16.6.09

Και τελικά ο νους σταμάτησε. Όχι πως δε μπορεί να σκεφτεί άλλο πια, μα, να, είναι που η θέση στο κρεβάτι απο τη μεριά σου είναι ζεστή κι εγώ νιώθω πλήρης. Μου αρέσει να κοιμάμαι στο μαξιλάρι σου όταν σηκώνεσαι το πρωί και να βουλιάζω στη λακούβα που έχει στο σχήμα του κορμιού σου. Μπαίνω μέσα της και γίνομαι εσύ με έναν τρόπο περίεργο και ανορθόδοξο. Μυρίζω όπως εσύ, κοιμάμαι όπως εσυ, και όταν το ξυπνητήρι γίνει Σάββατο πρωί τότε επιστρέφω στο σώμα μου. Όχι, δεν είναι πως με απαρνήθηκα, όχι. Είναι πως μου αρέσει αυτό το παιγνίδι εγώ να γίνομαι εσύ κι έπειτα να γίνομαι ξανά εγώ.
Προχτες έκλεισα τις στιγμές στο κουτί με τις κλωστές και τις βελόνες που μου είχε χαρίσει η Λένα πριν δυο ή τρία καλοκαίρια και τις έβαλα δίπλα στα χρωματιστά κουβάρια να δω τι χρώμα στιγμές θα κεντίσω για να ταιριάζουν. Μου αρέσει το μπλε με το κίτρινο που σου είχα αγοράσει για φορεσιά πριν τέσσερις μήνες αλλά μάλλον εσένα δε σου αρέσει πια και άφησες το δωμάτιό σου σκονισμένο και το μπλε σε λίγο θα γίνει γαλάζιο. Εντάξει δε, λέω, πέρασα κι εγώ απο μια περίοδο που φορούσα συνέχεια το ίδιο φόρεμα, όχι επειδή μου άρεσε αλλά επειδή βαριόμουν να ψάξω για κάτι καινούριο, αλλά κάποια στιγμή η ανάγκη γύρισε την πλάτη της στην απραξία και σηκώθηκα απο τον καναπέ δίχως πόδια και είπα δυο κουβέντες. Όχι τυπικές, αλλά όχι και τίποτα σημαντικό, μη φανταστείς.
Σου μιλώ σα να είσαι απέναντί μου μπροστά απο τον λαχανί τοίχο του γραφείου. Αλλά εσύ θα με ακούσεις μάλλον όταν σου πω πως σου μίλησα λίγο το απόγευμα, ναι, τότε που έπλεκες συνταγές ευτυχίας απένταντι απο τα μάτια μου αλλά δε με έβλεπες. Ούτε με άκουγες. Θα γυρίσεις το βλέμμα σου αλλού, θα το σηκώσεις προς τα μάτια μου, θα μου χαμογελάσεις και θα μου δώσεις ένα φιλί με όλα τα Σ’αγαπώ του κόσμου. Αλλά και πάλι δε θα έχεις κάτι να μου πεις.
Σε λίγο θα φύγω θα πάρω το αμάξι και θα πάω ακόμα πιο βόρεια και όπου βγάλει ο δρόμος. Θέλω να τελειώσεις το σπίτι με τις πάπιες και να έρθεις μαζί μου. Άραγε γίνεται να μη μιλά το μυαλό και το κορμί να βγάζει γράμματα καλλιγραφικά απο κάθε πόρο σχηματίζοντας λέξεις; Άραγε γίνεται να με κοιτάς στα μάτια και να μιλάς δίχως φωνή; Άραγε γίνεται να γράφεις για μια μεγάλη αγάπη για πάντα; Άραγε γίνεται να υπάρχει έμπνευση δίχως πόνο;
Τώρα που οι Δράκοι βράχνιασαν, τώρα που οι Νεράϊδες γέρασαν και οι Πρίγκηπες των παραμυθιών προτιμούν τα γρήγορα αμάξια απο τα άλογα, έλα και απόψε δίπλα μου να σου φτιάξω ένα παραμύθι...
Τρίτη 16/06/09 10.32
Φωτό: http://otherjoseph.deviantart.com/art/drivingaway-66904341