Χτες οδηγούσα σε έναν δρόμο ακαθόριστο, δίχως όρια, δίχως διαχωριστικές γραμμές στην άσφαλτο. Άνοιξα το παράθυρο στις δέκα η ώρα το βράδυ, έβαλα δυνατά μουσική και σ’ ένα φανάρι έστριψα τσιγάρο. Είχα μια τόσο μεγάλη λαχτάρα να οδηγήσω χωρίς συγκεκριμένη κατεύθυνση, που αν η λαχτάρα μου να σε δω ήταν έστω κι ένα χιλιοστό λιγότερη από αυτή που ένιωθα, θα ταξίδευα μέχρι τον επόμενο πλανήτη του ηλιακού μας συστήματος.
Ζω σε έναν κόσμο χρεοκοπημένο από αισθήματα, σε έναν κόσμο που επενδύει σε αγωνία. Κι εγώ αμέτοχη απλά νιώθω συμπόνια, βρίσκομαι σε έναν κόσμο παράλληλο και κοιτώ τον άλλο με κλεφτές ματιές πίσω από τα μαύρα γυαλιά που μου χάρισες πέρσι το καλοκαίρι ένα μεσημέρι που πηγαίναμε στη θάλασσα και είχα ξεχάσει τα δικά μου. Αλήθεια… που να είναι άραγε εκείνα τα δικά μου τα γυαλιά; Ούτε που τα έψαξα ξανά από τότε.
Σχεδιάζεις στο γραφείο οικοδομήματα κι εγώ κάθομαι στο μπαλκόνι και απολαμβάνω τον αέρα που δροσίζει με λύτρωση το σώμα μου. Χτες βράδυ ήρθα και κοιμήθηκα πλάι σου και σε χάιδευα και σου χαμογελούσα με φωνή, ψιθυρίζοντας σου ‘‘
…είσαι μια γκριμάτσα κι ένας ήχος…’’ κι έτσι απαλά με πήρε ο ύπνος.
Έχει μια υπέροχη σιωπή γύρω που απαρτίζεται από ήχους. Μια μπάλα που χοροπηδάει στο απέναντι γήπεδο του μπάσκετ και κάτι φωνές. Ο μελωδός που παίζει μουσική με τον άνεμο και ταιριάζει με το σφύριγμά σου σε ρυθμό. Και ο αέρας καθώς κουνά τα φύλα από τις λεύκες. Και όλα μαζί μια υπέροχη σιωπηλή συμφωνία. Σαν εκείνες που κάνουμε τα βράδια πριν κοιμηθούμε. Συμφωνούμε σιωπηλά πως το επόμενο πρωί θα σ’ ερωτεύομαι περισσότερο από το προηγούμενο κι εσύ θα μ’ αγαπάς πιο βαθιά από χτες…
Φωτό: http://kleanthis.deviantart.com/gallery/#/d1wcqjx
Τρίτη 15/06/10 17.37