρέχω μέσα στο
στεγασμένο, τσιμεντωμένο ποτάμι ώσπου έτρεχα στο απόλυτο σκοτάδι χωρίς να βλέπω
εντελώς τίποτα πίσω μου, τίποτα εντελώς μπροστά μου, ώσπου βρέθηκα με τα μούτρα
μέσα στα βρωμόνερα,τις αποχετεύσεις και τα βιομηχανικά λύματα, και η γλώσσα μου
βούτηξε στα κάτουρα των ποντικιών.
Ξαφνικά το άγχος και η αγωνία μου έφυγαν και
αφέθηκα να βυθίζομαι ήρεμα και παράλογα με το χρώμα του νερού να ξανοίγει γύρω
μου σε ένα μπλε, μωβ, γαλάζιο, που εναλλάσσονταν με μια
θύελλα από φως, που δημιουργούσε όγκο, βάθος και κουρτίνες από φως, σαν τροπική
καταιγίδα. Τότε κατάλαβα ότι κινούμαι με μεγάλη άνεση, κουνώντας μόνο το κουτσό
μου πόδι. Παρ’ όλα αυτά, γλιστρούσα όμορφα. Βαθιά και μακριά, έβλεπα τα πάντα,
όμως κοντά, ήταν όλα θαμπά, φλουταρισμένα. Προσπάθησα να ενώσω τα χέρια μου σα
γυαλιά, για να δω καλύτερα. Σιγά σιγά, άρχισα να ξεχωρίζω τις ραφές από τη
μπλούζα της, που ταξίδευαν το κορμί της σαν ξερολιθιά. Γύρισε και μου άστραψε
ένα χάδι με την ανάποδη του χεριού της, κι έτσι γύρισα το βλέμμα μου και
κατάλαβα, ότι όλοι εκεί ήταν σ’ έναν άλλο κόσμο απ’ αυτόν που ξέραμε. Εκεί δεν
υπήρχε άγχος για τίποτα. Οι άνθρωποι, δεν χωρίζονταν σε φυλές, σε πλούσιους και
φτωχούς, όλοι αισθάνονταν, χαίρονταν. Κανείς δεν κατείχε. Κανείς δεν ήθελε,
γιατί είχε. Είδα όλα τα σπάνια cd που έψαχνα, μπροστά μου, αλλά δεν αισθάνθηκα
την ανάγκη να πάρω ούτε ένα.
Ολόγυρα είχε εξαιρετικές ζωγραφιές, που άλλαζαν
συνέχεια, ανάλογα με ποιό τρόπο τις έβλεπες. Όταν πείναγες, έφτανε να κοιτάξεις
δεξιά αριστερά και είχε τραπέζια με βουνά από κανελόνια με κιμά σαλτσαρωτά και σουβλάκια
τυλιχτά τριών λογιών: ένα με πλημμυρισμένο τραγανιστό πικάντικο γύρο, το άλλο
με πανσέτα και το τρίτο, δεν υπήρχε – ήταν απλώς το τρίτο. Λίγο πιο κάτω,
υπήρχαν ταψιά με μουσταλευριά, με μπόλικη κανέλα και ένα δάχτυλο καρύδι από
πάνω. Η ηλικία, ήταν αυτή, ή απλά δεν ήταν. Εκεί δεν υπήρχαν νυστέρια έτοιμα να
επιτεθούν στις ρυτίδες, εκεί δεν υπήρχε καμία απειλή. Όλα ήταν αλήθεια, κι όλα
ήταν ψέμα. Σαν κοίταζες μέσα στα μεγάλα κομμάτια από κεχριμπάρι αναγνώριζες
αγαπητά πρόσωπα που ήταν έτοιμα να συζητήσουν μαζί σου. Το άλσος, το νερό, το
νερό… και η μουσική. Που εκεί τη μετέφερε ο ένας στον άλλο, με ένα άγγιγμα και
ένα βλέμμα. Αυτό ήταν και το μόνο που έφερα πίσω μαζί μου, τη μουσική. Για να
με πιστέψετε, αλλά για να δείτε κι εσείς τη μαγεία και την πληρότητα που ζούσαν
εκεί.
Και φυσικά για να με πιστέψετε.
13.9.13
Wet Fucking
Ξεκίνησαν νεροποντές,
Σεπτέμβρη, Σεπτέμβρη μου πάντα συνεπής στα πρωτοβρόχια σου. Έχει υγρασία τα
πρωινά, οι πνεύμονές μου αρχίζουν και καίνε, βήχω πολύ μέχρι να κάνω εμετό τα
σωθικά μου. Ο Σεπτέμβρης έχει κάτι αναρχικό μέσα του, είναι ο μήνας που δεν
είναι σαν κανέναν άλλο, είναι ο μήνας "πάω κόντρα σε αυτούς που αγαπούν το
καλοκαίρι" και όσοι αγαπούν τη θάλασσα ξέρουν πόσο λατρεμένος μήνας είναι.
Εγώ αγαπάω τη θάλασσα ως μάζα το καλοκαίρι. Είναι η άμυνά μου απέναντι στη
ζέστη. Το εργαλείο μου. Εγώ αγαπώ τη θάλασσα το καταχείμωνο. Να φυσάει
Βαρδάρης, το χρώμα της να είναι γκρι ή σκούρο γκρι, να ξεχύνεται στα
πεζοδρόμια, να καταπίνει παραλίες, να βρέχει μπατζάκια, να περπατιέται με
μπότες ως το γόνατο. Και γαμώ να κάθομαι στην παραλία μόνη τον χειμώνα μαζί με
τις ψαρόβαρκες στον Μπαχτσέ και στην Περαία. Στον Μπαχτσέ περισσότερο. Μερικά
πρωινά μετά τις εφημερίες μου περνάω απο εκεί και χαζεύω τις ανατολές του
Χειμώνα. Φεύγω πριν να ξημερώσει. Φοβάμαι μην αποκτήσεις την ίδια ανάγκη με
μένα και συναντηθούμε. Δε θέλω αναμνήσεις, προτιμώ να ξεχνώ, πονώ στις
αναμνήσεις, ξε-κουφαίνουν αμαρτίες. Θυμόμουνα τον Τάσο απ' την Αθήνα σήμερα. Με
ξέγραψε μαζί με κάτι απομεινάρια μητρότητας. Δε σου φταίω ρε Τάσο που η μάνα
σου ήπιε το φίλτρο της αμητεροσύνης και σε ξέγραψε αλλά δε πειράζει ρε μαλάκα,
αλήθεια δε πειράζει αν έπρεπε να με ξεγράψεις κι εμένα για να λυτρωθείς καλά
έκανες κι εγώ το ίδιο θα έκανα και ας αδικούσα και δυο τρεις, σαν τη λύτρωση
δεν έχει. Ίσα που θυμάμαι τη φάτσα σου πια, πέρασε πάνω απο μισή ζωή απο τότε
που σε είδα για τελευταία φορά, και λίγο λιγότερη απο την τελευταία φορά που σε
άκουσα. "νοικοκυρούλα μου" με φώναζες κι εγώ καμάρωνα ψήλωνα λίγο
παραπάνω απο περηφάνια σαν να ανέβαινα στα δεκάποντα της μαμάς αλλά το έπαιζα
σκληρή και δε το έδειχνα. Αυτή τη σκληράδα την κληρονόμησα απο τον παππού μας
καρμικά, σκατά κάρμα είχες παππού μου φαίνεται αλλά τώρα που γέρασες νομίζω πως
μαλάκωσα μαζί σου, σε έναν γέρο τί κακία να κρατήσεις, ευτυχώς που ο μπαμπάς
δεν έμοιασε σε σένα και είναι μαλακός σαν βούτυρο όταν με αγκαλιάζει. Χέζεται
πάνω του όταν με βλέπει, το ξέρω πως χέζεται το βλέπω στα μάτια του που είναι
δυο φεγγάρια το ένα δίπλα στο άλλο και καθρεφτίζεται το είδωλό μου. Να, αν ήταν
εδώ ο μπαμπάς τώρα θα σκότωνε όλα τα κωλοκούνουπα που μου ρουφούν το αίμα και
αφήνουν σημάδια στην χάρτινη επιδερμίδα μου. Κανένας ψόφος για τα κουνούπια
φέτος, νομίζω πως είναι ακόμα πιο γρήγορα απο το καλοκαίρι, τουλάχιστον το
καλοκαίρι κατάφερνα και σκότωνα μερικά, αυτό το γαμωκούνουπο όμως που τις
νύχτες μου βουίζει ακόμα δε το έλιωσα στις παλάμες μου, κούφια "κλαπ"
στον αέρα και ίχνος κουνουπιού μέσα στα δάχτυλά μου έστω ένα κομμάτι φτερού να
ξέρω πως ποτέ πια δε θα πετάξει κι εγώ θα κοιμηθώ ήσυχα μια νύχτα. Παλιότερα
ξενυχτούσα απο Έρωτα. Αργότερα απο Πόνο. Τώρα που όλα στη ζωή μου ομαλαίνουν,
ξενυχτώ κυνηγώντας ένα κουνούπι απο το πουθενά. Κατάντια φίλε μου, κατάντια,
αλλά δε πονάω πια, ο έρωτας τρυπώνει έτσι κι αλλιώς στο δέρμα μου με μορφές
οικείες, μου λείπει να πηδιόμαστε μόνο καμιά φορά, να βρέχει και να πηδιόμαστε,
τί ωραία τα πηδήματα σε δυνατές βροχές. Νομίζω πως σαν τα πηδήματα του
Σεπτέμβρη δεν υπάρχουν άλλα. Και νομίζω πως σ' αυτό ταιριάζουμε πιο πολύ απ'
όλα.
