25.11.09
25868
Φεύγει και αυτός ο χρόνος κι εγώ ξέχασα να πω τριανταένα. Έμαθα και τρεις καινούριες λέξεις να τις βάλω στο κουτί του εννιά ως γνώση για το δέκα, το έντεκα, το σαράντα εννιά. Είπα να ψήσω στη φουφού τις αναμνήσεις του παρελθόντος και μια αιθαλομίχλη κάλυψε τα πάντα και κρύφτηκαν. Έψαξα μα δεν έβλεπα ούτε την πέτρα που τρύπησε το παπούτσι μου και τελικά και την πατούσα μου και πληγώθηκα.
Ευκαιρία τώρα που έχω άδεια να τακτοποιήσω. Εδώ το χτες και στο απέναντι ντουλάπι το σήμερα. Σε τάξη. Σαν τα βαζάκια μαρμελάδας στο μπαούλο της γιαγιάς. Έτσι. Να μη μπερδεύεται το ένα με το άλλο με αποτέλεσμα να γίνουν τα όριά μου ακαθόριστα. Θέλω να ξέρω πού και για πόσο υπάρχει το καθένα.
Μερικές φορές τα λόγια μου διανύουν χιλιόμετρα και μένουν από βενζίνη πριν φτάσουν στ’ αυτιά σου. Δε φταις εσύ. Εγώ φταίω που δεν έβαλα εκείνη με τα πολλά οκτάνια γιατί υποτίμησα τη διαδρομή. Ή που πάτησα πολύ το γκάζι και αναλώθηκαν τα καύσιμά τους στη μισή διαδρομή. Φταίει ίσως και η ευνουχισμένη έμπνευσή μου καθώς της έκανε υστερεκτομή το σήμερα και δε μπορώ να πω κουβέντα…
Κι εσύ, γλυκέ μου, ο μεγαλύτερος κόσμος του κόσμου μου θα βρεθείς σε λίγο πλάι μου να μου πιάσεις τα μαλλιά μου που τα έκοψα εχτές και θα τα ψάχνεις. Δε τα κράτησα να τα βάλω στο κεφάλι σου να με νιώθεις δικιά σου, γιατί το αποφάσισα να είμαι πριν ένα χρόνο και δεκαοκτώ μέρες. Με κομμένα μαλλιά που μια μέρα θα βαρεθώ να ακούω και θα τα μακρύνω ξανά. Φεύγω τώρα. Πάω να πετσοκόψω τις πατάτες. Εκείνες που μου έμειναν στο πάτωμα της κουζίνας από προχθές…
Τετάρτη 25/11/09 14.39
Φώτο: http://kleanthis.deviantart.com/art/instinct-105215100
10.11.09
Από χτες ούτε που επέστρεψα σπίτι μου. Πήγα στη Γεωργία και με πήρε ο ύπνος στον καναπέ της. Περνάω μόνη μου τις πρώτες στιγμές μετά τον χαλασμό και προσπαθώ να βάλω σε τάξη τα τούτα και τα ‘κείνα από το ταβάνι, τα τζάμια, τους τοίχους και τα παπλώματα. Έγινε ο μεγαλύτερος σεισμός στην ιστορία της ανθρωπότητας με επίκεντρο το σπίτι μου κι εγώ μαζεύω πρώτα το τασάκι από το πάτωμα. Η ώρα είναι 08.06 και πριν μια ώρα τελείωσε κι αυτή η εφημερία μου…
Μια σιχαμερή πράσινη κάμπια με τρώει ξεκινώντας από μέσα. Μου τρώει το συκώτι, έπειτα τη σπλήνα και μετά τους νεφρούς έναν έναν. Οι πνεύμονές μου παθαίνουν ασφυξία κι εκείνη προχωρά και μου τρώει πρώτα τον εγκέφαλο αφήνοντας μου τη μη μνήμη στην καρδιά μου. Έπειτα, με αποτελειώνει τρώγοντας ακόμα και αυτή…
Συγκάτοικοι στην παράνοια και τη βλακεία είμαστε τις τελευταίες δύο μέρες εγώ και η Γεωργία. Μέχρι να γυρίσει ο Έρωτάς μου από την Αθήνα και να αποχωριστεί το ημερών ανίψι του, μέχρι να γυρίσει ο καλός της από την Κομοτηνή. Έξω έβρεχε˙ τα τζάμια μου γέμισαν σταγόνες ξεραμένες, αφυδατωμένες, πεθαμένες μιας βροχής περαστικής. Στέγνωσαν αυτές, στέγνωσε κι εκείνη η περαστική και δήθεν τυχαία συνάντησή μου μαζί της. Μου ψιθύρισε ‘‘Είδα φως και μπήκα’’ μα δε τη πίστεψα…
