Σε υποδέχομαι κάθε μήνα στις
δεκατέσσερις. Και τον Μάρτιο στις δεκαπέντε. Τρέμω τα δάχτυλά μου και καμιά
φορά τα σκούρα μπλε νύχια μου. Δεν ήθελα να φύγω, δεν ήθελα, αλλά με κλώτσησες
και χτύπησα τα γόνατά μου και τώρα θύμωσα και τώρα θα απολαύσεις τον θυμό μου
σαν λόγο παρηγοριάς που ποτέ δε χορταίνεις. Μαλακίες τα λόγια παρηγοριάς, ποτέ
δεν ήξερα τί να πω για να παρηγορήσω κάποιον, συνήθως καθόμουν βουβή σκεπτόμενη
πως να παρηγορήσω τον άλλο και ο άλλος νόμιζε πως είμαι σιωπηλή επειδή τον
παρηγορώ. Αυτό με τους αδιάφορους. Για εκείνους που έρχονται στο ξεκάρφωτο και
μου λένε τον πόνο τους λες κι έχω καμιά υποχρέωση να ακούω τον πόνο του ενός ή
του άλλου. Μερικοί άνθρωποι νομίζουν ότι τους χρωστάς επειδή προτίμησαν εσένα
για να μιλήσουν. Αυθαίρετα, δε με ρώτησαν.
Επειδή δεν έχουμε λεφτά για ψυχιάτρους φορτωνόμαστε στον πρώτο τυχόντα.
Κι εγώ είμαι η πρώτη τυχούσα για τουλάχιστον τριάντα άτομα τη μέρα. Όχι δε θέλω
να ακούσω, αν άκουγα με ευλάβεια τον πόνο του καθενός σας θα έβγαζα καρκίνο.
Εγώ σας φόρτωσα τον πόνο μου; Εγώ γιατί ρε πούστη μου πονάω σιωπηλά; Η απώλεια
τρυπώνει μέσα μου και κιχ δε κάνω. Χαμογελώ για να σε κάνω να νιώσεις καλύτερα,
χαμογελώ γιατί δεν έχεις την υποχρέωση να βλέπεις τα μούτρα μου, χαμογελώ γιατί
έτσι θέλω, χαμογελώ βάσει πρωτοκΏλου, χαμογελώ γιατί είμαι πιο όμορφη
χαμογελαστή, χαμογελώ ακόμα και όταν είσαι αγενής, χαμογελώ όταν πονάει η
κοιλιά μου, χαμογελώ όταν με βρίζεις, χαμογελώ γιατί αν δε χαμογελούσα θα ήμουν
σαν εσένα που λες τον πόνο σου δεξιά και αριστερά ικετεύοντας για οίκτο. Είμαι
σκληρή, μου λένε και, ναι είμαι, για την ακρίβεια ο σκληρός μου εαυτός είναι
κατασκευασμένος απο ατσάλι. Έχω πολλούς εαυτούς και αυτό δεν είναι μυστικό, κι
εσύ έχεις, όλοι έχουμε, και αν έπεσες μόνο πάνω στον σκληρό, λυπάμαι αλλά δε
φταίω εγώ, έθεσες σε λειτουργία τον μηχανισμό άμυνας για να μη με καταπιείς.
Μόνο όταν επιστρέφω σπίτι έχω την οικειότητα να μιλήσω για όλα. Κι εσύ με ακούς
πάντα με όρεξη και προσοχή. Είναι που τους δικούς σου πόνους τους αντέχω, τους
γλύφω για να περάσουν. Εσύ δεν είσαι ο τυχάρπαστος άνθρωπος. Εσύ και άλλοι
τρεις όχι δεν είστε. Εσύ και οι άλλοι τρεις είστε σαν άλλοι εαυτοί μου, και αν
γεννιόμασταν την ιδία μέρα θα νόμιζα πως ήσουν εγώ σε μια άλλη εκδοχή του
εαυτού μου. Πονάει η κοιλιά μου αλλά δε μιλάω· περισσότερο κλαίω όταν πονάω.
Με αγαπάς όταν το πρωί σκουντουφλάω πάνω στα αθλητικά σου απο την κούραση και
τη νύστα. Με τρίβεις απαλά ενώ κοιμάσαι και δε θυμάσαι καν πότε έκανα ντου στο
όνειρό σου. Μη με αγαπάς εμένα, εγώ
είμαι σκληρή σαν ατσάλι. Και ας σκας απο τα γέλια όταν κάνω γκριμάτσες και
κουρνιάζω μέσα σου. Είμαι σκληρή σου λέω, κοίτα με, μη γελάς ρε μαλάκα, είμαι σκληρή δεν ακούς τους
πολλούς που το λένε; Το ξέρεις πως κάτω απο άλλες συνθήκες θα μπορούσα να σε
τσακίσω, όπως θα μπορούσες κι εσύ, όπως θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε άνθρωπος να
τσακίσει τον οποιονδήποτε. Αλλά ούτε εσύ είσαι ο οποιοσδήποτε για μένα ούτε εγώ
για σένα. Εσύ κι εγώ είμαστε παραλλαγές του ίδιου εαυτού. Και μπορεί να μην
είμαστε τυχαίοι, αλλά τυχαίοι είμαστε ταυτόχρονα. Και μόλις θυμήθηκα πως εγώ
στην τύχη δε πιστεύω. Δε ξέρω όμως αν η τύχη πιστεύει σε μένα.
Θα γεμίσω
όλο τον κόσμο πεταλούδες
να μου κρύβουν
το Σύμπαν
να πιάνουν χώρο
να χωράς στα νύχια μου
να χαϊδεύεις
το δέρμα μου, να
γρατζουνάς τη γάμπα μου,
να νομίζω πως
θα γυρίσεις πιο
νωρίς...