11.9.13
5.9.13
Scoundrels
Βλέπω φαντάσματα κι έπειτα περιτριγυρίζομαι
απο φοβικές ενέργειες και πετάγομαι ολόρθια μέσα στη νύχτα και φοβάμαι να πάω
για κατούρημα, σήκω θέλω να κατουρήσω και φοβάμαι οι μπαλκονόπορτες είναι
κλειστές; Αν δεν είναι δε πάω πουθενά, κατουριέμαι αφόρητα, κατουριέμαι πολύ,
φοβάμαι τις ανοιχτές μπαλκονόπορτες γιατί φοβάμαι τα ανοιχτά στόματα που καταπίνουν
αδηφάγα σαν σκουπιδοφάγοι. Η μάνα αλλάζει γραφείο και είναι με αντικαταθλιπτικά
ο ένας ο πατέρας τη στηρίζει απο το μπράτσο μη καταρρεύσει, ο άλλος ο πατέρας
στηρίζει εμένα με σάλτσες έτοιμες φτιαγμένες και καυσόξυλα για τζάκι μη καταρρεύσω
εγώ, η ερωμένη μου στηρίζει τη δική της μαμά και τον δικό της μπαμπά με μακαρόνια
και χειροποίητο ζεστό ψωμί πολύσπορο που τη στηρίζουν όπως όπως με ότι απέμεινε
απο στηρίγματα οικοδομής. Ένας να πέσει γκρεμιστήκαμε όλοι. Όλοι αν πέσουμε θα
κάνουμε βουνά απο πτώματα γκρεμισμένα. Κι αν συμβεί αυτό θα έρθουμε όλοι οι
πεθαμένοι πιο κοντά ο ένας στον άλλο και θα αγγιζόμαστε. Εμένα να με βάλετε στο
βουνό που θα είναι ο παππούς ο Χαράλαμπος. Εκείνος κι εγώ δεν αγγιχτήκαμε ποτέ,
σκληρός πολύ ο παππούς ο Χαράλαμπος, σκληρός πολύ και αυτός και η γιαγιά η
Μαρία. Σκληρός και αριστερός. Παππού, δε γίνεται αριστοκρατία και μύτη στο
ταβάνι και "μάλιστα πατέρα, μάλιστα μητέρα, ότι πείτε πατέρα" και αριστερός.
Ο παππούς ο Σίμος είναι ο πιο αγαπημένος παππούς του κόσμου όλου και χέστηκα
όπως χτες στον ύπνο μου απο τον φόβο μου αν νομίζει ο καθένας αν ο δικός του ο
παππούς είναι πιο αγαπημένος απο τον δικό μου. Ο παππούς ο Σίμος όταν
αγκαλιάζει σφίγγει, σταματάει όταν οι σπόνδυλοι ξεκολλήσουν απο το σώμα. Το
ίδιο και η γιαγιά. Ο παππούς δεξιός. Η γιαγιά ακροδεξιά. Παππού δε γίνεται να
είσαι τόσο λαϊκός και να είσαι δεξιός. Αλλάξτε με τον παππού τον Χαράλαμπο
θέσεις να έρθει το Σύμπαν στα ίσια του. Σ' αγαπώ παππού Σίμο, τον παππού τον
Χαράλαμπο δε πρόλαβα να τον αγαπήσω ποτέ. Παππού Σίμο σιχαίνομαι τους
σκατόψυχους ανθρώπους, εκείνους που μόνο σκατά βγάζουν απο το στόμα τους όταν
μιλούν και διάρροια όταν μιλούν για άλλους ανθρώπους. Έχω μάθει το βλέμμα τους,
εκείνο που όταν δε κοιτάς σε αποδοκιμάζει, σε χλευάζει, σε κοροϊδεύει πίσω απο
την πλάτη σου, και όταν γυρίσεις απότομα κοιτούν το ταβάνι, έχω μάθει τον ήχο
που έχει η φωνή τους όταν χέζουνε απόψεις, έχω μάθει τις επαναλαμβανόμενες
φράσεις τους, είναι προβλέψιμοι σαν τις καταιγίδες όταν πλησιάζουν και το
χειρότερο είναι πως νομίζουν πως είναι εξυπνότεροι απο σένα και πως μπορούν να σε
κοροϊδέψουν κι αιφνιδιάζονται όταν τους κοιτάς και τους λες "εσύ εμένα δε
μπορείς γιατί εσύ είσαι ηλίθιος, εγώ όχι", μετά γίνονται αθώα περιστέρια
αδικημένα που δεν έγιναν άγια πνεύματα, να σας συστήσω, ο παππούς ο Σίμος η
κυρία Εγώ Δεν Έκανα Τίποτα εντάξει ρε βλήμα σε πιστεύω, Τίποτα δεν έκανες αφού
Τίποτα είσαι, αν δεν ήσουν Tίποτα δε θα μιλούσες μόνο για μουνιά και πούτσους
και θα γελούσες γιατί θα ήξερες πως τα μουνιά και οι πούτσοι χρήζουν σεβασμό και
όχι χλευασμό και πως σε ψάχνουν όλοι για να γελάσουν με τις μαλακίες σου, όχι
γιατί είσαι αξιόλογος άνθρωπος, που το μόνο ποίημα που ξέρεις είναι "η μάνα του
θείου του μπατζανάκη του γιού του Γκέκα", που γελάς εις βάρος των άλλων, και δε
ξέρεις πως δεν υπάρχει πιο ωραίο πράγμα απο το να γελάς με τον εαυτό σου.
Ανθρωπίδια. Είδος των κουνουπίδιων. Με ψυχές ανάπηρες. Εμφανίσιμοι. Κάποιες
φορές εντυπωσιακοί. Επιλέγονται γι αυτόν τον λόγο. Εσείς που τους διαλέγετε να μείνετε
σε αυτό. Μη σκαλίσετε τις ψυχές τους. Βρωμούν.
Παππού Σίμο
θα έρθω με τον
Σάος να σε βρω....
27.8.13
Attic
Είδα
στον ύπνο μου το σπίτι στη Χαριλάου. Όσα χρόνια και αν πέρασαν εκεί πάντα θα
επιστρέφω για απροσδιόριστες αιτίες. Μικρό, παλιό, σκοτεινό με ξύλινες
εσωτερικές πόρτες, απο αυτές με το τζάμι, με αλουμίνια στα παράθυρα, ξέρεις
εκείνα τα γκρι που ανοίγανε συρταρωτά, με μάρμαρα κάτω, τόσο μικρό, τόσο
σκοτεινό, τόσο εγώ εκείνο το σπίτι. Θα ήθελα να επιστρέψω κάποτε εκεί. Να
ανοίξω τη μπαλκονόπορτα να μπει μέσα η κυρία Φλαμουριά να με γεμίσει αρώματα. Ο
κύριος Κυπαρίσσης απέναντι να κουνιέται πέρα δώθε στον Βαρδάρη και να σκέφτομαι
σε ποιον επόμενο τόνο ο κορμός του θα βρίσκεται στα απλωμένα ρούχα μου. Σε
'κείνο το σπίτι αγάπησα τη βροχή. Έμπαινε μέσα στο σαλόνι μου απο το μεγάλο
παράθυρο που το καλοκαίρι ήταν πάντα ανοιχτό και τον χειμώνα άνοιγε μόνο όταν
έβρεχε. Ωραίοι οι χειμώνες στην Χαριλάου, ήταν οι τελευταίοι ζεστοί χειμώνες
που θυμάμαι. Οι χειμώνες στο Πλαγιάρι είναι παγωμένοι και υγροί. Αδίστακτοι.
