27.2.13

Nackt


Δε ξέρω αν βρίσκεται κρυμμένος στα νύχια σου ο θεός...

...όταν στα πρόβατα αγορεύεις για του έθνους το καλό...

...πως γίνεται η αγάπη να ζει απ' τη λέξη εχθρός...

...πως θα βρω τη σωτηρία σκυμμένος και βουβός...

...φύγε απο μπροστά μου...

...μου κρύβεις το θεό...








Ποιος σκαλίζει το σκοτάδι στην ψυχή μου κι όταν χαίρομαι
ποιος κλαίει
Ποιος παλεύει να μισήσω το κορμί μου κι όταν το αγαπώ
ποιος φταίει
  Ποιος φρενάρει και ρημάζει τη ζωή μου κι όταν προχωράω
ποιος κλαίει
  Ποιος ζητά να χαμηλώσω τη φωνή μου κι αν του τ' αρνηθώ
ποιος φταίει

21.2.13

Abgeben



Χτες που είχε λιακάδα τρόμαξα. Νυστάζει το δέρμα μου και τα νύχια μου βρήκαν ευκαιρία να με γδάρουν. Είμαι σιωπηλή και τρομάζεις στις σιωπές μου. Μη τρομάζεις. Όταν σωπαίνω σχηματίζω τις πιο όμορφες λέξεις που δεν ξέρεις. Μαζεύω σε κούτες τις τελευταίες μου αναμνήσεις. Αχ ρε Μάνα, πως να σου πω πως το αεροπλάνο φεύγει σε μερικούς μήνες και λίγες ώρες; Πως να σε πείσω να δεις τον κόσμο ανάποδα για να δεις πόσο όμορφος είναι μέσα απο τα μάτια μου; Ο κόσμος στα ίσια του μου βγάζει τα μάτια και νιώθω ανάπηρη. Μου ξεριζώνει μία μία τις βλεφαρίδες και τώρα που μου απόμειναν λίγες φοβάμαι μη μου φάει και τα βλέφαρα. Και τότε θα είμαι υποχρεωμένη να βλέπω τα χάλια του για πάντα. Φοβάμαι μη συμβεί κάτι και δε μπορέσω να κλείσω τα μάτια μου στην ασχήμια. Μην τυχόν και χάσω την ικανότητα να κλαίω. Φοβάμαι μη συνηθίσω τη βρώμα. Και γίνω βρώμικη κι εγώ. Θα φτιάξω έναν καφέ και θα στρίψω ένα τσιγάρο να το πιω στην υγειά σου. Θα κάνω κύκλους με το στόμα και τα χείλη μου που θα σκάνε στον απέναντι τοίχο σκιαγραφώντας το πρόσωπό σου όσο το θυμάμαι πια. Ό,τι φοβόμουν περισσότερο ενσαρκώθηκε σε όνειρα αλλόκοτα που μου ξενίζουν. Εισβάλεις στις σκέψεις μου, τις μετράς και τις διαβάζεις και είμαι σίγουρη πως πιστεύεις πως απευθύνονται σε σένα και πολύ θα ήθελα να χλευάσω την απογοήτευσή σου όταν ανακαλύψεις πως δεν. Δε σου μιλάω πια, δε μιλάω καν σε μένα, θύμωσα μαζί μου τις προάλλες και μου κρατάω μούτρα. Οικειοποιήσου τη θλίψη που υπάρχει στο αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου μου γιατί το δεξί μου το χρειάζομαι για να αναπτύξω δεξιότητες που ούτε μπορείς να φανταστείς. Τρώω τα νύχια μου επειδή ξέχασα τον νυχοκόπτη μου στο συρτάρι του μπάνιου του ξενοδοχείου της Ομόνοιας. Ανάμεσα στους λεγόμενους "λαθρομετανάστες" - σε ποιο Σύμπαν άραγε η ζωή είναι λαθραία - μου άρεσε να τραβάω φωτογραφίες ενώ όλοι τραβούσαν τις τσάντες τους ή το χέρι του διπλανού τους να επιταχύνουν σκανάροντας καχύποπτα το πεδίο. Δεν είμαι ατρόμητη, είναι που έχω άγνοια κινδύνου και αυτό με καθιστά επικίνδυνη σε μένα, σε σένα , σε όλους όσους με ακολουθούν, ξουτ σου λέω, φύγε, θα κατέβω την Τσαλδάρη μέχρι το τέρμα της. Ραντεβού στον τοίχο με το ορθογραφικό σε μια ζωή και κάτι νύχτες. Πριν ξεκινήσω θα σου πάρω τηλέφωνο να ξεκινήσεις κι εσύ. Και αν σε στήσω φύγε και μη λοξοκοιτάξεις, μη ψάξεις λιβελούλες σε αστραγάλους. Τακτοποιώ τους εαυτούς μου σε σειρά. Θέλω οι εαυτοί μου να είναι αυτόνομες προσωπικότητες, να χρησιμοποιώ ξεχωριστά τον καθένα ανάλογα με την περίσταση. Να βγαίνει ο παρανοϊκός μου όταν σε θυμάμαι, ο εγωκεντρικός μου όταν σε απαξιώνω, ο θλιμμένος μου όταν σου κρύβομαι, ο τρυφερός όταν πονάς, ο αδίστακτος όταν δε πονάς, ο αχόρταγος όταν πηδιόμαστε, ο καταχρηστικός όταν με κοιμίζεις. Με κουράζουν οι λιακάδες απίστευτα. Μου τσούζουν τα μάτια και με κρατάνε σε εγρήγορση. Θέλω μια συννεφιά, μια μπόρα, να ανάψω τζάκι να ανοίξω τα πατζούρια, να τραβήξω τις κουρτίνες. Να μπει λίγη συννεφιά.