Είπα να πλένω τα λιγοστά μου ποτήρια, να βάλω καμιά σκούπα μπας και ξεμυρίσει η μοναξιά από το σπίτι. Σχέση εξάρτησης και ανεξαρτησίας μέσα στο μυαλό μου που η μία εμποδίζει την άλλη να φανερωθεί. Ούτε που ξέρω πια τι είναι πιο δυνατό. Η εξάρτηση ή η θέληση της ανεξαρτησίας; Καλά… αν το βρω θα το πω και σ’ αυτές…
Πάνω στα σχοινιά της μπουγάδας μου κάθονται μικρά σπουργίτια διάφανα κρεμασμένα προς τα κάτω. Το ένα δίπλα στο άλλο. Θέλω να πάω και να κουνήσω ύπουλα το σχοινί να παταχτούν όλα στον αέρα αλλά το μετανιώνω. Στο κάτω κάτω μια χαρά παρέα κάνουν στα μοναχικά μου μανταλάκια. Μόνη εγώ και από κακία θέλω να είναι τα πάντα μόνα τους. Ακόμα και τα μανταλάκια…
Να δεις που η σκούπα θα μπει μόνη της στην πρίζα. Να δεις που τα πιάτα θα πλυθούν στο νεροχύτη χωρίς να τα πιάσω. Μα να δεις που αν δε ξεκουνηθώ, όλα αύριο θα μοιάζουν με χτες…
Τρίτη 10/11/09 08.18
Φώτο: http://freakybabe.deviantart.com/art/Turn-it-back-42499477
Μια σιχαμερή πράσινη κάμπια με τρώει ξεκινώντας από μέσα. Μου τρώει το συκώτι, έπειτα τη σπλήνα και μετά τους νεφρούς έναν έναν. Οι πνεύμονές μου παθαίνουν ασφυξία κι εκείνη προχωρά και μου τρώει πρώτα τον εγκέφαλο αφήνοντας μου τη μη μνήμη στην καρδιά μου. Έπειτα, με αποτελειώνει τρώγοντας ακόμα και αυτή…
Συγκάτοικοι στην παράνοια και τη βλακεία είμαστε τις τελευταίες δύο μέρες εγώ και η Γεωργία. Μέχρι να γυρίσει ο Έρωτάς μου από την Αθήνα και να αποχωριστεί το ημερών ανίψι του, μέχρι να γυρίσει ο καλός της από την Κομοτηνή. Έξω έβρεχε˙ τα τζάμια μου γέμισαν σταγόνες ξεραμένες, αφυδατωμένες, πεθαμένες μιας βροχής περαστικής. Στέγνωσαν αυτές, στέγνωσε κι εκείνη η περαστική και δήθεν τυχαία συνάντησή μου μαζί της. Μου ψιθύρισε ‘‘Είδα φως και μπήκα’’ μα δε τη πίστεψα…
Είπα να πλένω τα λιγοστά μου ποτήρια, να βάλω καμιά σκούπα μπας και ξεμυρίσει η μοναξιά από το σπίτι. Σχέση εξάρτησης και ανεξαρτησίας μέσα στο μυαλό μου που η μία εμποδίζει την άλλη να φανερωθεί. Ούτε που ξέρω πια τι είναι πιο δυνατό. Η εξάρτηση ή η θέληση της ανεξαρτησίας; Καλά… αν το βρω θα το πω και σ’ αυτές…
Πάνω στα σχοινιά της μπουγάδας μου κάθονται μικρά σπουργίτια διάφανα κρεμασμένα προς τα κάτω. Το ένα δίπλα στο άλλο. Θέλω να πάω και να κουνήσω ύπουλα το σχοινί να παταχτούν όλα στον αέρα αλλά το μετανιώνω. Στο κάτω κάτω μια χαρά παρέα κάνουν στα μοναχικά μου μανταλάκια. Μόνη εγώ και από κακία θέλω να είναι τα πάντα μόνα τους. Ακόμα και τα μανταλάκια…
Να δεις που η σκούπα θα μπει μόνη της στην πρίζα. Να δεις που τα πιάτα θα πλυθούν στο νεροχύτη χωρίς να τα πιάσω. Μα να δεις που αν δε ξεκουνηθώ, όλα αύριο θα μοιάζουν με χτες…
Τρίτη 10/11/09 08.18
Φώτο: http://freakybabe.deviantart.com/art/Turn-it-back-42499477
8.11.09
365+
Τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες πριν, εννιά το πρωί στο αεροδρόμιο ‘‘Μακεδονία’’ να περνάς δήθεν αδιάφορα από δίπλα μου κι εγώ να ‘‘πιάνω’’ τη πολύχρωμη αύρα σου με την άκρη του ματιού μου. Το κεφάλι μου εκτοξεύτηκε στο άπειρο κι εγώ έμεινα παραδομένη μέσα στα χέρια σου.