Τρυπώνουν μέσα απο τα κουφώματα, μπαίνουν απο την θέα μου ύπουλα και
κουκουλώνονται πίσω απο μένα μπροστά στο τζάκι. Το μάτι γίνεται αχόρταγο, βλέπω
πέρα απο τη νοητή γραμμή του ορίζοντα το βουνό και τη θάλασσα αλλά λείπει η
κυρία Φλαμουριά, ο κύριος Κυπαρίσσης και κάνει κρύο αδηφάγο και αλύπητο. Τρέμω
τους χειμώνες στο Πλαγιάρι. Και όταν λέμε τρέμω, εννοούμε τρέμω. Αλλά όταν
κοιτώ τα ηλιοβασιλέματα και τη σοφίτα μου παύω να υπάρχω απο την τόση ομορφιά..
26.8.13
ποτάμι
Δεν ξέρω οι θεοί ακόμα τι μου
οφείλουν
όσο κοιμάμαι αυτοί μοιράζουν τα χαρτιά
έξω απ’ την πόρτα σου να λιώνω θα με στείλουν
ή στο κρεβάτι σου να κλαίω από χαρά.
Τα δάκρυά μου είναι ένα διάφανο ποτάμι
ορμάει μέσα σου γκρεμίζει ό,τι βρει
και μεθυσμένο σου φωνάζει
έλα να φύγουμε μαζί.
Η μοναξιά σου είναι ένα βρώμικο λιμάνι
κανείς δε θέλει στα νερά του να σταθεί
μην την ακούς όταν μιλάει
κάψε ό,τι πρέπει να καεί.
Σου λέω μη βιάζεσαι δεν ξέρεις πού έχεις φτάσει
ξυπνάς μια μέρα μ’ ένα υπέροχο φιλί
κι όσα για πάντα είχες χάσει
για πάντα έχουν σωθεί.
Μη στέκεις μόνη εκεί κάτω στο πηγάδι
η αγάπη μου ήδη σου έχει ρίξει το σκοινί
και μεθυσμένη σου φωνάζει
έλα να φύγουμε μαζί.
Η μοναξιά σου είναι ένα ψεύτικο σημάδι
μες στην καρδιά σου ζωγραφίζει μια πληγή
μην την ακούς όταν μιλάει
κάψε ό,τι πρέπει να καεί…
όσο κοιμάμαι αυτοί μοιράζουν τα χαρτιά
έξω απ’ την πόρτα σου να λιώνω θα με στείλουν
ή στο κρεβάτι σου να κλαίω από χαρά.
Τα δάκρυά μου είναι ένα διάφανο ποτάμι
ορμάει μέσα σου γκρεμίζει ό,τι βρει
και μεθυσμένο σου φωνάζει
έλα να φύγουμε μαζί.
Η μοναξιά σου είναι ένα βρώμικο λιμάνι
κανείς δε θέλει στα νερά του να σταθεί
μην την ακούς όταν μιλάει
κάψε ό,τι πρέπει να καεί.
Σου λέω μη βιάζεσαι δεν ξέρεις πού έχεις φτάσει
ξυπνάς μια μέρα μ’ ένα υπέροχο φιλί
κι όσα για πάντα είχες χάσει
για πάντα έχουν σωθεί.
Μη στέκεις μόνη εκεί κάτω στο πηγάδι
η αγάπη μου ήδη σου έχει ρίξει το σκοινί
και μεθυσμένη σου φωνάζει
έλα να φύγουμε μαζί.
Η μοναξιά σου είναι ένα ψεύτικο σημάδι
μες στην καρδιά σου ζωγραφίζει μια πληγή
μην την ακούς όταν μιλάει
κάψε ό,τι πρέπει να καεί…
Unconsciousness
...και καμιά φορά επιστρέφω
στην ποίηση απο ανασφάλεια. Πιάνω βιβλία, ξεσκονίζω αρχεία, ξέρω, η ποίηση δεν
είναι για μένα αλλά είμαι εγώ γι αυτή με τρόπο λυτρωτικό και όχι αποκαρδιωτικό
σαν τα μυθιστορήματα Bell.
Λίγο Γώγου, λίγο Άσιμο, λίγο Χριστιανόπουλο, λίγο Καβάφη και βουρ για την ξένη
ποίηση άλλης κουλτούρας να δω πως οι αναρχίες γράφονται στα ανελληνικά. Άλλαξα,
αλλάζω, γίνομαι όλο και πιο όμορφη μέσα μου, το νιώθω απο τις λιγότερες άσπρες
τρίχες που φυτρώνουν στο κεφάλι μου. Θα ήθελα να με γνωρίσεις έτσι γιατί έτσι
δε με συνάντησες ποτέ, χάθηκα υποδυόμενη το ρόλο μου, εκείνη της καλής
συντρόφου, λες και δεν είμαι απο μόνη μου καλή σύντροφος, έπρεπε να υποδυθώ πως
είμαι. Ξέρω ν' αγαπώ, να σέβομαι, να ερωτεύομαι κύτταρο κύτταρο την ύπαρξη σου,
ίνα ίνα την σκέψη σου, λόγο λόγο το μυαλό σου. Ξέρω να εκτιμώ, να χάνομαι, να
βρίσκομαι πανταχού παρούσα μέσα στον ιδρώτα σου, στις βλεφαρίδες σου, στις
παλάμες σου να στροβιλίζομαι μέσα σου όταν κοιμάσαι, να φτιάχνω όνειρα, να
γκρεμίζω τοίχους να ανάβω φωτιές. Είμαι η ίδια η Γη. Και φοβήθηκα όταν έχασα
την οικειότητα με μένα να είμαι εγώ. Η ομορφιά κρύβεται στα μάτια μου·
όταν τα μάτια μου είναι όμορφα βλέπω όμορφο τον κόσμο όλο.
Σάος πρέπει
να μάθουμε να
μην υπηρετούμε
ο ένας τον αλλο...
17.8.13
15.8.13
Significancy
Καμιά φορά συμβαίνει να σε
σκέφτομαι τόσο αφόρητα που το μυαλό μου μουδιάζει. Δεν είσαι εδώ, δεν είσαι
πουθενά, είσαι παντού και ρέεις. Κάποια πράγματα πρέπει να μένουν στο συρτάρι
κρυφά κρυμμένα απο εαυτούς και φτου ξελευθερία όταν ξεχύνονται στο Σύμπαν γιατί
το Σύμπαν είναι ζωή και η ζωή ξέρει. Θέλω να στήσω μια μικρή οικογένεια με ένα
παιδί να τρώει μερέντα με τα χέρια του να γίνεται μούρτζος να γλείφω τα δάχτυλά
του, να γελάμε ως τα χαράματα της καινούριας μας ζωής. Έχω ονειρευτεί τα
πούπουλα με τα οποία ταξιδεύω. Είναι λευκά και απαλά σαν βαμβάκι. Κι εμένα τα
όνειρά μου είναι πάντα σημαντικά γιατί μυρίζουν και οι σημαντικότητες έχουν
μυρωδιά άγριας μέντας...
10.8.13
Dremland
Ο ρεμπέτης εαυτός μου σε
λατρεύει. Μου 'λειψαν κάτι όμορφες χειμωνιάτικες βραδιές στην Άνω Πόλη, με κόκκινο
κρασί. Μου έλειψαν επίσης τα καταγώγια στην Ολύμπου, φουλ στον καπνό και στα
τσιγάρα, με πίστες απο κάρβουνο με τραγούδια απο καρδιάς, με χορό απο ψυχή ως
το ξημέρωμα. Για μπουγάτσα το χάραμα στην Αγ. Δημητρίου και κακάο. Πεθύμησα τις
μπουγάτσες της Αγ. Δημητρίου. Τώρα μένω σε προάστιο. Αγάπησα τη Φύση πιο πολύ
απο τις μπουγάτσες...
5.8.13
Path
Η
ζωή είναι ένας δρόμος με πολλές λωρίδες πάνω στις οποίες βαδίζουν οι άνθρωποι.
Κάποιοι βαδίζουν μαζί. Το μαζί δεν είναι πως περπατάμε στην ίδια λωρίδα και
μοιραζόμαστε στριμωγμένα το ίδιο κομμάτι. Το μαζί είναι περπατάμε στον ίδιο
δρόμο, πάμε σε κοινό προορισμό αλλά ο καθένας στη λωρίδα του.