you know that
you have
already talk to
me and you just
don't remember it
right?




17.2.13

Spielen

Όταν δεν έχω τί να κάνω σε θυμάμαι.

16.2.13

Doom



Βλέπω όνειρα άλλων. Περνάω την πλοκή σαν σε ταινία απο απόσταση. Και μετά ξυπνάω με τα συναισθήματα άλλων και μου γαμιέται η μέρα. Ανοίγω τα μάτια μου γεμάτη απο θλίψη Στέλλας, απόγνωση Πάνου, ανασφάλεια Κατερίνας, καύλες Γιώργου, μοναξιά Βαγγέλη. Χτες είδα ένα όνειρο που ήταν δικό μου. Ξύπνησα βιώνοντας απώλεια. Φοβάμαι μη φύγεις και ειλικρινά δε ξέρω πότε σε αγάπησα εσένα τόσο πολύ. Δε με μεγάλωσες εσύ, ούτε εγώ εσένα. Τώρα που θα φύγω μακριά σου να προσέχεις. Να μη παίρνεις τα φάρμακα για την πίεση απλά να απαγχωθείς και να στηρίζεις τις σκέψεις σου στο κεφάλι σου και όχι σε ολόκληρο το σώμα σου. Και αν δεις πως απο τις πολλές σκαλωσιές το μυαλό σου θυμίζει γιαπί και όχι νου, τότε ξεκίνα να γκρεμίζεις τα στηρίγματα ξεκινώντας απο τα κάτω. Κερδίζεις χρόνο κατεδάφισης. Μόνο πρόσεχε μην καταπλακωθείς. Πως να αποκτήσω όσα στερήθηκα στα πέντε; Δε μπορώ. Μπορώ όμως να σε αγαπάω και να σε μεγαλώνω μέσα μου με πανοπλίες και σπαθιά και μπορώ να σε κάνω βασιλιά μεγάλο και τρανό και ατρόμητο, έτσι θα ξέρω πως κανείς δε θα σε νικήσει. Ξύπνησα με την απώλειά σου. Έμπαινα κι έβγαινα απο το κουζινάκι της γιαγιάς σε replay στο όνειρό μου για δω στις πόσες φορές εξαφανίζεται η πληροφορία του χαμού σου. Και μετά ούρλιαζα για να δω σε πόσα ουρλιαχτά μπορώ να σε επαναφέρω πίσω. Κρυώνω παρόλη τη ζεστασιά σου. Δε ξέρω πως να αποφύγω τα ξεριζώματα, δε ξέρω πως να μεταφυτέψω ζωές. Θα μπολιάσω τη ζωή μου με ζωή άλλων και θα δεις, θα γίνω ένα είδος που παρόμοιό του δε θα υπάρχει, θα το δεις, και ξέρω πως θα με αγαπάς όπως και τώρα που είμαι η μονάκριβή σου. Μη πεθάνεις. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία απο ανδρείκελα εκεί έξω που προηγούνται. Εσύ θα είσαι δικός μου για πάντα, υποσχέσου το. Και όταν τα χέρια σου θα τυλίγονται γύρω απο το σώμα μου κάθε φορά που θα μου λες "σςςςςς κοριτσάκι μου μη κλαίς...." δε θα κρέμονται πάνω σου άχαρα όπως τότε που ήμουν έντεκα και δεν ήξερες να αγκαλιάζεις. Εγώ μπαμπά, να ξέρεις, κλαίω συχνά απλά κανείς δε το ξέρει. Κλαίω τις νύχτες λίγο πριν κοιμηθώ μόλις διαπιστώσω πως τώρα που όλοι κοιμήθηκαν εγώ μπορώ να κλάψω ήσυχη. Και αν κοιμάμαι πρώτη, κλαίω τα όνειρά μου και τα πρωινά μετά βρέχει. Να, όπως χτες. Και προχτές. Και σήμερα πάλι. Και μπαμπά μου αρέσει η βροχή απο τότε που ήμουν πέντε και τρέχαμε στο πάρκο του Αγ. Γεωργίου στα Γιαννιτσά.  Εκεί που ο Λεωνίδας έσπασε το κεφάλι του κι εγώ πόσο φοβήθηκα μη του φύγουν οι σκέψεις του για μένα απο το μυαλό, αλλά ευτυχώς του κάνανε ράμματα κι έτσι έμεινε ερωτευμένος μαζί μου μέχρι να τον εγκαταλείψω για να αλλάξω πόλη. Μου λείπει μπαμπά όλο αυτό που δεν έζησα και σου έχω έτοιμη απάντηση για το πως γίνεται να μου λείπει κάτι που πότε δεν είχα· το φαντάζομαι. Νιώθω καταθλιπτική κάθε φορά που κοιμάμαι δώδεκα ώρες την ημέρα, κάθε μέρα περίπου. Το κορμί μου παραπαίει και το γέλιο, μου γκριζάρει λίγο τα μαλλιά. Μπαμπά ξέρεις που άφησα το τηλέφωνο; Θέλω να σου μιλήσω...

πως ξέχασες
 να μου 
πεις πως
το "απο" 
παίρνει τόνο;




6.2.13

Greed



Είσαι ένας κομπλεξικός μαλάκας εξουσιόκαυλος. Μοιάζεις λίγο με το σαλιγκάρι στο ενυδρείο μου. Πληρωμένος ικανός κάνοντας πράγματα ανίκανα. Στρωμένος στην προσωπική σου βόλεψη, αναλαμβάνεις την προσωπική μου απαξίωση και ουστ απο 'δω που δε θα φοράω τις ροζ μου παντόφλες. Τελικά οι μαλάκες δεν πρέπει να έχουν δικαιώματα. Όχι οι εκ γενετής, οι άλλοι. Εκείνοι που έγιναν επίκτητα επειδή τον παίζουν όλη μέρα και βγάζουν δόξα απο το εσωτερικό τσεπάκι του μπουφάν τους. Θα περιμένω. Να μην αποτελείσαι απο τρισεκατομμύρια λιποκύτταρα μπας και τελικά αντί για λίπος αρχίσεις να σκέφτεσαι ως άνθρωπος. Και πάνω που θα γυρίζει ο τροχός για να γαμήσει και ο φτωχός θα σε κοιτώ με ανύπαρκτα μάτια μόνο και μόνο για να νιώσεις την απαξίωση μου στο πετσί σου λίγο πριν εξαϋλωθείς.



...και τώρα που σε
έκανα τόσο
μικροσκοπικό που
μπορώ να σε
καταπιώ, τί
κατάλαβες;