-Κάνε με ό,τι θες…
Τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες πλήν δεκατέσσερις. Και τα πρώτα χιλιόμετρα γράφονται στην Εθνική Αθηνών Θεσσαλονίκης και όλο πίσω. Κι έπειτα κι άλλα. Κι άλλα. Ως τα Χριστούγεννα…
Ο Αη Βασίλης με μάλωσε πέρυσι λίγο πριν η χρονιά αλλάξει. Μα του έκανα νάζια και ξεθύμωσε. Ξέφυγα από το θυμό του κι εκείνος δε μου το κράτησε. Μου έκανε δώρο δυο γυάλινες μπάλες, έναν τάρανδο κι ένα τρενάκι να ταξιδεύω στο χρόνο…
Κι έπειτα κι άλλα χιλιόμετρα. Η αγάπη πλήρωνε διόδια μέχρι να εκπληρωθεί για μήνες. Ολοκληρωνόταν κι έφευγε και ταξίδευε και χανόταν μέσα στη μοναξιά της Εθνικής…
Τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες πλην εκατόν είκοσι. Και ήρθε ο Μάρτιος. Κι εγώ ετοίμασα βαλίτσες και τις γέμισα με δεκατέσσερις μέρες. Κι αφού πέρασαν κι αυτές ξαναγύρισα στο δρόμο. Και τα φώτα της Εθνικής πονούσαν τα μάτια μου και το αμάξι βογκούσε από τα φορτωμένα αντικείμενα μιας ζωής που έφυγε και ξαναγεννήθηκε σε άλλη πόλη.
Τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες πλην διακόσιες. Και ήρθε και ο Απρίλιος. Και τα χιλιόμετρα μηδενίστηκαν. Και τα πράγματα άλλαξαν σπίτι. Και το σπίτι άλλαξε χρώμα. Και ξεκίνησαν οι διακοπές. Από τον Απρίλιο. Και ακόμα δε τελείωσαν…
Τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες πλην μηδέν. Ταξιδεύω στο διπλανό σου κάθισμα και ακόμα δε ξέρω πόσο μακριά μπορεί να μας πάει η Αγάπη…. Ακόμα σαν πριν. Μόνο ο Έρωτάς μου άλλαξε. Έγινε μεγαλύτερος…
Σάββατο 07/11/09 13.33
Φώτο: http://strawberry93oo.deviantart.com/art/Freedom-80151732
-Κάνε με ό,τι θες…
Τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες πλήν δεκατέσσερις. Και τα πρώτα χιλιόμετρα γράφονται στην Εθνική Αθηνών Θεσσαλονίκης και όλο πίσω. Κι έπειτα κι άλλα. Κι άλλα. Ως τα Χριστούγεννα…
Ο Αη Βασίλης με μάλωσε πέρυσι λίγο πριν η χρονιά αλλάξει. Μα του έκανα νάζια και ξεθύμωσε. Ξέφυγα από το θυμό του κι εκείνος δε μου το κράτησε. Μου έκανε δώρο δυο γυάλινες μπάλες, έναν τάρανδο κι ένα τρενάκι να ταξιδεύω στο χρόνο…
Κι έπειτα κι άλλα χιλιόμετρα. Η αγάπη πλήρωνε διόδια μέχρι να εκπληρωθεί για μήνες. Ολοκληρωνόταν κι έφευγε και ταξίδευε και χανόταν μέσα στη μοναξιά της Εθνικής…
Τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες πλην εκατόν είκοσι. Και ήρθε ο Μάρτιος. Κι εγώ ετοίμασα βαλίτσες και τις γέμισα με δεκατέσσερις μέρες. Κι αφού πέρασαν κι αυτές ξαναγύρισα στο δρόμο. Και τα φώτα της Εθνικής πονούσαν τα μάτια μου και το αμάξι βογκούσε από τα φορτωμένα αντικείμενα μιας ζωής που έφυγε και ξαναγεννήθηκε σε άλλη πόλη.
Τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες πλην διακόσιες. Και ήρθε και ο Απρίλιος. Και τα χιλιόμετρα μηδενίστηκαν. Και τα πράγματα άλλαξαν σπίτι. Και το σπίτι άλλαξε χρώμα. Και ξεκίνησαν οι διακοπές. Από τον Απρίλιο. Και ακόμα δε τελείωσαν…
Τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες πλην μηδέν. Ταξιδεύω στο διπλανό σου κάθισμα και ακόμα δε ξέρω πόσο μακριά μπορεί να μας πάει η Αγάπη…. Ακόμα σαν πριν. Μόνο ο Έρωτάς μου άλλαξε. Έγινε μεγαλύτερος…
Σάββατο 07/11/09 13.33
Φώτο: http://strawberry93oo.deviantart.com/art/Freedom-80151732
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)