30.7.13
Humanfield
Βρέθηκα στο μέρος που υπάρχουν
οι φυτεμένοι ανάποδα άνθρωποι. Τους βλέπεις απο τις μασχάλες και πάνω μια που
το πάνω είναι ο ουρανός και αυτοί έχουν τα πόδια τους προς τον ουρανό εκεί
ακριβώς που οι υπόλοιποι έχουμε το κεφάλι. Μοιάζουν σαν κάποιος ή κάτι να τους
πήρε αιφνίδια κάποιους και να τους φύτεψε με το κεφάλι στη Γη. Το κεφάλι είναι
ο βολβός. Ανάλογα με το μυαλό που κουβαλάει ο καθένας αναπτύσσεται ή πεθαίνει.
Εξαρτάται απο την τοξικότητά του. Το υπόλοιπο κορμί είναι ακίνητη αναπαράσταση
της στιγμής που αρπάχτηκαν. Εδώ, δεξιά της αιώρας είναι δύο κορμιά που κάνουν
έρωτα και το ένα κορμί είναι χωμένο ανάμεσα στα πόδια του άλλου. Είναι δύο
γυναίκες. Φαίνεται ξεκάθαρα το στήθος της μιας και ο αφαλός της άλλης. Όλον
αυτόν τον καιρό στο ανθρωποχώραφο δεν ένωσα ούτε μια φορά την ανάγκη να γράψω
κάτι και το καταναγκαστικό γράψιμο το χρησιμοποιώ μόνο σε περιόδους μαζοχισμού,
βίας, αυτοψυχανάλυσης, αυτοψυχανάγκασης. Εκείνες οι περίοδοι είναι ιδιαίτερες
γι αυτό κι έχουν ξεχωριστή θέση. Είναι τότε που αρρωσταίνω συχνότερα.
Αυτοδηλητηριάζομαι τσιμπώντας με δισεκατομμύρια κεντριά αλλά δε πεθαίνω μετά
όπως λέγεται πως γίνεται με τις μέλισσες. Γλείφομαι για να γίνω καλά και αν δεν
έχω τα δυνατά μου βάζω και άλλους να με γλείψουν. Κατάλαβες; Εγώ
αυτομαστιγώνομαι άλλοι με ράβουν. Και με ράβουν για να μαστιγωθώ ξανά λίγο πιο
κάτω. Και μετά με ξαναράβουν. Κανονικά θα έπρεπε να πληρώνονται. Έχουν ένα
σιχαμερό καθήκον να κλείνουν τις πληγές που ανοίγουν οι άλλοι·
στην προκειμένη εγώ. Αλλά δε δέχονται να πληρωθούν. Είναι η Αγάπη που τους
τοποθετεί σε αυτό το καθήκον. Δέχονται να ξε-πληρωθούν και μένουν πιστοί για
πάντα. Έχω αγαπηθεί πολύ στη ζωή μου. Φίλοι, εραστές, γονείς, ακόμα και
τυχάρπαστοι. Τελικά αυτός που με είχε, στο παρελθόν, αγαπήσει λιγότερο είναι ο
εαυτός μου. Ευτυχώς συναντηθήκαμε ξανά πρόσφατα και τα είπαμε σαν δυο άνθρωποι
που είχαν να βρεθούν χρόνια και νομίζω αλληλοσυμπαθηθήκαμε. Για χρόνια ο εαυτός
μου αγαπούσε τους άλλους κι εγώ δεν αγαπούσα τον εαυτό μου που με ξε-αγάπησε
επειδή αγαπούσε τους άλλους. Κι επειδή είναι ο μόνος "άλλος" που
περπατάει στην ίδια λωρίδα με μένα μοιραία, πέσαμε ξανά στον ίδιο συγχρονισμό.
Κατάλαβα πως δε χρειάζεται να είναι κανείς μόνος για να τα βρει με τον εαυτό
του. Ο εαυτός δε χάνεται με την παρουσία του άλλου. Ο εαυτός μου χάνεται όταν
είμαι χαμένη εγώ. Τώρα πια με αγαπάω όσο αγαπώ κι εσένα γιατί όλα αυτά τα χρόνια
που έλεγα πως σε αγαπάω όσο εμένα σε αγαπούσα λίγο.
Τελικά αυτό
το κόλπο
με την κάλτσα
πως το
κάνεις;
23/07/13 08.14
11.7.13
30.6.13
Pleasantness
Μου αρέσουν αυτές οι Κυριακές. Που
είναι πρωί, που φυσάει, που φυσάει πολύ, που είναι καλοκαίρι κι εγώ κρυώνω..
29.6.13
Intolerance
Βαρέθηκα να μιλάω για τα
αυτονόητα. Πως να στο πω.. απο τότε που μπήκαν οι επιθετικοί προσδιορισμοί στη
ζωή μας ξεχάσαμε την ανθρώπινη υπόσταση και ιδιότητα. Όταν βρίζω ανθρώπους,
στην ουσία βρίζω τους επιθετικούς προσδιορισμούς τους. Είμαι μαύρος, είμαι
χριστιανός, είμαι γιατρός, είμαι πρόεδρος, είμαι στρέιτ, είμαι λεσβία, είμαι Ελληνίδα,
είμαι μάνα, είμαι μουσουλμάνα, είμαι καλή, κακή, είμαι γκομενάρα, είμαι εγωίστρια, είμαι ότι γουστάρω ανά περιόδους. Και ανάλογα με
την ιδιότητά μου γίνομαι ότι είναι και οι άλλοι με τον ίδιο επιθετικό
προσδιορισμό. Όμοια κατασκευασμένα ανδρείκελα δηλαδή. Μεγαλώνω στα σπλάχνα μου
την μισαλλοδοξία. Τον πόλεμο. Πόσο ανώτερος πρέπει να αισθάνομαι που μπορώ να
κρίνω τους πάντες. Και πόσο καλύτερος για να κατηγορώ τους πάντες ορίζοντας τη
ζωή τους σύμφωνα με τα δικά μου δεδομένα. Όχι φίλε μου. Δεν είναι ο άνθρωπος
που καταστρέφει τα πάντα. Ο άνθρωπος είναι μια χαρά ζώο στην τελική. Οι
επιθετικοί προσδιορισμοί γαμούν τις κοινωνίες, τον Πλανήτη, τα ζώα. Μη ψάχνεις
για ανθρώπους. Κατασπαράχτηκαν απο την ίδια τους την οξυδέρκεια...
Παλέψτε για
να γίνετε διαφορετικοί
απο όλους τους
άλλους και
κυρίως απο αυτούς
που βρίζετε και μετά
παλέψτε τη
διαφορετικότητά
σας...
28.6.13
Behind
Ναι, θα
'ταν ωραία να ήταν Σάββατο, να μη δουλεύαμε, να μη χρειαζόταν να φύγω
ξημερώματα να επιστρέψω. Θα πίναμε καφέ, θα στρίβαμε τσιγάρα, θα συνεχίζαμε
περίπου απο εκεί που το παρατήσαμε όταν το φως μου έτσουζε τα μάτια και με
βασάνιζες για ώρα μέχρι να το σβήσεις. Είχα σχεδόν αποδεχτεί πως θα κοιμηθώ με
μάτια τσουζμένα. Το πρωί που επέστεφα Θεσσαλονίκη έβρεχε και μπουμπούνιζε και
άστραφτε. Να ξέρεις.
Photo
...σε λίγες μερες
αν μας αντέχει
ο ουρανός
θα ξαπλώνουμε πάνω
του...
Photo
22.6.13
Dreamers
Η πιο ωραία αίσθηση είναι
εκείνη που γυρίζω το πρωί μετά απο μια πολύ ήσυχη νύχτα και ακούω το
μουρμουρητό σου. Θέλω να μπω μέσα σου, να σταλάξω και να ξεχάσω όλα εκείνα που
τριγυρνούν μέσα στα όρια της ελευθερίας μου και με ανελευθερώνουν. Τσούζουν τα
μάτια μου λίγο απο τη νύστα, θέλω να ονειρεύομαι σκάλες που οδηγούν σε
παραδείσους, θέλω παραδείσους χαμένους και κατασκευασμένες απο μικροσκοπικές ενοχικές
στιγμές πάθους. Να εξομολογούμαι θέλω κάθε στιγμή τις αμαρτίες μου, είμαι
ευτυχισμένη δίπλα σου σε καιρούς δυστυχίας, αμαρτία -το ξέρω-, αλλά είμαι
ερωτευμένη με τα υπέροχα κύτταρα του δέρματός σου. Γύρισε μου την πλάτη.
Λατρεύω να τρυπώνω απο πίσω σου, να τυλίγω τα χέρια μου γύρω απο τη μέση σου
και να πιάνω το στήθος σου λίγο πριν κοιμηθώ για να διαβάσω τα πιο ωραία
παραμύθια. Χτες ζήλεψα ως το ταβάνι τα κόκκινα χείλη της τύπισσας που σου
τράβηξαν την προσοχή, ξεκατινιάστηκα μέσα μου, πιάστηκαν τα χείλη μου με τα
δικά της μαλλί με μαλλί νίκησαν τα δικά μου γιατί τα δικά της ήταν βαμμένα, τα
δικά μου όχι και στο τέλος τα δικά μου κράτησες για τα φιλιά σου. Μου αρέσουν
τα καινούρια σου σταράκια, μου θυμίζουν καιρούς αναρχικούς, θα περιμένω να
ξεφτίσει το πανί, να φαίνονται τα ξέφτια, το μαύρο να γίνει γκρι, το άσπρο
πλαστικό να γίνει λιγότερο άσπρο, να ζωγραφίσω πάνω τους συνθήματα και
αναρχικές καρδούλες με μαύρο μαρκαδόρο. Εφηβεία, εφηβεία, εφηβεία. Καμιά φορά
φοβάμαι τα ξεχασμένα Εμείς, τα αφημένα Μαζί και τα πληγωμένα όνειρα. Φοβάμαι
τις κατασπαραγμένες στιγμές που επιστρέφουν νικημένες να τιμωρήσουν τα σημεία
παραίτησης. Όλα εκείνα που επενδύσαμε, που είπαμε θα καταφέρουμε Μαζί σε
καιρούς Εγώ που το να επενδύσεις σε οτιδήποτε θέλει σκέψη γιατί χρεοκοπεί
εύκολα, γιατί πληγώνει, γιατί ματώνει, γιατί φέρνει τούμπα τις ζωές, τους
στόχους και μετά έχεις να επιλέξεις ανάμεσα στο μαζί και στο θέλω, στο εμείς
και το εγώ. Ξέρω πως με κάποιον τρόπο θα νικήσει το μαζί. Δε ξέρω τί θα πρέπει
να πληρώσω γι αυτό. Θα κοιτάξω τις οικονομίες μου και θα σου απαντήσω....
...το ξέρω
πως μια μέρα θα
με θυμάσαι
σαν να μη
με είχες ξεχάσει
ποτέ...
18.6.13
Giver
Here's your chance
I give you what you want
I am a giver
Here's your chance
to tell me what you want
I'm a forgiver
When nobody's around
I try not to care
I must deliver
When nobody is home
I will knock at the door
I'm a pretender
Here's your chance
I give you want
I am a giver
Here's your chance
to tell me what you want
I'm a forgiver
When nobody's around
I try not to care
I must deliver
When nobody is home
I will knock at the door
I 'm a pretender
So here we stand
like flowers in the cold
wilt and wither
Here's your chance
tell me what you want
I'm a forgiver
I give you what you want
I am a giver
Here's your chance
to tell me what you want
I'm a forgiver
When nobody's around
I try not to care
I must deliver
When nobody is home
I will knock at the door
I'm a pretender
Here's your chance
I give you want
I am a giver
Here's your chance
to tell me what you want
I'm a forgiver
When nobody's around
I try not to care
I must deliver
When nobody is home
I will knock at the door
I 'm a pretender
So here we stand
like flowers in the cold
wilt and wither
Here's your chance
tell me what you want
I'm a forgiver
17.6.13
State Of Dreaming
Μια αλλαγή, δυο και πάμε
παραπέρα. Οι ανάγκες μου χτυπούν κόκκινο κι εγώ χτυπάω τα χέρια μου στους
τοίχους. Φως και κόκκινο. Με αποχρώσεις κρότου. Μου λείπουν δυο σταγόνες απο
τον ιδρώτα σου για να φτιάξω το ξόρκι της απεραντοσύνης. Ακροβατώ στην περιοχή
του τρίτου σου ματιού μπας και με δεις να μοιράζομαι στο τώρα, στο μετά και στο
ύστερα. Ο κόσμος βρωμίζει μωρό μου, όσο πάει και βρωμίζει, οι άνθρωποι μυρίζουν
ιδρωτίλα και φορμόλη, τα μυαλά σαπίζουν, χύνονται στα πλακάκια του μπάνιου,
τρέχω να καθαρίσω, επιστρέφεις μεθαύριο. Θέλω να γίνω ενέργεια, καθαρή αγνή
ενέργεια, να ταξιδεύω χωρίς εισιτήριο, διαβατήριο και ταυτότητα στο Σύμπαν. Βαρέθηκα
να κωλοχτυπιέμαι εγκλωβισμένη μέσα στους δοκιμαστικούς σωλήνες των
κατασκευασμένων σεναρίων σωτηρίας. Λες και ζήτησα ποτέ μου να σωθώ. Δε θέλω να
σωθώ ρε, να ζήσω θέλω, δε ξέρω πως γράφεται και πως προφέρεται αυτό το
συναίσθημα στα ανθρώπινα. Ξεφωνίζω αναρχίες, κοιτάζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη
και χλευάζω μαζί μου όλο το ανθρώπινο είδος - ελάτε, δείξτε μου όλοι σας πόσο
καλύτεροι είστε απο όλους, δείξτε μου την ανωτερότητά σας, το πόσο έξυπνοι
είστε, το πόσο σωτήρες φαίνεστε. Σφαγιάστε τα ιδανικά σας, διαφωνήστε για να
υπερασπιστείτε τα λάθη σας. Δείξτε μου πόσο με καταλαβαίνετε, σίγουρα μπορείτε
είστε όλοι εξυπνότεροι εμού κι εγώ η εξυπνότερη όλων γιατί τελικά βρισμένοι και
υβρίζοντες είμαστε όλοι ίδιοι. Μόνο που στην επόμενη ζωή μας κάποιοι απο εμάς
θα γεννηθούν κουνουπίδια...
..μωρό μου
ραντεβού την Κυριακή
στη γωνία
που ορίζει
το τέλος του
15.6.13
Raise awareness
Μη με σταματάς. Ονειρεύομαι.
Ζήσαμε σκυμμένοι αιώνες αδικίας.
Αιώνες μοναξιάς.
Τώρα μη. Μη με σταματάς.
Τώρα κι εδώ για πάντα και παντού.
Ονειρεύομαι ελευθερία.
Μέσα απ' του καθένα
την πανέμορφη ιδιαιτερότητα
ν' αποκτήσουμε
του Σύμπαντος την Αρμονία.
Ας παίξουμε. Η γνώση είναι χαρά.
Δεν είναι επιστράτευση απ' τα σχολεία.
Ονειρεύομαι γιατί αγαπώ.
Μεγάλα όνειρα στον ουρανό.
Εργάτες με δικά τους εργοστάσια
συμβάλλουν στην παγκόσμια σοκολατοποιία.
Ονειρεύομαι γιατί Ξέρω και Μπορώ.
Οι τράπεζες γεννάνε τους "ληστές"
Η μοναξιά τους "απροσάρμοστους"
Το προϊόν την "ανάγκη"¨
τα σύνορα τους στρατούς
Όλα ιδιοκτησία.
Βία γεννάει η Βία.
Μη ρωτάς. Μη με σταματάς.
Είναι τώρα ν' αποκτήσουμε
του ηθικού δικαίου την υπέρτατη πράξη.
Να κάνουμε ποίημα τη Ζωή.
Και τη Ζωή πράξη.
Είναι ένα όνειρο που μπορώ, μπορώ, μπορώ
Σ' ΑΓΑΠΩ
και δεν με σταματάς δεν ονειρεύομαι. Ζω
Απλώνω τα χέρια
στον Έρωτα στην αλληλεγγύη
στην Ελευθερία.
Όσες φορές χρειαστεί κι απ' την αρχή
Υπερασπίζομαι την ΑΝΑΡΧΙΑ
Κατερίνα Γώγου
photo
4.6.13
Wonderland
Δεν έχω γράψει κάτι πέρα απο
ερωτόλογα για σένα. Τρυφερά και απαλά. Κλείνω τα μάτια και βλέπω εικόνες,
εικόνες φωτεινές, χρωματιστές και ομιλούντες. Μου λείπει να τριγυρίζεις μέσα
στα πόδια μου σαν ζουζούνι πολύχρωμο που κάνει θόρυβο, μου λείπει να
κουρνιάζεις στο πλάι μου, μου λείπει να κουλουριάζεσαι γύρω μου σαν αγνή
ενέργεια...
...σε τοποθετώ
εδώ
κι εδώ
κι
εδώ...
20.5.13
Persecution
Οι σκέψεις μου είναι μαύρα
πουλιά που κατασπαράζουν τις αναμνήσεις και τον λογικό μου νου.
Παλεύω μαζί τους και γεμίζω
μαύρα πούπουλα πάνω μου κολλημένα σαν αρρώστια.
Πέρα απο τα όρια της ζωής μας, δεν υπάρχει κόσμος, δεν υπάρχει χώρος, μήτε χρόνος.
Απλωμένο το Τίποτα και το
Πουθενά πάνω απο το καυσαέριο των αναστεναγμών μας. Πλέγματα σε αναθεματισμένες
στιγμές υπερφορτωμένες με ηλεκτρικό φορτίο αυτοκαταστροφής.
Μίλα μου, μέλωσέ μου τα λόγια
σου, κάνε απ' τις πληγές μου να τρέχει νέκταρ αντί για αίμα μπας τη βγάλω καθαρή
και σήμερα.
Παντού απλωμένο το άρωμα της
απόγνωσης της απουσίας.
Σκέψεις τόσο θλιμμένες,
ξαπλώνουν στο κεφαλόσκαλο απελπισμένες.
Σήμερα που γύρισα τις είδα να κοιμούνται πάνω σε
σακβουαγιάζ γεμάτα σκόνη παρελθόντος.
Ζητάω ζωή. Μια χαραμάδα φως. Με
λένε Λύπη. Οι διωγμοί με φέρνουν πιο κοντά στο όνομά μου.
18.5.13
Dots
Και τώρα οι δυο μας. Εγώ κι
εσύ. Δε θέλω να μιλήσω για σένα. Δε μου αρέσει να μιλώ για άλλους. Μοιάζει σαν
κρίνω ζωές. Δε θέλω να μιλάω ούτε για μένα. Μοιάζει εγωιστικό. Θα ήθελα να
μιλήσω για την Αγάπη δίχως όρια, μα είμαι μια μικρή θνητή κουκίδα. Και μαζί με
τις υπόλοιπες κουκίδες της ανθρωπότητας, προσπαθούμε να λύσουμε απλά τις
διαφωνίες μας πάνω σε ζητήματα με νόημα και ουσία. Το αν κάποιος είναι
μεγαλύτερη κουκίδα απο κάποιον άλλο, δε τον απαλλάσσει απο το βάρος της ύπαρξής
του. Κουκίδες. Μικρές, στοιχισμένες, με χρώμα ή όχι, κουκίδες. Τοποθετημένες σε
σειρά τυχαίας συμπτωματικής κατάστασης. Προδομένοι και προδότες πλάι πλάι. Γύρεψε
το σάλιο σου τώρα να ξοδέψεις μερικές σκέψεις σπαζοκεφαλιάζοντας...
3.5.13
Von Anfang
Πόσα Αντίο μου απομένουν να ξοδέψω;
Θα χαλάσω το ένα απο αυτά για να με ξεφορτωθώ. Τόσοι μήνες στα σκοτάδια και
γεννήθηκα πολύχρωμη. Τώρα που έφυγε η ντεθίλα απο πάνω μου και απο μέσα μου, θα
έρθω να σου συστηθώ απο την αρχή. Με λένε Μαρία. Θα σ' αγαπάω απο την αρχή. Θα
δεις τα μάτια μου και θα αναγνωρίσεις την άυλη μου ύπαρξη. Θα μ' αγαπάς κι εσύ
απο την αρχή. Κι έτσι κάθε Άνοιξη θα συστηνόμαστε ξανά. Θα ερωτευόμαστε με
πάθος μέχρι κάθε επόμενη Άνοιξη που θα ξαναερωτευτούμε. Ντρέπομαι να σου πω πως σ' ερωτεύτηκα
απο την αρχή. Θα με πάρεις στο ψιλό και θα συνοφρυωθώ πάλι θα χτυπήσω το πόδι
στο πάτωμα, θα σταυρώσω τα χέρια μου κάτω απο το στήθος μου και θα σου γυρίσω
τον κώλο μου ενώ θα κουνιέμαι πάνω κάτω σαν σεισμός τεκτονικός. Θα γελάς και θα
με πειράζεις στον ώμο κι εγώ θα κάνω νάζια, θα κουνιέμαι κι άλλο πάνω κάτω κι
εσύ θα εστιάσεις στους γοφούς μου· τελικά το ξέρω πως κοιτάς τον κώλο
μου όταν κουνιέμαι έτσι. Μάης μπήκε, χαμπάρι δε πήρα πότε απαλλάχτηκα απο τα
χειμωνιάτικα, ήμουν απορροφημένη στο να σου κουνιέμαι. Μα περισσότερο
απολαμβάνεις όταν γίνομαι η ίδια σεισμός κι εγώ απολαμβάνω όταν έρχεσαι απο
πίσω μου και βάζεις τα χέρια σου γύρω μου, τις χούφτες σου στα στήθη μου και το
μάγουλό σου πάνω στην πλάτη μου. Και φωλιάζεις ακίνητα ανάμεσα στις ωμοπλάτες μου.
Δεν είμαι σαν τις άλλες που έζησες εγώ. Εγώ είμαι ξελογιάστρα και κουνίστρω,
έτσι μ' έλεγε η γιαγιά όταν ζούσε. Θυμάμαι τόσο το "η σωστή γυναίκα,
πρέπει να είναι νοικοκυρά στην κουζίνα της, κυρία στο σαλόνι της και πουτάνα
στο κρεβάτι της" που νομίζω πως θα το πω κι εγώ στη δική μου κόρη για να
μη χαθεί ο ήχος της γιαγιάς στο υποσυνείδητό μου. Εγώ, δε φοβάμαι να ξοδεύω τα
αντίο μου. Εμένα, δε με νοιάζει να στραπατσάρω τις εικόνες μου γκρεμίζοντας τες
σε κενά. Έχω τα τσιγάρα της απελπισίας κρυμμένα στο πρώτο συρτάρι. Δε ξέρω τί
θα έκανα χωρίς αυτά. Θα ένιωθα να στάζω απελπισμένα και να ξοδεύομαι. Ευτυχώς
υπάρχουν και ξεφυσάω απελπισίες μπλεγμένες με πίσσα και νικοτίνη. Νυστάζω τα
μάτια μου. Κοιμήθηκα δίχως να θυμάμαι το που και το πως και ξύπνησα λίγο πριν
τις οκτώ στα κρυφά. Μου αρέσει να βάζω τα δάχτυλά μου στον αφαλό μου και μετά
απο εκεί μέσα στα σπλάχνα μου. Και ανάλογα με τη διάθεσή μου να ξεριζώνομαι ή
να θεραπεύομαι. Σήμερα θέλω αγκαλίτσες και φιλάκια πριν το πρωινό ξύπνημα. Έτσι
για να γίνω χαζορομαντική και γλυκανάλατη σαν όλες εκείνες που κρίνω παρομοίως.
Καμιά φορά μου αρέσει να γίνομαι κάτι απο αυτό που απεχθάνομαι μόνο και μόνο
για να επιβεβαιώνω την επιλογή μου να μην είμαι. Σε περίπτωση λάθους οι αλλαγές
δεν γίνονται αποδεκτές...
πόσο αλλόκοτο
μου φαίνεται
τόσο
χρώμα...
14.4.13
Entschuldigung
Για να κερδίσω κάτι, χάνω κάτι
άλλο. Σαν κατάρα εκ γενετής. Μου λείπει το χρωμόσωμα της ισορροπίας και πάντα
πέφτω όταν θέλω να σταθώ ανάμεσα σε αυτό που θέλω και σε αυτό που επιβάλλεται. Δε
μπορώ να πω πόσες φορές γκρεμίζομαι στο ένα ή στο άλλο. Έτσι δε μπορώ να
καταλήξω στο αν είμαι επιρρεπής ή συνεπής. Μπουμπούνιζε, άστραφτε κι έβρεχε
πολύ όταν έπεσα να κοιμηθώ στις οκτώ και τέσσερα το πρωί. Είχα να νανουριστώ με
τέτοια μουσική απο πρόπερσι. Δε κοιμόμουν στ' αλήθεια, ο ένας εαυτός μου έμεινε
με τα μάτια ανοιχτά να μου περιγράψει τις εικόνες και τους ήχους. Μάλλον γι
αυτό αναστέναξα άτσαλα και γέμισαν τα τζάμια υδρατμούς. Οι επιθυμίες μου, μου
πάνε κόντρα και ο καιρός λιγοστεύει· στιγμή στιγμή πλησιάζω στο τέρμα και
παθαίνω κρίσεις πανικού. Σπαταλάω τα όνειρά μου σε πεζοδρόμια βρώμικα. Πουλάω
σκέψεις με το κιλό κι επιβιώνω όπως όπως. Θα πουλήσω πρώτα εκείνη που όταν
έρχεται μου γαμάει τον ύπνο και ξενυχτάω κουρελιασμένη. Και τα χαράματα
σηκώνομαι να κλείσω τα πατζούρια μέχρι την τελευταία γρίλια και κοιμάμαι. Και η
σκέψη μεταμορφώνεται σε εφιάλτη και μου τρώει τα μάτια. Και πετάγομαι όρθια και
ιδρωμένη, το δωμάτιο είναι θεοσκότεινο, δε βλέπω τίποτα, ουρλιάζω, βάζω τα
χέρια μου πάνω στα μάτια μου να δω αν τα μάτια μου είναι στη θέση τους. Ανάβω
το πορτατίφ να ελέγξω τις αισθήσεις μου και μετά το κλείνω και κοιμάμαι πάλι.
Αυτό που μέσα μου γεννήθηκε άγριο, μέρα με τη μέρα αγριεύει και μου δημιουργεί μια
ρυτίδα ανάμεσα στα φρύδια. Την πιάνω, την τεντώνω, την καλοπιάνω για να φύγει·
δε θέλω να γεράσω θυμωμένη. Οι θυμωμένες γυναίκες γίνονται άσχημες γριές. Εμένα
μου αρέσουν οι άλλες οι γριές, οι στρουμπουλές, με τα μάτια τα ευγενικά, τα
γεμάτα φως μάτια, που το δέρμα τους τσιτώνει πάνω στα ροδαλά τους μάγουλα. Αυτό
που απο μέσα μου με τρώει, μόλις άλλαξα δεκαετία κι έγινα τριάντα ξεκίνησε να
με κατασπαράζει. Δε φταις εσύ, μην ταυτίζεις τους καιρούς. Τέσσερα χρόνια τώρα
ξεμένω απο άκρα και απο σπλάχνα και μοιάζω άσπλαχνη αλλά δεν είμαι, αλήθεια δεν
είμαι, τεστάρω τις αντοχές μου κάθε φορά που μπαίνω στο μπουρδέλο και γίνομαι
πόρνη για δώδεκα ευρώ τη βραδιά. Τα Σάββατα πληρώνομαι διπλά·
παράπονο δεν έχω. Ο νταβατζής μου είναι χουβαρντάς και ανοιχτοχέρης. Και ταΐζει
το μυαλό μου σκατά με γεύση φράουλας. Με όλες τις πουτάνες του ο ίδιο κάνει. Κι
έτσι, όταν η βάρδια τελειώνει λέμε "...και δόξα τον θεό που έχουμε αυτά
που έχουμε" Και στο τέλος μας μένει απλά μια ξεχειλωμένη τρύπα. Που όταν
το τίποτα θα απομείνει να ευγνωμονούμε, τότε η τρύπα θα μετακομίσει στο κεφάλι.
Εκεί, ανάμεσα στα φρύδια μου. Δίπλα στη ρυτίδα που την πιάνω, την τεντώνω
και την καλοπιάνω για να φύγει...
...θα ονειρευτώ
πρίγκηπες σωτήρες...
11.4.13
Deeds
Περνάς απο μπροστά μου,
στέκεσαι στο διπλανό κάθισμα, κάθεσαι και ποντάρεις κατινίστικα στην απολογία
μου. Κι εγώ νιώθω τον μηρό σου να ακουμπάει πάνω στον δικό μου σαν τοίχος που παθαίνει
αδιάφορες ανατριχίλες. Με κοιτάς στα μάτια δήθεν λοξά, αλλά κατάματα λέγεται
αυτό αν δε το ξέρεις. Πετάγεσαι τρομαγμένος στον ήχο της αναγγελίας της
επόμενης στάσης: "Επόμενη στάση - next stop Θεσσαλονικιά". Ποιος ξέρει τί σκεφτόσουν και σε
διέκοψε. Στη μεθεπόμενη στάση κατεβαίνω. Θα περάσω απο τον μανάβη να πάρω μια
καρδιά μαρουλιού να την αντικαταστήσω με τη δική σου στη μνήμη μου. Τρυφερή,
μαλακή, ζουμερή. Με ένα αίσθημα πικρίλας στο τέλος. Μεγάλωσες νομίζω. Κι εγώ
μεγάλωσα, βλέπεις; Και απο σήμερα αποφάσισα να πίνω δάκρυα λιγότερες μέρες τη
βδομάδα, έτσι θα φτιάξει η διάθεσή μου, έτσι μέχρι το καλοκαίρι θα είμαι
γκομενάρα και θα φοράω το στρίνγκ μαγιό μου απενοχοποιημένα. Προς το παρόν
πονάει η μήτρα μου. Είναι η μέρα της απόξεσης του ωαρίου. Σε πέτυχα πάλι να
πηγαίνεις κόντρα στους φόβους σου. Πες την αλήθεια, δε φοβήθηκες για μια στιγμή
μη σε θυμηθώ και σου μιλήσω; Δεν το ευχήθηκες ταυτόχρονα; Ανώμαλος είσαι
τελικά. Και δεν ξέρεις πως να χειριστείς αυτό που θες. Ή δεν ξέρεις πως να
μάθεις να θέλεις αυτό που χρόνια χειρίζεσαι. Σε λοξοκοίταξα. Και μετά γύρισα να
σε δω στα ίσια στο πρόσωπό. Πού πήγαν οι
βλεφαρίδες σου; Τα χείλη σου πως πίκραιναν έτσι; Και φαντάσου, κάποτε
ερωτεύτηκα το είναι σου. Και τώρα απλά τα μάτια σου είναι δυο μαύρες τρύπες.
Ούτε καν δηλαδή...
...μη φοβάσαι ρε
μαλάκα...
ποτέ δε γυρίζω σε κάτι
που απέρριψα...
6.4.13
Neunzehnhundertachtzig
Γενική καθαριότητα - ένα, και
μυρίζει σανδαλόξυλο παντού. Ξέρω οτι σουφρώνεις τη μύτη σου γιατί δε σου
αρέσει, αλλά εγώ μεθάω με αυτή τη μυρωδιά. Ξεσαλώνουν όλα κι έχει φασαρία
Άνοιξης. Τα παιδιά βγαίνουν να παίξουν εδώ και δύο βδομάδες. Η μικρή κάνει τσατ
με τον σκύλο του πάνω δρόμου κάθε βράδυ κοντά στις δέκα - δέκα και μισή, και οι
μήνες αλλάζουν και σκέφτομαι πως πάλι σε λίγο καιρό θα βγάλω τα καλοκαιρινά και
λίγο μου λείπει η αίσθηση που αφήνει το κρύο στο μπαλκόνι το βράδυ που φυσάει
Βαρδάρης κι έχει ξαστεριά. Μάνα μου, μανούλα μου, μανίτσα μου, δε ξέρω αν απο
τότε που έφυγα έτρεξα με λαχτάρα να σου μιλήσω. Πέρασαν δεκατρείς Άνοιξες απο
τότε. Και που λες, λες, λες και μοιάζεις να μιλάς με τον εαυτό σου και
συμφωνείς και διαφωνείς ταυτόχρονα με κάνει να νιώθω συμπόνια για σένα αλλά δεν
έχω την οικειότητα να σου τη δείξω. ''Το ένστικτο της μάνας'' που ποτέ δε
λανθάνει εγώ δε το έχω αλλά μπορώ να σου πω πως εμένα δε με ξέρεις. Δε ξέρω καν
αν σου κάνω για κόρη αλλά αυτή σου 'λαχε πρέπει να ψάξεις το γιατί. Θέλω να
τρέξω να κουρνιάσω μέσα σου και να μη μιλάμε, μόνο αυτό, να κουρνιάσω μέσα σου
ακίνητη και, αν κλάψουμε να κλάψουμε βουβά. Σε απογοήτευσα, αλλά είναι το
τίμημα που πληρώνουν κάποιοι που έχουν να επιλέξουν ανάμεσα στο αν θα
απογοητεύσουν τους γονείς τους και στο αν θα Ζήσουν. Βέβαια, υπάρχουν και
οι άλλοι που δε χρειάζεται να το κάνουν αυτό. Το δεύτερο το ονομάζω Αρμονία.
Και μπορεί να μη μεγάλωσα παιδί μέσα μου αλλά μεγάλωσα το παιδί μέσα μου. Και
τώρα που είπα το παιδί μέσα μου αναρωτιέμαι αν συναισθηματικά ενηλικιωνόμαστε
μία φορά και τέλος, ή για κάθε πρόβλημα πρέπει να ενηλικιωνόμαστε ξεχωριστά κάθε φορά;
Και γαμώ το κέρατό μου, πόσους εαυτούς πρέπει να ενηλικιώσω για να νιώσω πως
επιτέλους μπορώ να πάω χαλαρά με έναν σπαστό φραπέ στο χέρι απο το περίπτερο
μια περαντζάδα την παραλία και όλο πίσω;
Αυτοψυχανάλυση και
μαλακίες
τούμπανα.
5.4.13
2.4.13
Anarchy
Θέλεις να πατάς σταθερά.
Σ’ άρεσουν οι ρηχές θάλασσες.
Σ’ αρέσει να γυρνάς τον κόσμο
Αλλά πάντα στα ρηχά.
Εμένα μ’ αρέσουν οι βαθιές θάλασσες
Κι ας μη γυρνώ τον κόσμο
Κι ας με νομίζεις κολλημένο
Στο ίδιο σημείο.
Δεν υπάρχει σύμπαν
Υπάρχουν μόνο στιγμές
Συμπαντικές στιγμές.
Αν φτάσεις στην ακινησία
Μπορείς παντού να ταξιδέψεις
Γι’ αυτό το ξέχασες που σου λέγα
Μωρό μου, κείνο το πρωινό
Δίπλα στην σκάλα πως η ζωή
Και ο θάνατος δεν είναι θέμα περιβάλλοντος.
Είναι θέμα αντοχής στην ίδια γραμμή πλεύσης.
Εγώ δεν χρειάζομαι τον κόσμο
Κακώς έχεις νομίσει.
Για μένα δεν υπάρχει κόσμος
Χρειάζομαι απλά
Να δημιουργώ κόσμους.
Ν. Ασιμος
25.3.13
23.3.13
Junta
Ρε αι σιχτίρ που θα μείνω στον κόσμο σας.
Προτιμώ κλεισμένη στον δικό μου. Τι; Και που ξέρετε πως είναι καλύτερος; Δε το
ξέρετε. Δε σας κάλεσε κανείς. Αν το ξέρατε θα τον είχατε βρωμίσει και αυτόν.
Και μην ακούσω κιχ. Θα φορολογήσω κάθε λέξη κι έτσι θα γίνω η πιο πλούσια απο
όλους σας γιατί θα έχω το πιο πλούσιο λεξιλόγιο. Τι; Αυτό στερεί την ελευθερία
του λόγου; Πως; Είναι φασιστικό; Ε, και; Χούντα δεν έχουμε;
...σκασμός
τώρα...
16.3.13
Butterflies
Σε υποδέχομαι κάθε μήνα στις δεκατέσσερις. Και τον Μάρτιο στις δεκαπέντε. Τρέμω τα δάχτυλά μου και καμιά φορά τα σκούρα μπλε νύχια μου. Δεν ήθελα να φύγω, δεν ήθελα, αλλά με κλώτσησες και χτύπησα τα γόνατά μου και τώρα θύμωσα και τώρα θα απολαύσεις τον θυμό μου σαν λόγο παρηγοριάς που ποτέ δε χορταίνεις. Μαλακίες τα λόγια παρηγοριάς, ποτέ δεν ήξερα τί να πω για να παρηγορήσω κάποιον, συνήθως καθόμουν βουβή σκεπτόμενη πως να παρηγορήσω τον άλλο και ο άλλος νόμιζε πως είμαι σιωπηλή επειδή τον παρηγορώ. Αυτό με τους αδιάφορους. Για εκείνους που έρχονται στο ξεκάρφωτο και μου λένε τον πόνο τους λες κι έχω καμιά υποχρέωση να ακούω τον πόνο του ενός ή του άλλου. Μερικοί άνθρωποι νομίζουν ότι τους χρωστάς επειδή προτίμησαν εσένα για να μιλήσουν. Αυθαίρετα, δε με ρώτησαν. Επειδή δεν έχουμε λεφτά για ψυχιάτρους φορτωνόμαστε στον πρώτο τυχόντα. Κι εγώ είμαι η πρώτη τυχούσα για τουλάχιστον τριάντα άτομα τη μέρα. Όχι δε θέλω να ακούσω, αν άκουγα με ευλάβεια τον πόνο του καθενός σας θα έβγαζα καρκίνο. Εγώ σας φόρτωσα τον πόνο μου; Εγώ γιατί ρε πούστη μου πονάω σιωπηλά; Η απώλεια τρυπώνει μέσα μου και κιχ δε κάνω. Χαμογελώ για να σε κάνω να νιώσεις καλύτερα, χαμογελώ γιατί δεν έχεις την υποχρέωση να βλέπεις τα μούτρα μου, χαμογελώ γιατί έτσι θέλω, χαμογελώ βάσει πρωτοκΏλου, χαμογελώ γιατί είμαι πιο όμορφη χαμογελαστή, χαμογελώ ακόμα και όταν είσαι αγενής, χαμογελώ όταν πονάει η κοιλιά μου, χαμογελώ όταν με βρίζεις, χαμογελώ γιατί αν δε χαμογελούσα θα ήμουν σαν εσένα που λες τον πόνο σου δεξιά και αριστερά ικετεύοντας για οίκτο. Είμαι σκληρή, μου λένε και, ναι είμαι, για την ακρίβεια ο σκληρός μου εαυτός είναι κατασκευασμένος απο ατσάλι. Έχω πολλούς εαυτούς και αυτό δεν είναι μυστικό, κι εσύ έχεις, όλοι έχουμε, και αν έπεσες μόνο πάνω στον σκληρό, λυπάμαι αλλά δε φταίω εγώ, έθεσες σε λειτουργία τον μηχανισμό άμυνας για να μη με καταπιείς. Μόνο όταν επιστρέφω σπίτι έχω την οικειότητα να μιλήσω για όλα. Κι εσύ με ακούς πάντα με όρεξη και προσοχή. Είναι που τους δικούς σου πόνους τους αντέχω, τους γλύφω για να περάσουν. Εσύ δεν είσαι ο τυχάρπαστος άνθρωπος. Εσύ και άλλοι τρεις όχι δεν είστε. Εσύ και οι άλλοι τρεις είστε σαν άλλοι εαυτοί μου, και αν γεννιόμασταν την ιδία μέρα θα νόμιζα πως ήσουν εγώ σε μια άλλη εκδοχή του εαυτού μου. Πονάει η κοιλιά μου αλλά δε μιλάω· περισσότερο κλαίω όταν πονάω. Με αγαπάς όταν το πρωί σκουντουφλάω πάνω στα αθλητικά σου απο την κούραση και τη νύστα. Με τρίβεις απαλά ενώ κοιμάσαι και δε θυμάσαι καν πότε έκανα ντου στο όνειρό σου. Μη με αγαπάς εμένα, εγώ είμαι σκληρή σαν ατσάλι. Και ας σκας απο τα γέλια όταν κάνω γκριμάτσες και κουρνιάζω μέσα σου. Είμαι σκληρή σου λέω, κοίτα με, μη γελάς ρε μαλάκα, είμαι σκληρή δεν ακούς τους πολλούς που το λένε; Το ξέρεις πως κάτω απο άλλες συνθήκες θα μπορούσα να σε τσακίσω, όπως θα μπορούσες κι εσύ, όπως θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε άνθρωπος να τσακίσει τον οποιονδήποτε. Αλλά ούτε εσύ είσαι ο οποιοσδήποτε για μένα ούτε εγώ για σένα. Εσύ κι εγώ είμαστε παραλλαγές του ίδιου εαυτού. Και μπορεί να μην είμαστε τυχαίοι, αλλά τυχαίοι είμαστε ταυτόχρονα. Και μόλις θυμήθηκα πως εγώ στην τύχη δε πιστεύω. Δε ξέρω όμως αν η τύχη πιστεύει σε μένα.
Θα γεμίσω
όλο τον κόσμο πεταλούδες
να μου κρύβουν
το Σύμπαν
να πιάνουν χώρο
να χωράς στα νύχια μου
να χαϊδεύεις
το δέρμα μου, να
γρατζουνάς τη γάμπα μου,
να νομίζω πως
θα γυρίσεις πιο
νωρίς...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)